Τΐιΐδ ΐδ α άΐ^ΐΐαΐ οοργ οί α ΐ3θθ]<: Ιΐιαΐ \ναδ ρΓ^δεΓνεά ίοΓ ^εηεΓαΙΐοηδ οη ΙΛιαΓγ δΐιείνεδ ΐ3£ίθΓ6 ΐΐ \ναδ οαΓείιιΠγ δοαηηεά \)γ Οοο^ΐε αδ ραΓί οί α ρΓθ]£θΙ
ίο ιηα]<:6 Ιΐιε χνοΓίά'δ ΐ3θθ]<:δ άΐδθον6Γαΐ3ΐ6 οηΐΐηε.
ΙΙ Ιιαδ δΐίΓνΐνβά 1οη§ εηοιι^ΐι ίοΓ Ιΐιε οοργή^ΙιΙ ίο εχρίΓ© αηά Ιΐιε ΐ3θθ]<: ίο εηΙεΓ Ιΐιε ριιΐ3ΐΐο άοιηαΐη. Α ριιΐ3ΐΐο άοπιαΐη ΐ3θθ]<: ΐδ οηο ΙΙιαΙ \ναδ ηενεΓ δΐιΐ3]60ΐ
ίο οοργή^ΙιΙ ΟΓ \ν1ΐ0δ6 Ιε^αΐ οοργή^ΙιΙ Ιεηη Ιιαδ εχρίΓεά. λΥΙιεΙΙιεΓ α ΐ3θθ]<: ΐδ ΐη Ιΐιε ρπΐ3ΐΐο άοιηαΐη ηιαγ ναιγ οοπηίΓγ ίο οοιιηίΓγ. Ριιΐ3ΐΐο άοηιαΐη ΐ3θθ]<:δ
αΓ6 οπΓ §αΐ6\ναγδ ίο Ιΐιε ραδί, τερΓεδεηΙΐη^ α λνεαίΐΐι οί ΙιΐδΙΟΓγ, οπΙΙιίΓε αηά ]<:ηο\νΐ6(1§6 Ιΐιαί'δ οίΐεη άΐίβοιιΐΐ ίο άΐδοονεΓ.
ΜαΓίίδ, ηοΐαΐΐοηδ αηά οΙΙιεΓ ηιαΓ^ΐηαΙΐα ρΓβδεηΙ ΐη Ιΐιε οή^ΐηαΐ νοίπηιε \νΐ11 αρρεαΓ ΐη Ιΐιΐδ βίε - α τεηιΐηάεΓ οί Ιΐιΐδ ΐ3θθ]<:'δ 1οη§ ]οιΐΓη6γ ίΓοηι Ιΐιε
ρπΐ3ΐΐδ1ΐ6Γ ίο α 1ΐΐ3ΓαΓγ αηά βηαΐΐγ ίο γοιι.
υ83§6 ^αίάεϋηεδ
Οοο^ΐβ ΐδ ρΓΟίιά Ιο ραΓίηεΓ \νΐ1β 1ΐΐ3ΓαΓΪ£δ Ιο άΐ^ΐΐΐζε ριιΐ3ΐΐο άοηιαΐη ηιαίεήαΐδ αηά ηια]<:6 Ιβεηι χνΐάεΐγ αοοεδδΐΐ)!©. ΡιιΙ)1ΐο άοηιαΐη ΐ3θθ]<:δ ΐ36ΐοη§ ίο Ιβ©
ρπΙ^Ηο αηά \ν6 αΓ6 ηιειείγ ΙβεΐΓ οιΐδίοάΐαηδ. ΝενεΓίβεΙεδδ, Ιβΐδ \νοΓ]<: ΐδ εχρεηδΐνε, δο ΐη ΟΓάεΓ ίο Ι^εερ ρΓονΐάΐη§ Ιβΐδ ΓεδοιίΓοε, \ν6 βάνε Ιαΐ^εη δίερδ ίο
ρΓενβηΙ αβπδε βγ οοηιηιεΓοΐαΙ ραΓίΐεδ, ΐηο1ιιάΐη§ ρ1αοΐη§ Ιβοβηΐοαΐ ΓεδΙήοΙΐοηδ οη αιιΐοηιαίβά ςπεΓγΐη^.
λνε αίδο αδ]<: ΙβαΙ γοπ:
+ ΜαΙίβ ποη-αοηιπιβΓοίαΙ Η5β ο/ίΗββΙβ^ λΥε άεδΐ^ηεά Οοο^ΐε Βοο]<: ΞεαΓοβ ίοΐ ιίδε βγ ΐηάΐνΐάιιαίδ, αηά \ν6 τεςπεδί ΙβαΙ γοιι ιίδε Ιββδε βίεδ ίον
ρεΓδοηαΙ, ηοη-οοηιηΐ6Γθΐα1 ριίφΟδεδ.
+ Κβ/Γαίη/Γοηι αηίοηιαίβά ρΗβΓγίη§ Όο ηοΐ δεηά αιιΐοηιαίβά ςιιεήεδ οί αηγ δΟΓΐ ίο Οοο^ΐε'δ δγδίεηι: Ιί γοπ αιε οοηάποΐΐη^ τεδεαΓοβ οη ηιαοβΐηε
ΐΓαηδΙαΙΐοη, ορίΐοαΐ οβαΓαοΙεΓ Γεοο^ηΐΙΐοη ογ οΙββΓ αιεαδ \νβ6Γ6 αοοοδδ ίο α ΙαΓ^ε αηιοιιηΐ οί ΙεχΙ ΐδ βείρίιιΐ, ρΐεαδο οοηίαοί ιΐδ. λν© οηοοιίΓα^β Ιβε
ιίδε οί ριιββο άοηιαΐη ηιαίεπαΐδ ίοΓ Ιβεδ© ριίφΟδβδ αηά ηιαγ β© αβί© ίο ββίρ.
+ Μαίηίαίη αίίήΒηίίοη Τβ© Οοο^ΐε "\ναΐ6ΓηιαΓ]<:" γοιι δε© οη εαοβ βίε ΐδ εδδεηΐΐαΐ ίοΓ ΐηίθΓηιΐη§ ρεορίε αβοιιΐ Ιβΐδ ρΓθ]60ΐ αηά βείρΐη^ Ιβεηι βηά
αάάΐΐΐοηαΐ ηιαΐ6ΓΪα1δ ΙβΓΟίι^β Οοο^ΐε Βοο]<: ΞεαΓοβ. ΡΙεαδε άο ηοΐ Γεηιονε ΐΐ.
+ Κββρ ίί Ι6§α1 λΥβαΙεν^Γ γοιίΓ ιίδε, τεηιεηιββΓ ΙβαΙ γοιι αΓ© τεδροηδΐβίε ίοΓ εηδίιήη^ ΙβαΙ \νβαΙ γοιι αΓ6 άοΐη§ ΐδ Ιε^αΐ. Βο ηοΐ αδδΐιηιε ΙβαΙ ]ιΐδΙ
βεοαιίδε \ν6 βεβενε α βοο]<: ΐδ ΐη Ιβε ρπββο άοηιαΐη ίοΓ ιΐδεΓδ ΐη Ιβε ΙΙηΐΙεά δίαΐεδ, ΙβαΙ Ιβε \νοΓ]<: ΐδ αΙδο ΐη Ιβε ριιββο άοηιαΐη ίοΓ ιΐδεΓδ ΐη οΙβεΓ
οοιιηΐήεδ. λΥβεΙβεΓ α βοο]<: ΐδ δΙΐΠ ΐη οοργή^βΐ ναήεδ ίΓοηι οοιιηΐΓγ ίο οοιιηΐΓγ, αηά χνε οαη'Ι οίίεΓ ^ιιΐάαηοε οη χνββΙβεΓ αηγ δρεοΐβο πδο οί
αηγ δροοΐβο βοο]<: ΐδ αΠοχνοά. ΡΙοαδο άο ηοΐ αδδΐιηΐβ ΙβαΙ α βοο]<:'δ αρρβαΓαηο© ΐη Οοο^Ι© Βοο]<: ΞοαΓοβ ηιοαηδ ΐΐ οαη β© ιΐδεά ΐη αηγ ηιαηηοΓ
αηγ\νβ6Γ6 ΐη Ιβο \νοΓΐά. Οοργή^βΙ ΐηίήη^οηίβηΐ ΗαβΐβΙγ οαη βο ςιιΐΐο δονοΓο.
ΑβοαΙ Οοο§ΐ6 Βοοίί δεαΓοΗ
Οοο^ΐο'δ ηιΐδδΐοη ΐδ ίο ΟΓ^αηΐζο Ιβο \νοΓΐά'δ ΐηίοΓηιαΙΐοη αηά ίο ηια]<:ο ΐΐ ιιηΐνοΓδαΠγ αοοοδδΐβίο αηά πδοίιιΐ. Οοο^ΐο Βοο]<: δοαΓοβ βοΐρδ ΓοαάοΓδ
άΐδοονοΓ Ιβο \νοΓΐά'δ βοο]<:δ χνβΐΐο βοΐρΐη^ αιιΙβοΓδ αηά ριιββδβοΓδ Γοαοβ ηοχν αιιάΐοηοοδ. Υοιι οαη δοαΓοβ ΙβΓΟίι^β Ιβο ίηΠ ΙοχΙ οί Ιβΐδ βοο]<: οη Ιβο χνοβ
αί |]ιίίρ : //]οοο1^3 . α^οοα^ΐβ . οοιη/
^ν «Γ
^
.«^,ν.. ν
ί 3%.
'ίί.' α (
% <( ( (Ι
Γ (Γ <' Λ
ο ο.
^α
< <
ΗΛΚΥΑΚΟ 0ΟΙ.Ι.ΕΟΕ
Ι.ΙΒΚΑΚΥ
ΒΟυΟΗΤ ΓΚΟΜ
Τί«ΚοΙ?εηΡ.Β1βΙαΡ»η<ϊ
ΕδΤΑΒίΙδΗΕΟ ΒΥ
Βΐ&ΪΓΤίϊΚ ο*- ΤΗ κ υ^ΐνβΒίΙΤΥ ί,ΙΒΙΙΛίΐΥ
1 52 8-1 93 7
(/^ (Γ 'ί
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
■7- "ί ^^
ΑΜΑΛΙΑ
Η
βαςιαι:^ς:α
ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΟΣ
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
|υΝΐνΕΡ8ΙΤΥΐ
ί,ΐρΟΑβΥ
ΜΑΒ 30 1966
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
βΰ ι) Λ»β5 &
ρός υμάς, οιϊτινες την ίδέαν της
θρησκείας, της πατρίδος, της αρε-
τής κα\ του καθήκοντος εμπνέετε
είς την διάνοιαν και την καρδίαν
των τέκνων αας• προς υμάς, αϊ-
τινες δια της ιστορίας του Έθνους
ημών, ως δι' ιερού Ευαγγελίου,
μορ^ουτε τους ελληνικούς οίκους
ο'ας• προς ΐ/μας ά^ιερώ τΛν ^ρα-
χεϊαν ταυτην Διατριβην περί του
^ίου της Βα<Ιτλ{(Ι<Ιης Ά^ιαλΐας
και της Ανλϋς ανχΛς, ευελπιοττοΟσα δτι θέλετε
αποδεχθη ευμενώς και καταστήσει αύτΛν προσφιλές
ανάγνωσμα τη οίκογενεία ί/μών.
Δέν ζωγρα^εϊται έν αύτη ^ίος και δρασις εικο-
νική, αλλά πιστώς και ακριβώς αναγράφονται πλη-
ρο^οριαι τέως άγνωστοι ημΐν, περισυλλεχθεϊσαι έξ
αυθεντικών πηγών, έκ προσώπων διακεκριμένων κα\
αγαπητών τη ελληνική κοινωνία, άτινα έζησαν,
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
έδρα(^αν εν τη Ανλη ν:α\ παρηκολουθηααν τιάααν
άνέλιξιν του τε ίδιωτικοϋ καχ ένεργρυ βίου της πρώ-
της Βασιλίσσης της Ελλάδος κα\ των παρ' Αύτη
Επίτιμων Κνριών.
Άνα^νλλίζουσα δε προς υμάς σελίδας.^ του λυ-
καυγούς της αναγεννήσεως του εθνικού ηιίών ^ίου,
εύτυχΛς έσοιιαι αν δίΓνηθώ να έπισπάσω εν ^λέιιιια
στοργής, ί\α παληόν αγάπης ί/πέρ αυτών.
Έν Άθήνχις, τγ) 17ό Ιανουαρίου 1896.
ΣΩΤΗΡΙΑ ΑΛΙΜΠΕΡΤΗ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ελλάς, κρατα:ά άνασσα τοΰ πνεύ-
ματος, ή δίαφωτίσασα τάς συν-
ειδήσεις τ^ς ανθρωπότητας, ώς ό
λαμπρ6ς αστήρ τ^ς ημέρας φω-
τίζει τ^ σύμπαν ή Ελλάς, ή
δύσασα μοιραιως ύπ6 τδν ορίζοντα
σκότους ^ βαρβαρικής κατακτήσεως,
ανέτειλε καΐ πάλιν έπΙ του στε-
ρεώματος τών εθνών, έξελθοΟσα έκ
τ^ς αβύσσου φλογών καΐ αίματος, νικήτρια τ^ς ΰλης, πάλ-
λουσα τ6 δόρυ τ5)ς Παλλάδος της και περιβεβλημένη τ6ν
στέφανον τ5)ς Δόξης καΐ τί^ς Ελευθερίας.
Έπεσε περικαλλής καΐ σκηπτουχος βασίλισσα μέ τα
ποιητικώτατα σύμβολα του Δωδεκαθέου της, καΐ άνηγέρθη
Ι^^οξος ήρωις καΐ αγνή μάρτυς του Χριστιανισμού.
Άλλ' ή άναγεννηθείσα Χριστιανική Ελλάς δέν ήτο
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
πλέον ή προνομοοϋχος Εθνική Ελλάς, ή τών Μηδικών, του
Περικλέους καΐ Φειδίου. Ή σφοδρά τΨ^ς τυραννίας καταιγίς,
ή παγερά τ^ς λεηλασίας λαΤλαψ συνεκλόνησαν καΐ ανέτρε-
ψαν τ6 έδαφος, έμάραναν τά κάλλη καΐ έπεσκότισαν τήν
αίγλην αύτί]ς.
Αί πεδιάδες της ήδη άχλοοι, τά πολυύμνητα δρη της
άδενδρα, οί άγροΙ χέρσοι, καΐ έρημοι κατοίκων αί πολυάριθ-
μοι αυτής πάλεις.
Σιγή πένθους έπΙ του Όλύμπου καΐ του Ελικώνος, σιγή
έπΙ τής Πνύκας καΐ τής Ακαδημίας, συντρίμματα κιόνων
έπΙ των Δελφών καΐ τής Όλυμπίας, ϊχνη βάνδαλα έπΙ του
Παρθενώνος.
Μόνον άπ6 τών βράχων καΐ των χαραδρών καΐ άπ6
του βυθοϋ τών θαλασσών της αντηχεί ή κλαγγή τών
δπλων καΐ δ θροϋς τών πυρπολικών άπ6 δε του εδά-
φους αυτής ανέρχεται καπνδς πυρίτιδος καΐ άτμδς αιμά-
των τών έπΙ τοΟ βωμοϋ τής Ελευθερίας προσενεχθέντων
ολοκαυτωμάτων.
ΚαΙ έπΙ τών συντριμμάτων τής Τέχνης, καΐ έπΙ τών
δστών τών μαρτύρων τής πίστεως καΐ τής πατρίδος συμπή-
γνυται δ άναβιώσας Ελληνισμός, δπως ίδρυση τδ νέον ελεύ-
θερον Κράτος, άναπλάσΐβ τδν έθνικόν του βίον, σχηματίση
κοινωνίαν καΐ πολιτείαν καΐ ύψώσΐβ Βασιλείαν.
Αθήναι! δνομα περικλεές, εστία παντδς καλοϋ, χώρα
έν τ-^ διανοίςι τών εθνών ώς ε^κών μεγαλείου καΐ δόξης ίνδαλ-
ματισθείσα, δ πρώτος παλμδς καΐ δ πρώτος 5ρως τών Έλ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
λήνων, Συ ώρίσθης καΐ πάλιν ώς πρωτεύουσα του νέου
Βασιλείου.
Άλλ' έκ τών λευκοστύλων Ναών καΐ τών άπαραμίλλων
αγαλμάτων, έκ τών καλλιμάρμαρων θεάτρων καΐ Στοών σου,
έκ τών παραδεισίων κήπων καΐ καλλιτεχνικών οϊκων σου,
'ποΧος σοΙ έναπέμεινε πλέον κόσμος ! Ώς νεκρόπολις του
παρελθόντος σου κεϊσαι ήδη μέγας τάφος εύκλεών λειψάνων
τών μόλις περισωθέντων ήκρωτηριασμένων Μνημείων σου.
Σποραδικοί ξύλινοι οίκίσκοι υπό τά κράσπεδα τ^ς Ακροπό-
λεως σου παραμένουσι τοϋτ' αύτ6 μάρτυρες τών δεινών κα^
συμφορών, &ς υπέστης. ΑύτοΙ μόνοι καΐ πρώτοι θέλουσι
χρησιμεύσει τά σκηνώματα Άρχων καΐ Αύλ5}ς, μεταφερομέ-
νων, τ-ζ \ν Δεκεμβρίου 1835, άπ6 τοΟ ήρωικοϋ Ναυπλίου,
ένθα είχε στήσει τήν έδραν δ πρώτος Κυβερνήτης τ^ς Ελ-
λάδος, δ αείμνηστος Ιωάννης Καποδίστριας.
Άλλ' δ έν τοΤς ταπεινοίς τούτοις οίκίσκοις στηλωθείς
πρώτος Βασιλικός θρόνος τί^ς Ελλάδος φωτίζεται έκ τών
άκτίνων τΤ^ς πάλαι εύκλείας και τ^]ς αίγλης τ^^ς μεγάλης
εποποιίας του 'ΙεροΟ Αγώνος. Το?>ς δ' έπ' αύτου καθήμε-
νους νεαροί)ς ΒασιλεΤς περιβάλλουσιν αΕ διάπυροι εύχαΐ καΐ
ή θερμή αγάπη τών Ελλήνων. ΚαΙ πάντες, άγωνισταΐ
καΐ πολιτευόμενοι, άνδρες τών γραμμάτων καΐ τοϋ λαοΰ,
πρδς Εν άτενίζουσι κέντρον καΐ προσηλοΟσιν άπασαν τήν
προσοχήν, πρδς τ6ν "Οθωνα καΐ τήν Άμαλίαν. Ούτοί
δέ ύπδ ενθουσιασμού καΐ έρωτος διά τήν πάλαι Ελλάδα
κατεχόμενοι καΐ μετά θαυμασμού πρδς τά τρόπαια τ^ς
νέας Ελλάδος ατενίζοντες, πλήρεις αγάπης καΐ ευγενούς
ύπερηφανείας φέρουσιν έπΙ τ^ς κεφαλί}ς των τδ Έλληνικδν
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΑΜΑΛΑ
Η
ΒΑΣΙΑΙ^ΣΑ
ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΟΣ
ΙΪΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
ί=^*ν-:^' ?«ϊί
Οί9ίΐίΣθ(ί ^)ν
Οοο^ΐ€
[υΝίνΕΡ^ιτγ]
ί.ΐρΠ>ΑΙΙΥ
(ΛΑΚ 30 1966
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
"^^
ν ^<
ί <<
(( . (.
ΗΑΚνΑΚϋ αθΙ.Ι.ΕΟΕ
1.ΙΒΚΑΚΥ
ΒουοΗΤ ρποΜ
Τ\ιι ΚοΙεη Ρ. Β1α1^ε Υπη^ί
Ε8ΤΑΒΙ-Ι5ΗΕΟ ΒΥ
υΐΙΙΚίΤΟΛ Ον ΤΜΒ υΝίνϊϊΙδΙΤν ί.ίΒΙΙΑίϊΎ
χ. <
•ι
^ < ^ί
■:"
ί
α ' .(
4
^
α 1 ν
ί
1 ί-<ς
■ »._ ' ■ <.Λ '
«:
ίί <'^ <τ
: Γ^ < ( ο:- (
' €
(( (Τ
ι ^ ^<?
^.
_<^ ۥ
< ^ <. <^
«:
ο• \.«.1.
(;-χ',. . ^^ ( Μ:,<
^
«' <ΤΓ
Γ
0< Λ
^
ί"ν €
^Γ <^ι< > ( ^1 ^^'
^
^
1^ (ΐ ^ •' <^ '- ί.
<
^< < ^ <
^
ν^ ^ ^ ^
^Γ ^ ^.> ί ί Γ ^ ί'
(- <
< * ' < (ς «
^^^ ^Χίίί^ (Λίχ^
χ ^
"ί<(.< αϊ
/ ^β^>^ ^^
(^ ^
<:( ί^« Γ( ί
ψ^€ψί^^^Ββ[
«ί€ ^(Γ( ίΓΟ
^<^'^ ^^ ^^^^ ' ί
(Τ €
ο: ί
<"'' .ϊ <: ■ίχ-., ν<:"
^ <?
Λ ς Γ ^(" .
1 ^( €^{Χ ( α
€<(
'Χ < :; <'
<..- ί• € ^Λ
^^
< ^: ^^
Ο
ι ί.ί> <^<
^^ ^*--, ν. ν ^^^
■ ^<'
*-ί^' '^.^<^<^^ί^^
<■
ί • €.'
^Γ 4Γα((Γ^
Ί
^ ^^»*.
_##"
<- < ί ' ( .?
'. ■
<ν.<.
^ <Γ < ί
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΑΜΑΛΙΑ
Η
ΒΑΣΙΑΙΣΣΑ
ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΟΣ
ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
18
^^
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
ΗΑΙ^νΑΐ^ΙΤ
ΐυΝίνΕβΒΙΤΥ)
ίΐΡ^ΑΙΪΥ
ΜΑΒ 30 1966
"^ 1
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
\
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΙΙΡ®! Τ/^Ι ΙΜΗΙΝΙΒΜΙ
ΡΗ!»^
ρός ί/μας, αϊτινες την {δέαν της
θρησκείας, της πατρίδος, της αρε-
τής κα\ τον καθήκοντος εμπνέετε
εις την διάνοια ν και την καρδία ν
των τέκνων σας• προς ν μας, αϊ-
τινες δια της ιστορίας τοίτ Έθνους
ημών, ως δι' ίερου Εύαγγελίον,
μορ^οϋτε τονς έλληνικοι/ς οίκους
σας• προς ΐ/μάς άφιερώ την ^ρα-
χεϊαν ταύτην Διατριβην περ\ του
^ίου της Βα<Ιτλ{<Ι<Ιης Ά|ΐαλ{ας
και της ΑνλτΙς αντΛς, ευελπιστούσα δτι θέλετε
άποδεχθη ευμενώς και καταστήσει αΰτΛν προσ^^ιλές
ανάγνωσμα τη οίκογενεία ΐτμών.
Δεν ζωγρα^εϊται έν αύτη ^ίος και δράσις εικο-
νική, άλλα πιστώς και ακριβώς αναγράφονται πλη-
ρο^ορίαι τέως άγνωστοι ήμΐν, περισυλλεχθεϊσαι εξ
αυθεντικών πηγών, έκ προσοοπων διακεκριμένων κα\
αγαπητών τη ελληνική κοινωνία, άτινα έζησαν,
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
εδραααν εν τη Αύλη κα\ παρηκολουθη^αν τιάύαν
άνέλιξιν του τε ίδιωτικοϋ κα\ ενεργού ρίοι; της πρώ-
της Βασιλίσσης της Ελλάδος καχ των παρ' Αύτη
Έπιτίιιων Κνριών.
Άνα^νλλίζονσα δε προς υμάς σελίδας, του λυ-
καυγούς της αναγεννήσεως του εθνικού ημών ^ίου,
εύτυχΛς έσοιιαι αν δι,Γνηθώ να έπισπάσω εν ^2^έμηα
στοργής, ϊνα παλμόν αγάπης ΐ/πέρ αυτών.
Έν Αθήναις, ττ) Πν Ιανουαρίου 1896.
ΣΩΤΗΡΙΑ ΑΛΙΜΠΕΡΤΗ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Αϋΐϊίΐ^ί ΛΙΓΟΛΟΓΟ Γ
Ελλάς, κραταιά άνασσα τοΟ πνεύ-
ματος, ή δίαφωτίσασα τα; συν-
ειδήσεις τ^ς ανθρωπότητας, ώς δ
λαμπρδς αστήρ τΤις ημέρας φω-
τίζει τδ σύμπαν ή Ελλάς, . ή
δύσασα μοιραίως ύπδ τδν ορίζοντα
σκότους ^ βαρβαρίκ55ς κατακτήσεως,
ανέτειλε καΐ πάλιν έπΙ του στε-
ρεώματος των εθνών, έξελθουσα έκ
τ^ς αβύσσου φλογών καΐ αΓματος, νικήτρια ττ^ς Ολης, πάλ-
λουσα τδ δόρυ τ^ς Παλλάδος της και περιβεβλημένη τδν
στέφανον τ^ς Δόξης καΐ τ5]ς Ελευθερίας.
"Επεσε περικαλλής καΐ σκηπτουχος βασίλισσα μέ τα
ποιητικώτατα σύμβολα του Δωδεκαθέου της, καΐ άνηγέρθη
Ι'^Ζοξος ήρωίς και αγνή μάρτυς του Χριστιανισμού.
Άλλ' ή άναγεννηθεΐσα Χριστιανική Ελλάς δέν ήτο
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
δ
πλέον ή προνομιούχος Εθνική Ελλάς, ή τών Μηδικών, του
Περικλέους καΐ Φειδίου. Ή σφοδρά τί^ς τυραννίας καταιγίς,
ή παγερά τ9]ς λεηλασίας λαΐλαψ συνεκλόνησαν καΐ ανέτρε-
ψαν τό έδαφος, έμάραναν τά κάλλη καΐ έπεσκότισαν τήν
αΤγλην αύτί^ς.
Αί πεδιάδες της ήδη άχλοοι, τά πολυύμνητα δρη της
άδενδρα, οί άγροΙ χέρσοι, καΐ έρημοι κατοίκων αί πολυάριθ-
μοι αυτής πάλεις.
Σιγή πένθους έπι του Όλύμπου καΐ του Ελικώνος, σιγή
έπΙ τής Πνύκας καΐ τής Ακαδημίας, συντρίμματα κιόνων
έπΙ τών Δελφών καΐ τής Όλυμπίας, ϊχνη βάνδαλα έπΙ του
Παρθενώνος.
Μόνον άπδ τών βράχων καΐ τών χαραδρών καΐ άπδ
του βυθοϋ τών θαλασσών της αντηχεί ή κλαγγή τών
δπλων και δ θροϋς τών πυρπολικών άπ6 δε του εδά-
φους αυτής ανέρχεται καπνδς πυρίτιδος καΐ άτμδς αιμά-
των τών έπΙ του βωμρϋ τής Ελευθερίας προσενεχθέντων
ολοκαυτωμάτων.
ΚαΙ έπΙ τών συντριμμάτων τής Τέχνης, καΐ έπΙ τών
οστών τών μαρτύρων τής πίστεως καΐ τής πατρίδος συμπή-
γνυται δ άναβιώσας Ελληνισμός, δπως Εδρύστ;] τδ νέον ελεύ-
θερον Κράτος, ανάπλαση τδν έθνικόν του βίον, σχηματίση
κοινωνίαν καΐ πολιτείαν καΐ υψώση Βασιλείαν.
Αθήναι ! δνομα περικλεές, εστία παντδς καλοϋ, χώρα
έν τ-^ διανοία τών εθνών ως ε?κών μεγαλείου και δόξης ίνδαλ-
ματισθεισα, ί πρώτος παλμός καΐ 6 πρώτος έρως τών Έλ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οόο^Ι^
λήνων, Συ ώρίσθης καΐ πάλιν ως πρωτεύουσα του νέου
Βασιλείου.
Άλλ' έκ των λευκοστύλων Ναών καΐ τών απαράμιλλων
αγαλμάτων, έκ τών καλλιμάρμαρων θεάτρων καΐ Στοών σου,
έκ τών παραδεισίων κήπων καΐ καλλιτεχνικών οϊκων σου,
ποίος σοΙ έναπέμεινε πλέον κόσμος ! *Ως νεκρόπολις του
παρελθόντος σου κεΐσαι ήδη μέγας τάφος εύκλεών λειψάνων
τών μόλις περισωθέντων ήκρωτηριασμένων Μνημείων σου.
Σποραδικοί ξύλινοι οΖκίσκοι υπό τά κράσπεδα τ^ς 'Ακροπό-
λεώς σου παραμένουσι τοΟτ' αυτό μάρτυρες τών δεινών καΐ
συμφορών, &ς υπέστης. ΑύτοΙ μόνοι καΐ πρώτοι θέλουσι
χρησιμεύσει τά σκηνώματα Άρχων καΐ Αύλ^ίς, μεταφερομέ-
νων, τ•5 1ν Δεκεμβρίου 1835, άπ6 του ηρωικού Ναυπλίου,
ένθα είχε στήσει την 2δραν δ πρώτος Κυβερνήτης τ9ις Ελ-
λάδος, δ αείμνηστος Ιωάννης Καποδίστριας.
'Αλλ' δ έν τοις ταπεινοις τούτοις οίκίσκοις στηλωθείς
πρώτος Βασιλικός θρόνος τ^ς Ελλάδος φωτίζεται έκ τών
άκτίνων τ5}ς πάλαι εόκλείας καΐ τΤις αίγλης τί5ς μεγάλης
εποποιίας του Ίερου Αγώνος. Τοί>ς δ' έπ' αύτου καθήμε-
νους νεαροΙ)ς Βασιλείς περιβάλλουσιν αί διάπυροι εύχαΐ καΐ
ή θερμή αγάπη τών Ελλήνων. ΚαΙ πάντες, άγωνισταΐ
καΐ πολιτευόμενοι, άνδρες τών γραμμάτων καΐ του λαοϋ,
πρδς §ν άτενίζουσι κέντρον καΐ προσηλοΟσιν άπασαν την
προσοχήν, προς τόν "Οθωνα καΐ τήν 'Αμαλίαν. Ούτοι
δέ ύπό ενθουσιασμού καΐ έρωτος διά τήν πάλαι Ελλάδα
κατεχόμενοι καΐ μετά θαυμασμού πρδς τά τρόπαια τής
νέας Ελλάδος ατενίζοντες, πλήρεις αγάπης καΐ εύγενοΟς
ύπερηφανείας φέρουσιν έπΙ τής κεφαλής των τό Έλληνικόν
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
το
Διάδημα. Άφοσιωθέντες όλοψύχως πρ6ς τήν θετήν αυτών
πατρίδα ίνα Ιχουσι πόθον διακατ}: «Την ευημερίαν του
λαού των το μεγαλεϊον του έθνους• την έθνικην
άποκατάο'τασιν της πανελληνίου πατρίδος.»
*Η Ελλάς ήν τΐ Ινδαλμα τοϋ "Οθωνος καΐ τ^ς Αμα-
λίας, ώς αποκαλύπτεται ήμϊν εν τ•^^ μελέττβ καΐ ψυχολογικ-ξ
έρεύνη τοΟ δλου βίου αότών. Περιπαθή δντως άγάπην ήσθάν-
θησαν υπέρ αύτ5}ς ! Όμοίαν δύνανται νά αίσθανθώσι μόνον
φιλόστοργοι γονείς πρδς τέκνα, εύσεβί] τέκνα πρδς γονείς.
Άλλα καΐ δ λαδς τ^ς Ελλάδος ήγάπησε καΐ έλάτρευσε τδν
"Οθωνα καΐ τήν 'Αμαλίαν.
Άλλ' ή αγάπη καΐ άφοσιωσις λαοϋ καΐ βασιλέων δεν
διασταυρουνται πάντοτε έπΙ τ^ίς αύτ^ς ευθείας, δπως άποτε-
λέσωσι θερμτ)ν καΐ φωτεινήν έστίαν, έξ ής αϊ άκτϊνες έκπεμ-
πδμεναι νά διασκορπίζωσι τήν άκτινοβολίαν. Αϋτη συμβαίνει
πολλάκις νά διαθλάται πρ6 του μεγάλου κατόπτρου, δπερ
εγείρει καΐ στρέφει εκάστοτε χεΙρ ισχυρά καΐ παντοδύναμος,
ή τΨις Άρχί^ς καΐ τ^ς Πολιτικ^ίς.
"Ω ! έάν ήτο δυνατόν ή μεταξύ τοΟ Ελληνικού λαοϋ
καΐ τθ)ν Βασιλέων του αγάπη νά διήρχετο άνεπισκιάστως,
τοιοϋτοι Βασιλείς -^^θελον υπάρξει ευτυχείς καΐ ένδοξοι
έπΙ τοϋ θρόνου τ^ς Ελλάδος. Έάν ?ίτο δυνατδν ή αγάπη
α5τη νά διέλυε τά ζοφερά νέφη, (Χτινα άείποτε συνεσκότιζον
τον πολιτικδν ορίζοντα τοϋ έθνους, καΐ νά κατέπνιγε πάν
σπέρμα έριδος καΐ εγωισμού! Έάν ήτο δυνατόν ή αγάπη
των Βασιλέων νά μετέβαλλεν αύθωρεί την Ελλάδα, ώς
δια μαγικ5}ς τίνος δυνάμεως, εις χώραν εόδαίμονα καΐ πλου-
σίαν, καΐ νά ίκανοποιώνται παρ' αυτών πασαι αϊ φιλόδοξοι
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι Ι
βλέψεις καΐ απαιτήσεις, - δπως μή είσεχώρει και ή έξωθεν
έπίδρασις - βεβαίως δέν θά έπλέκετο τ6 θλιβερδν δράμα τ^^ς
10^€ 'Οκτωβρίου, εΙς δ δ Έλληνικδς λα6ς παρέστη αίφνης
θεατής, καΐ δ νεώτερος Κόδρος τ^^ς Ελλάδος δέν θα
άντήλλασσε τδ Βασιλικδν στέμμα πρδς τδ άκάνθινον τ^ις
εξορίας, δπερ έφερε μετά του σταυρού του Γολγοθά έν
Βαμβέργη πρχως καΐ καρτερικώς, ^ιαντιζόμενον άπδ τάς
άτμίδας των δακρύων τΤ^ς πιστ>5ς καΐ άφωσιωμένης αύτω
βασιλίσσης Αμαλίας.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Τύποις 'ΕοτΙας
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
Τνηοΐζ 'ί",'
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
\ =
ί
^
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
ι
'^^^^^^^^^^'-Ί^^^Β
Έ
Ι
^^^^^^^^^^^^^^^ΗΒβΙ^ίΐν^^
ι
^^^^^^^^^^^^^^^^β^^^' ^
^^1
^^ΜΙΨ
■
^^^^^^^^^Κ /
■
Ι
1^
ι
^^^^^κ'
Ι
ηΜ^^Ι
ι
Τμποΐί 'Εαΐ(α£
4
ι
οφζθάϊ,νΟοΟξΙ^ . Η
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι
ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΑΜΑΛΙΑΣ^ ΧΑΡΑΚΤΗΡ - ΓΑΜΟΣ
ΚΑΙ ΕΛΕΥΣΙΣ ΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ
»^^.^
ιτγάτηρ πρωτότοκος του μεγά-
λου δουκός του Όλδεμβουργου
Φρειδερίκου Αύγουστου κα\ της
πριγκιπίσσης Άδελαΐδος η ^ασί-
λχοοα Αμαλία έγενντίθη έν Όλδεμ-
βουργω τη 27ό Δεκεμβρίου 1818.
Ή μητηρ αύτης κατηγετο έκ του
^αοιλεύσαντος έν Σουηδία Οίκου
Βάζα, του έκθρονισ'θέντος υπό του Με-
γάλου Ναπολέοντος. Ό αδελφός αύτης
μέγας δοΐ/ξ Πέτρος, ό νυν ηγεμονεύων έν Όλ-
δεμβουργω, έγένετο σ'υζυγος της μεγάλης δουκίσ•-
σης του Σάξ - "Αλτεμβουργ Ελισάβετ, εξαδέλφης
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
14
εκ μητρός του βασιλέως Όθωνος κα\ αδελφής
της |ΐητ^;>ός της ηιιετέρας άνάοτσης Όλγας. Άλλα
καχ προς τον αύτοκρατοοικόν Οίκον των 'Ρω-
μανώ<^ έσι/γγένενεν η ^ασίλισοτα Άιιαλία, καθόσον
ό εξάδελφος αύτης πρχγκιιΐ/ του 'Ολδεμβουργου
Πέτρος ένυμ^ευθη ττιν μεγ<ίλην δουκχσσαν Αχκαιε-
ρχνην, θυγατέρα του Παύλου καχ άδελ^ην του
αχίτοκράτορος Νχκολάου.
Στερηθεχαα έν ^ρε^χκη χχλχκχα την μητέρα αυ-
τής, ανετράπη καχ έξεπαχδεχίΟη υπό την άμεαον έπχ-
6λει1/χν του πατρός αυτής έν πάση λεπτότητχ καχ
έθχμοτυπχα γερμανχδος ηγεαονχδος. Ή έξο^^ος αχάτης
δχάνοχα, προσ^)()ρως κα?\.λχεργηθεϊσα, ανέπτυξε πά-
σας τάς χάρχτας του γυναχκεχου πνεί/ματος. Παχδχ-
σκη έτχ είχεν άνωτέραν άνάπτυξχν δχανοχας καχ θέ-
λησχν χσχυράν. Ή καλλχτεχνος αυτής ιΐ'υ^ζλ τίν λά-
τρχς του καλοϋ καχ αγαθού. Ά^οσχωθεχσα παχδχόθεν
εχς τάς καλλονάς της ^χ/σεως δχήγεν έπχ ώρας έν
ύπαχθρω, ποτέ μεν καλλχεργοϋσα έν τω δουκχκω
κηπω ^υτά προσφχλη αύτη, ποτέ δέ δχατρέχουσα
έ^χππος τα απέραντα δάση των πατρχκών της κτη-
μάτων. Έτέρπετο ρεμβάζουσα ύπό τόν ποχητχκόν ι(;χ-
θυρον των ^ρχσσόντων ^\;λλων καχ τό μχνυρχσμα
των πτηνών. Άλλα καχ κατά τάς ΐ/υχράς του χεχ-
μώνος ώρας, δτε έμυκάτο ή ^οή των ανέμων καχ
σεχόμενα έτρχζον τά δένδρα, δχέσχχζεν χχ δεξχά άμα-
ζών τάς όδοί/ς της πόλεως, μεταβαίνουσα εχς έκ-
δρομάς καχ άώη^οϋσα την χεχμάζουσαν ^χ;σιν. "^Ητο
αληθής Δρυάς, αληθής Άρτεμχς Τευτονίς. Καχ της
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
15
ωραίας ταύτης κόρης των δασών ή ανρα του έαρος
καχ η ^υχρά του χει^ώνος πνοή, ένααίλλως θωπεύ-
ουσαι την ζωηράν μορ^ήν, άπετυπουν έπ' αύτης την
άνθηρότητα καχ την χροιάν της υγείας και της
κα?\.λονης.
Καχ έ^ημίζετο εν ταχς Αυλαχς της Γερμανίας έπί
τε τη καλλονή καχ ταχς ύπερόχοχς του πνεύματος καχ
της καρδίας άρεταϊς, καχ πολλών μνηστήρων έ^είλκυσε
την προοΌχήν χόχαίτατα δ' έξετχμήθη υπό Λουδο-
βίκου του Α', ^αο'χλέως της Βαυαρίας καχ πατρός
του ^ασχλέως Όθωνος, δστχς, άποβλέιίτας κα\ είς το
θρήσκευμα, έξελέξατο αυτήν συζυγον τοχ;του, δχότχ
^οβοχ;μενος τόν φανατχσμόν της δυτχκής εκκλησίας,
δεν ήθελεν, ό υχός αύτου, ^ασχλεύς ων της Ελλά-
δος, να λάβη συζυγον Καθολχκήν. Καχ δντως ό ^α-
θυ^ρων άναξ δεν Λπατήθη κατά την έκλογήν. Ή
^ασίλχσσα Αμαλία άνταπεκρίθη πληρέστατα είς τάς
προσδοκίας αυτοϋ.
Δεκαοκταέτχς γενομένη σύζυγος του Όθωνος καχ
κατελθοϋσα εχς Ελλάδα, έξήγεχρε τόν θαυμασαόν
τών Ελλήνων δχά το έξοχον κάλλος καχ την άγχί-
νοχαν, ίίτχς χακτχνοβ()λεχ έπχ του εστεμμένου αυ-
τής μετίοπου. Ό αείμνηστος Αλέξανδρος 'Ραγκα-
βής, παραστάς κατά την άπόβασχν αυτής έν Πεχ-
ραχεχ, τη 2? Φεβρουαρίου 1837, γρά^εχ έν τοις
Άπο|ΐνημονεν|ΐα<ίιν αυτοϋ, δτχ «άποβχβαζομένης
εκ της λέμβου πολλοί εχχον δχά στόματος την Άνα-
δυομένην της άρχαχότητος, καχ τίτο της εορτής
το κόσμημα».
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ι6
Ό 2\,αός της Έλλάηος ένθουοπών καχ θαυμάζων
απέβλεπε προς αύτην ούχι ώς εις γυναίκα η ^ασί-
λισοταν, ούχ\ ώς εις τίιν μνθολογουμένην "Αρτειιχν
η Άθηναν, άλλ' ώς άνώτζρον καχ φανταατικόν δν,
ώς προς ζώααν θεότητα, κατελθοϋο^αν έκ των νε-
φελών καχ προκαλοϋο'αν μετά των άνει/^ημιών καχ
ζητωκραυγών καχ υποκλχσ'εχς σεβασμού καχ λατρείας.
"^Ητο είς άκρον λεπτο^νλς μετά παραστήματος
μεγαλοπρεπούς. Ή. ωραία αύτης κεφαλή ίσταμένη
ί/περη^άνως κατεστέ^ετο ΐ/πό πλαχσίον χρνσχζοΰσης
κόμης, Λ δε μαρμαρυγίι της σπανίας άνθηρότητος
άνεδείκνυεν έτχ μάλλον την χχονώδη καχ ροδίνην
χροχάν της μορφής της. Οί μεγάλοχ καχ ^αθι/κύανοχ
αύτης οφθαλμοί, σκιαζόμενοχ υπό πυκνών ^λε^αρί-
δων καχ έπαλλάσσοντες έν τη ^λέ\|/εχ το γλαυκόν του
έλληνχκου ουρανού, έξηστραπτον ακτίνας ζωής, ευ-
φυίας, καχ σθένος ^^υχίχς. Ή άλαβάστρχνος αύτης
χεχρ θαυαασίας τελεχότητος ηδυνατο νά χρησχμευση
6>ς πρότυπον Φεχδίου• η δε λεπτίι όσ^ί/ς συνεπλήρου
την δλην χάρχν τού άγαλματώδους σώματος της.
Το πάν έν αύτη απέπνεε κάλλος, μεγαλεχον.
Αχ έντυπώσεχς αυταχ, ας έσχον έπχ τη ά^ίξεχ
της ^ασχλίσσης Αμαλίας εις Αθήνας μαθήτρχαχ
λευχείμονες τότε, προσ^έρουσαχ στεφάνους ανθέων
έν τη γενομένη ύποδεξιώσεχ, κα\ σήμερον πρεσβυ-
τχδες σεβασταί, δχατηρούνταχ έτχ έν αύταχς ζωηραί,
ποχητικαί, προσφιλείς κα\ χεραί.
Μετά της έξοχου κα?λονης συνήνου καχ ιΐ/υχι-
κάς άρετάς μεγάλας, δχάνοχαν μεγαλεπηβολον, χα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
17
ρακτηρα ί/περη^ανον κα\ έπχβλητικόν, κα\ έπ\ τοΰ-
τοχς" πνεύμα πολχτικόν, ως πάντες οι οτύγχρονοχ ίστο-
ρχκο\ και χρονογρά^οχ άπο^αχνονταχ. Δχά των πολ-
λών αυτής προτερη{ΐατων επεβλήθη, καχ ή έπχβολη
ητο ίο'χυρά ού μόνον έν τη Αύλη καχ έν τη πρω-
τευοΰοΊχ άλλα κα\ καθ' όλον το Κράτος. Έκέκτητο
προσέτχ πνεϋαα έταατχκώτατον καχ τΛν χάριν τον
λεπτΌϋ παρατηρητχκοϋ, δχ' ων ένεθάθννεν εχς τα
άδυτα των οίκέιίτεων καχ αΐο'θημάτων, σ'πανχως λαν-
θάνονοΓα είς την δχάγνωσχν των χαρακτήρων. Δχη-
γουνταχ, δτχ. άπολέσασά ποτέ έν τω άνακτορχκω
κήπω κόσμημα προοτί^χλές δχέταξε τω κ. Σμχθ, δχεχ/-
θυντη τότε του κήπον, να παρελάσωσχ προ αύτης
οχ έργάταχ. Το βλέμμα της έσταμάτηο'εν έπχ τχνος,
δατχς άπέλαυε ^ήμης ήαύ'χον κα\ ^ραχι/λόγου• δχό
ζξϊΐ^έρ&η η έκπληξχς καχ ο δχσταγμός του Σμχθ. Κα\
δμως απεδείχθη ύστερον, δτχ είς εκείνον ευρίσκετο
το άπολεσθέν. « Προσέχετε, εχπε τότε ή Βασχλχσσα,
τάς ύπουλους ^υσχογνωμχας καχ τοί/ς κάτω νευον-
οντας οφθαλμούς• υποκρχίπτουσχν ουτοχ άβυσσον χα-
μερπών σκέιΙ/εων κα\ ευτελών αίσθημάτων».
Εχχε προσέτχ το όξί; της άντχλή\!;εως, το ταχί/
έν τη κρχσεχ καχ άπο^άσεχ, το ζωηρόν, όρμητχκόν
καχ άνυπόμονον έν τω χαρακτήρχ, άλλα καχ το ευ-
θυμον καχ χαρχτολόγον, σοβαρόν καχ άξχοπρεπές.
Έλάτρευε τίιν άληθεχαν καχ έξετχμα ί/περβαλ-
λόντως τΛν εχλχκρχνειαν καχ ά^οσχωσχν, ^δελυσσο-
μένη τίιν ύποκρχσχαν καχ προσποχησχν. Έχουσα συμ-
φυές το εύθί/ καχ άνεξάρτητον του φρονήματος έξε-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ι8
δήλοι; ανεπιφυλάκτως, κα\ πολν δηλωτικώς μάλιστα,
την ευαρέσκειαν η άηαρέακζχαν αυτής. Διό κατά
πολλών προσέκρουε φιλοτιμιών, και πολλάς επέσυρε
χΙ/ι/χρότητας παρ' εκείνων ακριβώς, οιτινες ήδυναντο
νά δημιουργή,σωσιν έχθροι/ς περί τον θρόνον.
Έν τη μεγάλη αύτης καρδία, έν η ώς έπ\ άδα^
μαντίνου βάθρου Λ άρετίι είχεν ιδρύσει τον §ωμόν
της, δύο ένεκλείοντο είκόνες σεπται κα\ τιμαλφείς,
Λ του συζύγου κα\ ή της Ελλάδος, και ταύτας
έλάτρευεν άμειώτως• Λ δε λατρεία και αγάπη αύτη
διέλαμπε και Ακτινοβολεί το ^ώς ζωηρώς είς τους
περί αυτήν.
Ή προς τον ανακτά σύζυγον στοργή κα\ αγάπη
αυτής ητο υψίστη κα\ ιδανικίι λατρεία. Πάσαν θέ-
λησιν, πάντα πόθον, πάσαν σκέ\|/ιν καθυπέτασσεν
έν τω ύψηλώ συναισθήματι του καθήκοντος κα\ της
συζυγικής ά^οσιώσεως. «Το είπεν ο Βασιλεύς», η «Το
θέλει ό Βασιλεύς», ητο δι'αύτην νόμος απαράβατος
μέχρι κα\ τών ελαχίστων και ασήμαντων πραγμά-
των. Πολλάκις έν τω κύκ?ιω τών νεαρών «Κυριών
τής Τιμής» έγίνετο τούτο ύποκείμενον ομιλίας και
θαυμασμού. Έπεισόδιόν τι καταδεικνύει την άκραν
αύτης λεπτότητα και άμα ίσχυράν θέλησιν. 'Έμελλέ
ποτέ νά δοθή έκτακτος παράστασις έν τω θεάτρω,
ης η επιτυχία έλέγετο βεβαία. Ή Βασίλισσα; ίίτις
ύπερβαλλόντως ηγάπα το θέατρον, ητοιμάζετο νά
παραστή, αλλά την έσπέραν έκείνην ό Βασιλεύς κε-
κμηκώς δεν ηδύνατο νά συνοδεύση αυτήν. Ή Βα-
σίλισσα μετά μειλιχίου ύ^ους είπεν εις τάς περί
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
19
αύτΛν έτοψασθείσ'ας Κυρίας: «Βλέπω δη πολύ επι-
θυμείτε να νπάγητε είς το θέατρον, άλλ' ο ^αοΊ-
λει/ς δεν δύναται», ένω συγχρόνως ελαφρός στόνος
πόθου ανεκπλήρωτου διέφευγε των χειλέων της.
Έπασχε δέ και άνελυετο εις δάκρυα, έάν ποτέ, ενώ-
πιον ξένων εκ. του ανυπόμονου αύτης χαρακτηρος,
προσέκρουεν είς την άγάπην κα\ την υπερη^άνειαν
του λατρευτού συζύγου. Έν συνεδρία τινι μετά των
ΐ/πουργών διέ^υγεν έν τη ρΰμη της ζωηρας αύτης
ομιλίας λόγος πληξας την υπερη^άνειαν και το ^ι-
λοδίκαιον του Βασιλέως. — «Και πώς, άνεμων ησε ν
ο Όθων, έγώ λοιπόν είμαι άδικος;» Ώχριώσα, έν-
δακρυς η Αμαλία, μετά υποτρεμουσης ^ωνής• «Συγ-
γνώμην, άπαντα, δεν ηθελον νά εΐπω τούτο»• και ή
τοσούτον αγέρωχος και έπιβλητικΛ εκείνη Μεγαλει-
ότης έκλινε προ του ηπίου και γλυκέος, αλλά και
επιμόνου χαρακτηρος του Βασιλέως. Έξηνίστατο
δμως, δτε έν περιστάσεσι χαλεπαϊς η άγαθότης και
επιείκεια του Όθωνος έξικνεϊτο μέχρι θυσίας εαυτού.
Την Ελλάδα, την θετήν της πατρίδα, Λγάπα ίσα
αν δχι και πλειότερον των Ελλήνων. Έγένετο έλ-
ληνις το ^όνημα, έλληνικωτάτη την καρδίαν. Σπα-
νίως η ιστορία των ηγεμόνων αναφέρει παράδειγμα
τοιαύτης αγάπης και ά^οσιοοσεως. Ενθουσιώδης διά
τό παρελθόν μεγαλεϊον της Ελλάδος και λάτρις του
καλλιτεχνικού ^ίου των αρχαίων Ελλήνων, ήτο έμ-
πλεως θαυμασμού και συμπαθείας διά τόν Ιερόν
Αγώνα. Τους τίρωας του Είκοσιένα έθεώρει ανώ-
τερα τίνα δντα, και ή ποιητική αυτής φαντασία έπλατ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
20
τεν έποποιίαν δλην έπ\ τη θέα της πολιτπτΰχον
(^ουσ•τανελας κα\ της σπάθης της καμπνλωτίϊς, καχ
πολλάκις η τοοτοϋτον αύοτηρα ηζρ\ την έθιμοτυπίαν
δέν Λδύνατο να κράτηση κραυγην χαράς, ίιν εξέ-
πεμπε βλέπουσα διερχόμενους γηραιούς άγωνιστάς,
απαστράπτοντας έν τη έθνικη στολή.
Έξέμαθε τΛν καθαρευουσαν έλληνικίιν ι/πό διδά-
σκαλον τον άείανηστον Φίλιππον Ίωάννον αλλά
τίιν ζώσαν του λαού έααθεν, άνευ διδασκάλου, να
ομιλία μετά καταπληκτικής ευχέρειας ταχέως. Είχε
γλυκυ^θογγον άπαγγελίαν, και έτέρπετο να μεταχει-
ρίζηται βράσεις και {διωτισμους της δημώδους γλώσ-
σης, γελώσα κα\ χαριτολογούσα δτε ώμίλει ταυτην
συνείΟιζε δε να προτάσση το: «Άλλα». Έγνώρισε
και έμελέτησε τίιν ίστορίαν του έθνους, έ^' οί/ ε-
κλήθη να ^ασιλευση, και έδόξαζεν άδιστάκτως οτι
η θεία Πρόνοια την είχεν ορίσει δια την {;ι|ίηλτιν
ταυτην άποστολήν. Και ητο φαίνεται μοιραϊον να
^ζννηθη Βασίλισσα της Ελλάδος. Διηγούνται δτι
ένω ητο έτι παιδίσκη, παίζουσα μετά των όμηλίκων
πριγκιπισσών το παιγνίδιον των «βασιλισσών», έξέλεγε
πάντοτε το πρόσωπον Βα€ΐτλ{€ΐ<1ης της Ελλάδος.
Περιβεβλημένη λευκά, κατά τον τρόπον της άμ^ιέ-
σεως τών αρχαίων ελληνίδων βασιλισσών, κα\ φέ-
ρουσα έπι κεφαλής πέπλον και διάδημα, καθήμενη
δε έπι θρόνου έδέχετο τάς υποκλίσεις τών άλλων !
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
ΤΑ ΔΥΟ ΑΝΑΚΤΟΡΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΑΚΤΟΡΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ
V τη κατηρεαπω|.ιένη πύλει των
Αθηνών δύο μόνον οικίαι ή,δύ-
ναντο εύπροσώπως να δεχθώοΊ το
νεαρόν ζεύγος, δτε η ^ασ'ίλχο'ο'α
'^^ Άηαλία κατηλθεν εις Έλλαδα, τω
1837, ή του Ά^θονίδον, δπον
νυν η διευθυνοΊς της Άσ'τύνομίας,
καχ η του Βούρου Δεκόζη, κεί-
μεναι παραπλεύρως• αύται έγέ-
νοντο το πρώτον άνάκτορον. Άλλ'
η Βασίλιο'σα, δια της άκρας αυτής
^ιλοκαλίας και της αγάπης προς τα ιερά κειαη-
λια τών προγόνων μας, καυέσ'τησ'εν αυτάς σεπτά
Μέγαρα.
Συντρίμματα κιόνων και αγαλμάτων, προτομαι και
αρχαία αγγεία, ο'υναρμολογηθέντα τεχνηέντως, και
Ι*ζ^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι
ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΑΜΑΛΙΑΣ - ΧΑΡΑΚΤΗΡ - ΓΑΜΟΣ
ΚΑΙ ΕΛΕΥΣΙΣ ΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ
υγάτηρ πρωτότοκος του μεγά-
λου δουκός του 'Ολδεμβουργου
Φρειδερίκου Αύγουο'του κα\ της
πριγκιπίσ'σ'ης Άδελαΐδος Λ βασί-
λισσα Αμαλία έγεννήθη έν Όλδεη-
βουργω τη 27 ϊ Δεκεμβρίου 1818.
Ή μήτηρ αύτης κατηγετο έκ του
^Γίσιλευσαντος έν Σουηδία Οΐκου
Βάζα, του έκθρονισθέντος υπό του Με-
γάλου Ναπολέοντος. Ό αδελφός αύτης
μέγας δουξ Πέτρος, ο νυν ηγεμονεύων έν Όλ-
δεμβουργω, έγένετο σύζυγος της μεγάλης δουκίσ-
σης του Σάξ - "Αλτεμβουργ Ελισάβετ, εξαδέλφης
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
ΙΟ
Διάδημα. Άφοσιωθέντες δλοψύχως πρδς τήν θετήν αυτών
πατρίδα Ινα ξχουσι πόθον διακαί}: «Την ευημερίαν του
λαού των το ^χεγαλεΐον του έθνους• την έθνικην
άποκατάο'τασιν της πανελληνίου πατρίδος.»
Έ Ελλάς ήν τ6 ίνδαλμα του "Οθωνος καΐ τί^ς Αμα-
λίας, ώς αποκαλύπτεται ήμΤν έν τγ) μελέττ[] καΐ ψυχολογικ•^
έρεύνη του δλου βίου αυτών. Περιπαθή δντως άγάπην ήσθάν-
θησαν ύπέραύτ^ς! Όμοίαν δύνανται νά αίσθανθώσι μόνον
φιλόστοργοι γονείς πρδς τέκνα, εύσεβί} τέκνα πρδς γονεΤς.
'Αλλά καΐ δ λαδς τ^^ς Ελλάδος ήγάπησε και έλάτρευσε τδν
"Οθωνα καΐ τήν Άμαλίαν.
Άλλ' ή αγάπη καΐ άφοσίωσις λαοΟ και βασιλέων δεν
διασταυροϋνται πάντοτε έπΙ τ^ς αύτί5ς ευθείας, δπως άποτε-
λέσωσι θερμί)ν καΐ φωτεινήν έστίαν, έξ ής αΐ ακτίνες έκπεμ-
πόμεναι να διασκορπίζωσι την άκτινοβολίαν. Αϋτη συμβαίνει
πολλάκις να διαθλάται πρ6 τοϋ μεγάλου κατόπτρου, δπερ
εγείρει καΐ στρέφει εκάστοτε χειρ ισχυρά και' παντοδύναμος,
ή τ^ς Άρχεις καΐ τ^Ις Πολιτικ^ίς.
"Ω ! έάν ήτο δυνατδν ή μεταξΙ) τοΟ Ελληνικού λαοΟ
καΐ των Βασιλέων του αγάπη νά διήρχετο άνεπισκιάστως,
τοιούτοι Βασιλείς ήθελον υπάρξει ευτυχείς καΐ ένδοξοι
έπΙ τοϋ θρόνου τΨις Ελλάδος. Έάν ^το δυνατδν ή αγάπη
αϋτη νά διέλυε τά ζοφερά νέφη, άτινα άείποτε συνεσκότιζον
τον πολιτικδν ορίζοντα του έθνους, καΐ νά κατέπνιγε πάν
σπέρμα Ιριδος καΐ έγωισμοϋ! Έάν ήτο δυνατδν ή αγάπη
των Βασιλέων νά μετέβαλλεν αύθωρει την Ελλάδα, ώς
διά μαγικ5}ς τίνος δυνάμεως, εις χώραν εύδαίμονα καΐ πλου-
σίαν, καΐ νά ίκανοποιώνται παρ* αυτών πασαι αΕ φιλόδοξοι
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι Ι
βλέψεις καΐ απαιτήσεις, - δπως μή εισεχώρει καΐ ή έξωθεν
έπίδρασις - βεβαίο)ς δέν θα έπλέκετο τΐ θλιβερών δράμα τ^^ς
10^€ Όκτωβρίου, ε?ς δ δ Έλληνικδς λα6ς παρέστη αίφνης
θεατής, καΐ 6 νεώτερος Κόδρος τί;ς Ελλάδος δέν θα
άντήλλασσε τδ Βασιλικδν στέμμα πρδς τδ άκάνθινον τ^ς
εξορίας, δπερ έφερε μετά του σταυρού του Γολγοθά έν
Βαμβέργίβ πράως καΐ καρτερικώς, ^ίαντιζόμενον άπδ τάς
άτμβας των δακρύων τ?)ς πιστί}ς καΐ άφωσιωμένης αδτψ
βασιλίσσης Αμαλίας.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Μή ^^0.12 (ι)
|υΝΐνΕβ5ΐΤΥΐ
ίΐροΑβΥ
ΜΑΗ 30 1966
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
1 Τ&Ι 1.
Ι
ρός ί/μας, αϊτινες την {δέαν της
θρηο'κείας, της πατρίδος, της αρε-
τής κα\ τον καθήκοντος εμπνέετε
εις την διάνοιαν κα\ την καρδίαν
των τέκνων σ'ας• προς ύαας, αϊ-
τινες δια της ιο'τορίας του Έθνους
ημών, ως δι' ίερου Ευαγγελίου,
μορ^οϋτε τους έλληνικοΐ/ς οίκους
ο'ας• προς Όμάς ά^ιερώ την ^ρα-
χεϊαν ταύτην Διατριβίιν περί του
^ίου της Βα€ΐτλ{€ΐ<1ης Αμαλίας
και της ΑνλΛς αντΛς, ευελπιστούσα δτι θέλετε
αποδεχθη ευμενώς και καταστήσει αυτήν προσφιλές
ανάγνωσμα τη οικογένεια υμών.
Δέν ζωγρα^εΐται έν αύτη ^ίος κα\ δρασις εικο-
νική, άλλα πιστώς και ακριβώς αναγράφονται πλη-
ρο^ορίαι τέως άγνωστοι ήμϊν, περισυλλεχθεϊσαι εξ
αυθεντικών πηγών, έκ προσώπων διακεκριμένων κα\
αγαπητών τη ελληνική κοινωνία, άτινα έζησαν,
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
έδρασαν εν τη Ανλη και παρηκαλουθΑααν ηάααν
άνέλχξιν του τε ίδιωτχκοϋ κα\ ενεργού ^ίον της πρώ-
της Βασιλίσσης της Ελλάδος καχ των παρ' Αύτη
Έπχτίμων Κχ/ριών.
Άνα^υλλίζοχ/σα δε προς ύμας σελίδος^ του λυ-
καυγούς της αναγεννήσεως του έθνχκοϋ ηχιών ^χου,
ευτυχής έσοχιαχ αν δίΓνηθώ να έπχσπάσω εν ^2\.έιιχια
στοργής, ϊνα παλμόν αγάπης ί/πέρ αχατών.
Έν Άθήν^Ες, τγ) 17ϊ Ιανουαρίου 1896.
ΣΩΤΗΡΙΑ ΑΛΙΜΠΕΡΤΗ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΔϋΙΗίΓ ΧΙ^ΟΛΟΓΟΤ
Ελλάς, %^ατΰίί% άνοί^αοί τοΟ '^νεύ-
ματος, ή διαφωτίσασα τά; συν-
ειδήσεις τ?ις άνθρωπότητος, ώς δ
λαμπρές αστήρ τ^ς ημέρας φω-
τίζει τ6 σύμπαν ή Ελλάς, . ή
δύσασα μοιραίως ύπ6 τ6ν ορίζοντα
σκότους ^ βαρβαρικές κατακτήσεως,
ανέτειλε καΐ πάλιν έπΙ του στε-
ρεώματος τών εθνών, έξελθουσα έκ
της αβύσσου φλογών καΐ αίματος, νικήτρια τ^^ς δλης, πάλ-
λουσα τ6 δόρυ τ7)ς Παλλάδος της καΐ περιβεβλημένη τ6ν
στέφανον τΨ^ς Δόξης καΐ ττ^ς Ελευθερίας.
Έπεσε περικαλλής καΐ σκηπτοΟχος βασίλισσα μέ τά
ποιητικότατα σύμβολα τοΟ Δωδεκαθέου της, καΐ άνηγέρθη
Ι^^οξος ήρωίς και αγνή μάρτυς του Χριστιανισμού.
Άλλ' ή άναγεννηθείσα Χριστιανική Ελλάς δέν ήτο
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
δ
πλέον ή ί^ρονομ^οϋχος Εθνική Ελλάς, ή τών Μηδικών, του
Περικλέους και Φειδίου. Ή σφοδρά τί}ς τυραννίας καταιγίς,
ή παγερά τ^ς λεηλασίας λαΤλαψ συνεκλόνησαν καΐ ανέτρε-
ψαν τ6 έδαφος, έμάραναν τά κάλλη καΐ έπεσκότισαν τήν
αΤγλην αύτί^ς.
Αί πεδιάδες της ήδη άχλοοι, τά πολυυμνητα δρη της
άδενδρα, οί άγροΙ χέρσοι, καΐ έρημοι κατοίκων αί πολυάριθ-
μοι αυτής πάλεις.
Σιγή πένθους έπι του Όλύμπου καΐ του Ελικώνος, σιγή
έπΙ τής Πνυκ6ς και τής Ακαδημίας, συντρίμματα κιόνων
έπΙ των Δελφών καΐ τής 'Ολυμπίας, ?χνη βάνδαλα έπΙ του
Παρθενώνος.
Μόνον άπ6 τών βράχων και των χαραδρών καΐ άπ6
του βυθοϋ τών θαλασσών της αντηχεί ή κλαγγή τών
δπλων καΐ 6 θροΰς τών πυρπολικών άπό δε του εδά-
φους αυτής ανέρχεται καπνός πυρίτιδος καΐ ατμός αιμά-
των τών έπΙ τοΟ βωμρϋ τής Ελευθερίας προσενεχθέντων
ολοκαυτωμάτων.
ΚαΙ έπΙ τών συντριμμάτων τής Τέχνης, καΐ έπΙ τών
οστών τών μαρτύρων τής πίστεως καΐ τής πατρίδος συμπή-
γνυται δ άναβιώσας Ελληνισμός, δπως ίδρύστο τό νέον ελεύ-
θερον Κράτος, ανάπλαση τόν έθνικόν του βίον, σχηματίση
κοινωνίαν καΐ πολιτείαν καΐ ύψωση Βασιλείαν.
Αθήναι ! όνομα περικλεές, εστία παντός κάλου, χώρα
έν τή διανοία τών εθνών ως ε^κών μεγαλείου και δόξης 2νδαλ-
ματισθεΓσα, ό πρώτος παλμός καΐ 6 πρώτος έρως τών Έλ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οόο^Ι^
λήνων, Συ ώρίσθης καΐ πάλιν ώς πρωτεύουσα του νέου
Βασιλείου.
Άλλ' έκ των λευκοστύλων Ναών καΐ τ(δν απαράμιλλων
αγαλμάτων, έκ τών καλλιμάρμαρων θεάτρων καΐ Στοών σου,
έκ τών παραδεισίων κήπων καΐ καλλιτεχνικών οϊκων σου,
'ποΧος σοι έναπέμεινε πλέον κόσμος ! Ώς νεκρόπολις του
παρελθόντος σου κεΤσαι ί'^δη μέγας τάφος εύκλεών λειψάνων
τών μόλις περισωθέντων ήκρωτηριασμένων Μνημείων σου.
Σποραδικοί ξύλινοι οικίσκοι ύπ6 τά κράσπεδα τί)ς Ακροπό-
λεως σου παραμένουσι τουτ' αύτ6 μάρτυρες τών δεινών κα''
συμφορών, δς υπέστης. ΑύτοΙ μόνοι καΐ πρώτοι θέλουσι
χρησιμεύσει τά σκηνώματα Άρχων καΐ Αόλ5|)ς, μεταφερομέ-
νων, τ-ζ Ιν Δεκεμβρίου 1835, άπό τοΟ ήρωικοϋ Ναυπλίου,
ένθα είχε στήσει τήν έδραν δ πρώτος Κυβερνήτης τί)ς Ελ-
λάδος, δ αείμνηστος Ιωάννης Καποδίστριας.
Άλλ' δ έν τοις ταπεινοΤς τούτοις οίκίσκοις στηλωθείς
πρώτος Βασιλικός θρόνος τ^^ς Ελλάδος φωτίζεται έκ τών
άκτίνων τ?ις πάλαι εύκλείας καΐ τί)ς αίγλης τ^^ς μεγάλης
εποποιίας του 'Ιεροϋ Αγώνος. ΤοΙ>ς δ' έπ' αύτοϋ καθήμε-
νους νεαροί)ς ΒασιλεΤς περιβάλλουσιν αί διάπυροι εύχαΐ καΐ
ή θερμή αγάπη τών Ελλήνων. ΚαΙ πάντες, άγωνισταΐ
καΐ πολιτευόμενοι, άνδρες τών γραμμάτων καΐ τοΟ λαοΰ,
προς έν άτενίζουσι κέντρον καΐ προσηλοϋσιν (δπασαν τήν
προσοχήν, προς τ6ν "Οθωνα καΐ τήν Άμαλίαν. Ούτοι
δέ ύπό ένθουσιασμοΟ καΐ έρωτος διά τήν πάλαι Ελλάδα
κατεχόμενοι καΐ μετά θαυμασμού προς τά τρόπαια τής
νέας Ελλάδος ατενίζοντες, πλήρεις αγάπης καΐ ευγενούς
ύπερηφανείας φέρουσιν έπΙ της κεφαλής των τό Έλληνικόν
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΙΟ
Δ^άδημα. Άφοσιωθέντες δλοψύχως πρ^ς τήν θετήν αύτθ)ν
πατρίδα Ινα έχουσί πόθον δ^ακαί}: «Την ευημερίαν του
λαοΰ των το μεγαλεϊον του έθνους• την έθνικην
άποκατάο'τασιν της πανελληνίου πατρίδος.»
Ή Ελλάς ήν τ6 ίνδαλμα τοΟ "Οθωνος καΐ τί)ς Αμα-
λίας, ώς άποκαλύπτεταί'ήμΤν έν τ^^ μελέτη καΐ ψυχολογικ-ξ
έρεύνη τοΟ δλου βίου αυτών. Περιπαθή} δντως άγάπην ήσθάν-
θησαν ύπέραύτί^ς! Όμοίαν δύνανται νά αίσθανθώσί μόνον
φιλόστοργοι -γο^/έΐς πρδς τέκνα, ευσεβή τέχνα πρδς γονείς.
Άλλα καΐ 6 λα6ς τ?ις Ελλάδος ήγάπησε καΐ έλάτρευσε τ^ν
"Οθωνα καΐ τήν Άμαλίαν.
Άλλ' ή αγάπη καΐ άφοσίωσις λάου καΐ βασιλέων δεν
διασταυροϋνται πάντοτε έπΙ της αύτί^ς ευθείας, δπως άποτε-
λέσωσι θερμί)ν καΐ φωτεινήν έστίαν, έξ ής αΐ ακτίνες έκπεμ-
πόμεναι να διασκορπίζωσι τήν άκτινοβολίαν. Α&τη συμβαίνει
πολλάκις να διαθλάται πρδ του μεγάλου κατόπτρου, δπερ
εγείρει καΐ στρέφει εκάστοτε χεΙρ ισχυρά και" παντοδύναμος,
ή τ?ις Άρχί^ς καΐ ττ^ς Πολιτικί3ς.
"Ω ! έάν ήτο δυνατδν ή μεταξύ του Έλληνικοϋ λαοϋ
καΐ τών Βασιλέων του αγάπη νά διήρχετο άνεπισκιάστως,
τοιούτοι Βασιλείς ήθελον υπάρξει ευτυχείς καΐ ένδοξοι
έπΙ του θρόνου τί^ς Ελλάδος. Έάν ^το δυνατόν ή αγάπη
α&τη νά διέλυε τά ζοφερά νέφη, ίΧτινα άείποτε συνεσκότιζον
τον πολιτικόν ορίζοντα του έθνους, καΐ νά . κατέπνιγε παν
σπέρμα έριδος καΐ εγωισμού! Έάν ήτο δυνατόν ή αγάπη
τών Βασιλέων νά μετέβαλλεν αύθωρεί τήν Ελλάδα, ώς
διά μαγικί^ς τίνος δυνάμεως, εις χώραν εόδαίμονα καΐ πλου-
σίαν, καΐ νά ίκανοποιώνται παρ' αυτών πδσαι αί φιλόδοξοι
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι Ι
βλέψεις καΐ απαιτήσεις, - δπως μή είσεχώρει και ή έξωθεν
έπίδρασις - βεβαίως δέν θα έπλέκετο τ6 θλιβερδν δράμα τί^ς
ΙΟ^δ 'Οκτωβρίου, εις δ ό Ελληνικός λα6ς παρέστη αίφνης
θεατής, καΐ δ νεώτερος Κόδρος τ^^ς Ελλάδος δέν θα
άντήλλασσε τδ Βασιλικδν στέμμα πρδς τδ άκάνθινον τ^ς
εξορίας, δπερ έφερε μετά του σταυροΟ του Γολγοθδ έν
Βαμβέργη πράως καΐ καρτερικώς, ^^αντιζόμενον άπδ τάς
άτμίδας των δακρύων τΨ^ς πιστί^ς καΐ άφωσιωμένης αυτω
βασιλίσσης Αμαλίας.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
ΟοοξΙ^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Τύηοις 'Εϋτίας
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
4 .
Τιηοις ι• .
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
^
Οοο^Ι^
^ρ^
ΙΡ^Ι
ι
ι
^^' '^^^^^Ι
ι
λ ^^^^^^^^^^^^^^^^^^^^^^^^Η
ι
^ν'7
^^^^^^^^^^Β Γ
^^^^^^Ε^-2^-^1^— ^^^^^^1
Γύποΐί ■£'σΓΪαί
Λ
.
Ώ'Φζθά ϋν ΟθΟ§ΐ€ ^^Η
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
^ϋ'
Ι
ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΑΜΑΛΙΑΣ^ ΧΑΡΑΚΤΗΡ - ΓΑΜΟΣ
ΚΑΙ ΕΛΕΥΣΙΣ ΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ
υγάτηρ πρωτότοκος του μεγά-
λου δουκός του Όλδεμβουργου
Φρειδερίκου Αυγουο'του κα\ της
πριγκιπίσοΊας Άδελαΐδος η ^ααί-
λιο^σ'α Αμαλία έγεννήθη έν 'Ολδεμ-
βουργω τη 21 V Δεκεμβρίου 1818.
Ή μήτηρ αύτης κατήγετο έκ του
^ααχλευο'αντος έν Σουηδία Οΐκου
Βάζα, του έκθρονιοθέντος ΐ/πό του Με-
γάλου Ναπολέοντος. Ό αδελφός αύτης
μέγας δοί/ξ Πέτρος, ό νυν ηγεμονεύων έν Όλ-
δεμβουργω, έγένετο σύζυγος της μεγάλης δουκίσ-
αης του Σάξ - "Αλτεμβουργ Ελισάβετ, εξαδέλφης
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^Ι^
Η
εκ μητρός του ^αοπλέως Όθωνος κα\ αδελφής
της μητρός της ηαετέρας άνάσσης Όλγας. Άλλα
καχ προς τόν αυτοκρατοΓηκόν Οίκον των 'Ρω-
μανώ^ έο'νγγένενεν ή ^ααίλχααα Αμαλία, καθόσΌν
ο εξάδελφος αύτης πρίγκιι!; του 'Ολδέμβουργου
Πέτρος ένυμ^ευθη ττιν μεγαλην δουκχοΌ^αν Αικαχε-
ρίνην, θυγατέρα του Παύλου κα\ άοελ^ην του
αύτοκράτορος Νικολάου.
Στερηθεϊσ'α εν ^ρε^χκία ηλικία την μητέρα αυ-
τϊΐς, ανετράπη και έξεπαιδευθη ί/πό την άμεσον έτιί-
βλειί/ιν του πατρός αί/της εν πάση λεπτότητι και
εθιμοτυπία γερμανίδος ηγεμονίδος. Ή έξοχος αυτής
διάνοια, προσ^ορως καλλιεργηθεϊσα, ανέπτυξε πά-
σας τάς χάριτας του γυναικείου πνεύματος. Παιδί-
σκη έτι εϊχεν άνωτέραν άνάπτυξιν διανοίας και θέ-
λησιν {σ^υράν. Ή καλλίτεχνος αύτης ι1;υ^ζη ην λά-
τρις του καλού και αγαθού. Ά^οσιωθεϊσα παιδιόθεν
εις τάς καλλονάς της φύσεως διήγεν έπι ώρας εν
ΐ/παίθρω, ποτέ μεν καλλιεργούσα έν τω δουκικφ
κήπω ^υτά προσφιλή αύτη, ποτέ δέ διατρέχοΰσα
έφιππος τα απέραντα δάση των πατρικών της κτη-
μάτων. Έτέρπετο ρεμβάζουσα ί/πό τόν ποιητικόν ^α-
θυρον των ^ρισσόντων φύλλων και τό μινυρισμα
των πτηνών. Άλλα και κατά τάς ιίτυχράς τού χει-
μώνας ώρας, δτε έμυκατο η ^οη τών ανέμων και
σειόμενα έτριζαν τά δένδρα, διέσχιζεν η δεξιά άμα-
ζών τάς όδους της πόλεως, μεταβαίνουσα εις έκ-
δρομάς και ά\1;η^ούσα την χειμάζουσαν ^υσιν. "^Ητο
αληθής Δρυάς, αληθής Άρτεμις Τευτονίς. Και της
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
15
ώοαίας ταΰτης κόρης των δασών η ανρα του έαρος
κα\ η ν1;υχρά του χειιιώνος πνοή, ένααίλλως θωπεύ-
ονο'αι την ζωηράν μορ^ήν, άπετυπουν έπ' αύτνχς την
άνθηρότητα καχ την χροιάν της ί/γιίας κα\ της
καλλονής.
Καχ έ^ημχζετο εν ταχς Αύλαχς της Γερυ,ανχας έηί
τε τη καλλονή καχ ταχς ύπερόχοχς του πνεχίματος καχ
της καρδίας αρεταχς, καχ πολλών μνηο'τηρων έ^εχλκυαε
την προσΌχήν χόχαχτατα δ' έξετχμηθη ΐ/πό Λουδο-
βίκου του Α', ^αο'χλέως της Βαυαρίας καχ πατρός
του ^ασ'χλέως Όθωνος, δστχς, άποβλέιίτας κα\ είς το
θρήσ'κευμα, έξελέξατο αυτήν συζυγον τοχίτου, δχότχ
^οβοχ;ιιενος τον φανατχσμόν της δυτχκίΐς έκκλησ'ίας,
δεν ηθελεν, ο υχός αύτου, ^ασχλευς ών της Ελλά-
δος, να λάβη σχ;ζυγον Καθολχκήν. Κα\ δντως ό ^α-
θύ^ρων άναξ δεν ηπατήθη κατά την έκλογήν. Ή
^ασίλχασα Άμ,αλία άνταπεκρχθη πληρέστατα είς τάς
προσδοκίας αχ;τοϋ.
Δεκαοκταέτχς γενομένη σχίζυγος του Όθωνος καχ
κατελθοΰσα εχς Ελλάδα, έξχχγεχρε τον θαυμασαόν
των Ελλήνων δχά το έξοχον κάλλος καχ την άγχί-
νοχαν, ίίτχς χχκτχνοβόλεχ έπχ του εστεμμένου αυ-
τής μετο5που. Ό αείμνηστος Αλέξανδρος 'Ραγκα-
βης, παραστάς κατά την άπόβασχν αυτής εν ΙΙεχ-
ραχεχ, τη 2^ Φεβρουαρίου 1837, γρά^εχ εν τοις
Άποιχνημονεν|ΐα€ίιν αύτοϋ, δτχ «άποβχβαζομένης
έκ της λέμβου πολλοχ εχχον δχά στόματος την Άνα-
δυομένην τνχς άρχαχότητος, καχ τίτο της εορτής
το κόσμημα».
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ι6
Ό 2\,αός της Έλλαοος ένθουσιών κα\ θαυμάζων
απέβλεπε προς αύτην ούχχ ώς εις γι/ναϊκα η ^ασί-
λισσαν, ούχ\ ώς εις την μυθολογονμένην "Αρτεηχν
η Άθαναν, άλλ' ώς άνώτερον καχ ^ανταστχκόν δ ν,
ώς προς ζώσ'αν θεότητα, χατελθοϋσαν εκ των νε-
φελών καχ προκαλούσαν μετά των ανει/^ημχών καχ
ζητωκραχ/γών καχ ΐ/ποκλχσ'εχς σεβασ'μοϋ καχ λατρείας.
"^Ητο είς άκρον λεπτο^χ/ης μετά παραστήματος
μεγαλοπρεπούς. Ή ωραία αυτής κεφαλή χσταμένη
υπερηφάνως κατεστέ^ετο υπό πλαχσίου χρυσχζουσης
κόμης, η δε μαρμαρχτ^Λ της σπανίας άνθηρότητος
άνεδείκνυεν έτχ μάλλον την χιονώδη καχ ροδίνην
χροχάν της μορφής της. Οι μεγάλοχ καχ ^αθυκύανοι
αύτης οφθαλμοί, σκχαζόμενοχ ί/πό πυκνών βλεφαρί-
δων καχ έπαλλάσσοντες έν τη ^λέ\[;εχ το γλαυκόν του
έλληνχκοϋ ουρανού, έξήστραπτον άκτχνας ζωής, ευ-
φυΐας, καχ σθένος ι|/υχης. Ή άλαβάστρχνος αυτής
χεχρ θαυαασίας τελεχότητος Αδύνατο νά χρησιμευση,
ώς πρότυπον Φειδίου• η δε λεπτή όσφί/ς συνεπλήρου
την δλην χάριν τού άγαλματώδους σώματος της.
Το πάν έν αύτη απέπνεε κάλλος, μεγαλεϊον.
Αι εντυπώσεις αύται, ας έσχον έπχ τη άφίξεχ
της ^ασχλίσσης Αμαλίας εις Άθηνας μαθητρχαχ
λευχείμονες τότε, προσφέρουσαχ στεφάνους ανθέων
έν τία γενομένη ύποδεξιώσεχ, καχ σήμερον πρεσβχ;-
τχδες σεβασταί, δχατηρούνταχ έτχ έν αύταχς ζωηραί,
ποχητικαί, προσφιλείς κα\ ιεραί.
Μετά της έξοχου κα?λονης συνηνου καχ \|/υχι-
κάς άρετάς μεγάλας, δχάνοχαν μεγαλεπήβολον, χα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
17
ρακτηρα ύπερή^ανον και έπιβλητικόν, κα\ έπ\ του-
τοχς" πνεύμα πολχτικόν, ώς πάντες οί οτύγχρονοι ίστο-
ρικο\ κα\ χρονογράφοι άπο^αχνονταχ. Δχά των πολ-
λών αύτης προτερημάτων επεβλήθη, καχ η έπχβολΛ
ίίτο ίσχυρά ού μόνον έν τη Αύλη καχ έν τη πρω-
τευουσ'η άλλα κα\ καθ' όλον το Κράτος. Έκέκτητο
προσ'έτχ πνεύμα έταοττχκώτατον καχ την χάρχν του
λεπτού παρατηρητχκοϋ, δχ' ων ένεβάθννεν εχς τα
άδντα των σκέιΙ/εων καχ αχσ'θημάτων, σπανίως λαν-
θάνοντα ε{ς την δχάγνωοτχν των χαρακτήρων. Δχη-
γοϋνται, δτχ άπολέσ'ασά ποτέ έν τω άνακτορχκω
κήπω κόοτμημα προσ^χλές δχέταξε τω κ. Σμχθ, δχεν-
θτΑ^τη τότε του κήπου, να παρελάσωο'χ προ αυτής
οί έργάταχ. Το βλέμμα της έο'ταμάτησ'εν έπχ τχνος,
δατχς άπέλαυε ^ήμης ήο'υχου καχ ^ραχυλόγου• δχό
έξη'\(έρβη η έκπληξχς καχ ο δχαταγμός του Σμχθ. Κα\
δμως απεδείχθη ύστερον, δτχ εις έκεχνον ευρίσκετο
το άπολεσθέν. « Προσέχετε, εχπε τότε ή Βασίλχσσα,
τάς υποχ;λους ^υσχογνωμχας καχ τους κάτω νευον-
οντας οφθαλμούς• ύποκρχ/πτουσχν ουτοχ άβυσσον χα-
μερπών σκέιίτεων καχ ευτελών αισθημάτων».
Είχε προσέτχ το όξί/ της άντχλή\1/εως, το ταχύ
έν τη κρίσεχ καχ άπο^άσεχ, το ζωηρόν, όρμητχκόν
καχ άνυπόμονον έν τω χαρακτήρχ, άλλα και το εϋ-
θυμον καχ χαριτολόγον, σοβαρόν καχ άξχοπρεπές.
Έλάτρευε τήν άλήθεχαν καχ έξετχμα ί/περβαλ-
λόντως την εχλχκρίνειαν καχ ά^οσίωσχν, ^δελυσσο-
μένη τήν ύποκρχσίαν κα\ προσποχησχν. Έχουσα σ\;μ-
^υές το εύθί/ καχ άνεξάρτητον του φρονήματος έξε-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ι8
δήλου ανεπιφυλάκτως, κα\ ηολν δηλωτικώς μάλιστα,
την ευαρέσκεχαν η άπαρέσκειαν αυτής. Διό κατά
πολλών προσέκρουε φιλοτιμιών, κα\ πολλάς επέσυρε
ιΐ/υχρότητας παρ' εκείνων ακριβώς, οηινες Λδύναντο
να δημιουργήσωσιν εχθρούς περί τον θρόνον.
Έν τη μεγάλη αυτής καρδία, έν η ώς έπι αδα-
μάντινου βάθρου Λ άρετΛ είχεν ιδρύσει τον §ωμόν
της, δύο ένεκλείοντο είκόνες σεπται κα\ τιμαλφείς,
η του συζύγου κα\ η τής Ελλάδος, και ταύτας
έλάτρευεν άμειώτως• η δε λατρεία και αγάπη αύτη
διέλαμπε και Λκτινοβόλει το ^ώς ζωηρώς εις τους
περί αυτήν.
Ή προς τον ανακτά σύζυγον στοργή και αγάπη
αυτής ητο υψίστη κα\ ιδανική λατρεία. Πασαν θέ-
λησιν, πάντα πόθον, πάσαν σκέι|/ιν καθυπέτασσεν
έν τω ΐ/\|;ηλώ συναισθήματι του καθήκοντος και τής
συζυγικής ά^οσιώσεως. «Το είπεν ό Βασιλεύς», η «Το
θέλει ό Βασιλεύς», ητο οι'αύτην νόμος απαράβατος
μέχρι και τών ελαχίστων και ασήμαντων πραγμά-
των. Πολλάκις έν τω κύκλω τών νεαρών «Κυριών
τής Τιμής» έγίνετο τούτο ύποκείμενον ομιλίας και
θαυμασμού. Έπεισόδιόν τι καταδεικνύει τλν άκραν
αυτής λεπτότητα και άμα ίσχυράν θέλησιν. Έμελλε
ποτέ να δοθή έκτακτος παράστασις έν τω θεάτρω,
ης η επιτυχία έλέγετο βεβαία. Ή Βασίλισσα; ήτις
ύπερβαλλόντως ηγάπα το θέατρον, ητοιμάζετο να
παραστή, αλλά την έσπέραν έκείνην ό Βασιλεύς κε-
κμηκώς δεν ηδύνατο να συνόδευσα αύτην. Ή Βα-
σίλισσα μετά μειλιχίου ύ^ους είπεν είς τάς περί
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
^οο§ι^
19
αύτην έτοιμαο'θείσ'ας Κιτρίας: «Βλέπω δτχ πολύ επι-
θυμείτε να ύπάγητε εις το θέατρον, άλλ' ό ^αοΊ-
λει/ς δεν δνναται», ένω ο'νγχρόνως ελαφρός άτονος
πόθου ανεκπλήρωτου διέφευγε των χειλέων της.
Έπαοτχε δί: και άνελυετο εις δάκρυα, έάν ποτέ, ενώ-
πιον ξένων εκ του ανυπόμονου αύτης χαρακτηρος,
προσέκρουεν εις την άγάπην κα\ την ύπερη<|άνειαν
του λατρευτού ο'υζυγου. Έν συνεδρία τινι μετά των
υπουργών διέ^υγεν έν τη ρύμη της ζωηράς αυτής
ομιλίας λόγος πλήξας την υπερήφανε ιαν και το ^ι-
λοδίκαιον του ΒαοΊλέως. — «Και πώς, άνε^ώνησεν
ό 'Όθων, έγώ λοιπόν είμαι άδικος;» Ώχριώο'α, έν-
δακρυς η Αμαλία, μετά υποτρεμουσ'ης ^ωνής• «Συγ-
γνώμην, άπαντα, δεν ηθελον νά εϊπω τούτο»• και η
τοσούτον αγέρωχος και επιβλητική εκείνη Μεγαλει-
ότης έκλινε προ του ηπίου και γλυκέος, αλλά και
επιμόνου χαρακτηρος του Βασιλέως. Έξηνίστατο
δμως, δτε έν περιστάσεσι χαλεπαΐς η άγαθότης και
επιείκεια του Όθωνος έξικνεϊτο μέχρι θυσίας εαυτού.
Την Ελλάδα, την θετήν της πατρίδα, ηγάπα ίσα
αν δχι και πλειότερον τών Ελλήνων. Έγένετο έλ-
λην\ς το φρόνημα, έλληνικωτάτη την καρδίαν. Σπα-
νίως η ιστορία τών ηγεμόνων αναφέρει παράδειγμα
τοιαύτης αγάπης και ά^οσιώσεως. Ενθουσιώδης διά
το παρελθόν μεγαλεΐον της Ελλάδος και λάτρις του
καλλιτεχνικοί; §ίου τών αρχαίων Ελλήνων, ήτο έμ-
πλεως θαυμασμού και συμπαθείας διά τόν Ιερόν
Αγώνα. Τους τίρωας του Εικοσιένα έθεώρει ανώ-
τερα τίνα δντα, και η ποιητική αυτής φαντασία έπλατ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
20
τεν έποποιίαν δλην έπ\ τ ή θέα της πολνπτΰχου
^ονσ'τανέλας και της σπάθης της καμπυλωτής, και
πολλάκις η τοοτουτον αυστηρά ηερ\ τΛν έθιμοτυπίαν
δεν Αδύνατο να κράτηση κρανγΛν χαράς, Ϋιν εξέ-
πεμπε βλέπουσα διερχόμενους γηραιονς άγωνιστάς,
απαστράπτοντας έν τη έθνικη στολή.
Έξέμαθε τίιν καθαρεύουσαν έλληνικΛν ύπό διδά-
σκαλον τον άείμνηστον Φίλιππον Ιωάννου* άλλα
την ζώσαν του λάου έμαθεν, άνευ διδασκάλου, νιι
όμιλη μετά καταπληκτικής ευχέρειας ταχέως. Είχε
γλυκυ^θογγον άπαγγελίαν, και έτέρπετο νά μεταχει-
ρίζηται βράσεις και ίδιωτισμους της δημώδους γλώσ-
σης, γελώσα και χαριτολογούσα δτε ώμίλει ταυτην
συνείθιζε δε νά προτάσση το: «Άλλα». Έγνώρισε
κα\ έμελέτησε τίιν ίστορίαν του έθνους, έ^' οι; ε-
κλήθη νά ^ασιλευση, κα\ έδόξαζεν άδιστάκτως δτι
η Θεία Πρόνοια την είχεν ορίσει διά την ί/ι|/ηλην
ταυτην άποστολήν. Και ητο φαίνεται μοιραϊον νά
γεννηθη Βασίλισσα της Ελλάδος. Διηγούνται οτι
ενώ ητο έτι παιδίσκη, παίζουσα μετά των όμηλίκων
πριγκιπισσών το παιγνίοιον των «[βασιλισσών», έξέλεγε
πάντοτε το πρόσωπον ΒαόχΧίόόης της Ελλάδος.
Περιβεβλημένη λευκά, κατά τον τρόπον της άμ^ιέ-
σεως τών αρχαίων ελληνίδων βασιλισσών, κα\ φέ-
ρουσα έπι κεφαλής πέπλον και διάδημα, καθήμενη
δε έπι θρόνου έδέχετο τάς υποκλίσεις τών άλλων !
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΤΑ ΔΥΟ ΑΝΑΚΤΟΡΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΑΚΤΟΡΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ
^-^£^(ί^ V τη κατηρεχπωμενη ττοΛει των
Αθηνών δνο μόνον οικίαι ηδΰ-
ναντο εύπροσώπως να δεχθώ οΊ το
νεαρόν ζεύγος, δτε η βασίλισσα
Αμαλία κατηλθεν ε{ς Ελλάδα, τω
1837, η του Ά^θονίδον, δπον
νυν ή δχεύθυνσΊς της Αστυνομίας,
καχ η του Βούρου Δεκόζη, κεί-
μεναι παραπλεύρως• αυταχ έγέ-
νοντο το πρώτον άνάχτορον. Άλλ'
ή Βασίλχσ'σ'α, δχά της άκρας αυτής
^χλοκαλίας και της αγάπης προς τα χερά κεχμή-
λχα τών προγόνων μας, κατέσ'τησεν αύτάς αεπτά
Μέγαρα.
Συντρίμματα κχόνων καχ αγαλμάτων, προτομαχ καχ
άρχαχα άγγεχα, συναρμολογηθέντα τεχνηέντως, καχ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
22
των ρηγμάτων αυτών καλιτ^θέντων δια κληματίτιδος,
εκάλλυναν τάς α^βούύας^ τα γραφεία κα\ τοί/ς διά-
δρομους. Ό δέ απλοϊκός λαός βλέπων ταϋτα έξε-
πλήο'σ'ετο κα\ δχηπόρεχ πώς : « Ή Βασίλισσα του
έμάζωξε αυταΐς της παληόπετραις κα\ έστό-
λισε τό παλάτι».
Ναι! «ταϊς παληοπετραις» συνήθροισεν η Βα-
σίλισσα και έκαλλώπισε τό πρώτον άνάκτορον του
Ελληνικού βασιλείου, θέλουσα οϋτω συγχρόνως νά
έμπνευση την άγάπην και τό σέβας του λαοϋ της
προς τα καλλίτεχνα έργα τών προγόνων του, κα\
διδάξη, δια του ιδίου αυτής παραδείγματος, τάς Ελ-
ληνίδας τό ιερόν καθήκον και τόν έρωτα προς τα
εύγλωττα έκεϊνα μνημεία, άτινα έξήγγελλον αυταϊς
τό Παρελθόν !
"Ότε δ' ένεκαινιάσθη τό νυν άνάκτορον, τω 1838,
ούτινος τόν θεμέλιον λίθον εκ πέτρας του Παρθενώ-
νος έξ ου άποσπάσας είχε ^άλει ιδίαις χερσιν ο ^ι-
λέλλην Λουδοβίκος ο Α', την 25^^ Ιανουαρίου 1836,
έπέτειον της είς Ελλάδα ά^ίξεως του βασιλέως
'Όθωνος, η Βασίλισσα δέν άπέβλει}/εν εις έπίπλωσιν
αύτοϋ πλουσίαν και πολυτελή και εις ρυθμοί/ς έπο--
χών, άλλ'είς τό άπλοϋν και άπέριττον, ^έρον την
σφραγίδα του σοβαρού και ^ιλοκάλου, και τό έπιβαλ-
λόμενον ύπό τών τότε περιστάσεων. Πάσαι αί αϊθου-
σαι, εκτός δυο, έτερον τόν αυτόν τυπικόν ρυθμόν:Δυο
ανάκλιντρα εκατέρωθεν μετά καθισμάτων έξ όλοσηρι-
κού υφάσματος* έν τω διακένω τών θυρίδων η τυ-
πικωτάτη κονσόλα και έπ' αύτης ώρολόγιον μετά
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
23
γλν^ών παραπετάο'ματα καχ μεγαλοπρεπή κάτοπτρα
κοηι|τώς ανηρτημένα. Μόνη προο'θηκη εν τη αχθοΰση
της ΒαοΊλίοσης ητο το κλειδοκύμβαλον και βαρύ-
τιμα καλλιτεχνικά ανθοφόρα δοχεία, δώρα του Βα-
οΊλέως, είς' ά καθ' έκάοτην έτίθεντο τα εκλεκτότερα
άνθη του ανακτορικού κήπου. "ΙΙλλαζεν δψιν και
ρυθμόν το μικρόν σπουδαστήριον αύτης, διεο'κευα-
σμένον έπιχαρίτως κα\ ^ιλοκάλως, με συλλογην
αρχαίων αγγείων της Κορίνθου και ποικίλα κομψο-
τεχνήματα, ενθύμια προσ'^ιλών ο'υγγενών της. Έκ
των δυο αιθουσ'ών ή μία εμπεριείχε σ'υλλογην εικό-
νων άρίσ'της τέχνης και μεγάλης αξίας, έργα διά-
σημων ζωγράφων, α ηγόραζον οι ΒαοΊλεϊς έν δια-
^όροις έκθέσ'εσ'ιν εύρωπαϊκαϊς και ίδια έν Μονάχω.
*Η ετέρα, η πλουσ'ίως κεκαλλωπιο'μένη και επιτυχώς
έζωγρα^ισμένη, ίίτο ή αΐθουο'α του χορού έχουσα
ρυθμόν Πομπηιανόν.
ΤΛν άγάπην και τόν έρωτα, δ ν ησ'θάνετο παι-
διόθεν η ^ασίλισ'σα Αμαλία προς τάς ^υσικάς καλ-
λονάς, τά ^υτά και τά άνθη, κατέδειξεν έν τω σχη-
ματισμώ του ανακτορικού κήπου. Τό σχέδιον αύτοϋ
καταρτίσ'ασ'α μόνη έπέδωκε τω τότε Γάλλω άρχι-
τέκτονι προς έκτέλεοΊν και διά της ακατάβλητου
αύτης μερίμνης και δρασ'τηριότητος τό χέρσον του
κήπου εμβαδόν εις ευθαλες δάοΌς μετεβλήθη, είς
τερπνίιν και γοητευτικήν κοιλάδα του ΊλισοΌϋ, έν η
έμ^ωλεύουοΊν αι ηδύ^θογγοι άηδόνες. Έν αυτώ
συμπλέκουοη τοί/ς κλώνας τά παντοειδή ^υτά, άτινα
έ^υτευθησ'αν τη εκλογή της Βασ'ιλίσ'σ'ης. Ή λε-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
24
μονέα και πάντα τα έσπεροεχδΛ διαο/κορπίζουοΊ το
άρωμα των ή μύρτις κα\ αί ροδοδάφναχ προεκτεί-
νονται ί:πι των οδών• συο'τοιχχαι ροδωνεών θάλλουσι
κα\ τα περιελισ^σάαενα ^ντά πνκνάς άποτελοϋσι
σ'κιάδας• στίλβεχ το ^νλλωμα των ύι^ηκορυ^ων δέν-
δρων, άτινα τοιχώματα άποτελοϋοΊ, κα\ η οτμαράγδι-
νος πόα Λ καλυπτονσα ώς τάπης το έδαφος. ΈχονοΊ
δέ πάντα οντω ταξινομηθη καθ' δλονς τους κανό-
νας της προοπτικής, ώστε δια τών φυλλωμάτων ό
έπχσ'κέπτης διορα τίιν Άκρόπολιν, τους σ'τυλονς
του Όλυμπιον Διός, και βυθίζει το βλέμμα εις την
άντίπεραν κυανοβα^η Φαληρικίιν θάλαοτσαν.
Κατά διαταγών δε της βασιλίσσης Αμαλίας οι
έν τω Κήπω έργάται προσελαμβάνοντο έκ τών υπό-
δουλων μερών: Ήπειρώται, Θεσσαλοί, Μακεδόνες
κα\ έκ τών νήσων της Μικράς Ασίας. Ή μεγα-
λουργός αυτής διάνοια εϊχεν ώρισμένον έθνικόν
σκοπόν νά εξυπηρέτηση διά του μέτρου τούτου.
Τους κάλους τούτους έργάτας μετεχειρίζετο ιεραπο-
στόλους κα\ κήρυκας διαπρυσίους τής εθνικής
Ιδέας. Βλέπουσα αύτους καθ' έκάστην έν τω Κήπω
κα\ συνομιλούσα μετ' αυτών άνερρίπιζε το αίσθημα
τής φιλοπατρίας, έδιδε χρυσάς ελπίδας περ\ τής
ενώσεως τών πατρίδων αυτών μετά τής ελευθέρας
Ελλάδος. Ένετέλλετο δε πάντοτε αύτοϊς, ϊνα επι-
στρέφοντες εις τήν γενέτειρα ν διερμηνευωσι τοις
συμπολίταις των τήν άγάπην του Βασιλέως και τής
Βασιλίσσης, ην έτρε^ον διά τους έξω Έλληνας, και
τον πόθον, δν εΐχον νά ίδωσιν αυτοί/ς απελεύθερους.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
: ^ ■1 — 1^^
25
Πόσ'αι όντως {/ι[;>ιλα\ σκέχίτεχς κα\ γενναϊαι πρά-
ξεις της ^αοχλίούης Αμαλίας δχαμένουοΊν έτι άγνω-
στοι τάνιϊν ί Διό ό^είλομεν να άναδι^ήσ'ωμεν το πα-
ρελθόν, να έκζητήσ'ωμεν και περιοτυλλέξωμεν πάσ'αν
πληρο^ορίαν αύθεντικήν, πάσαν ισ'τορικην παρά-
δοοΊν έκ των έτι επιζώντων, όϊτινες απετέλεσαν την
ο'εβαο'τίιν πλειάδα τών ^ιλοπατρίδων και ά^ωοΊω-
μένων τω έθνει και τη βασιλεία, κα\ δια^ωτιοτθώοΊν
οίττω πολλαι ο'κοτεινα\ σελίδες της τριακονταετούς
βασιλικής δράσεως.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
III
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΙΣ ΕΝ ΤΗι ΑΥΛΗι
ραοχχκότης και ^χλεργία χαρα-
κτηρίζοΊΓΟΊ τον έν τη Αύλη ^ίον
της ^ααχλίαύης Αμαλίας. Φύσις
οναα ζωηρά, εύθυμος, χαρίεο'ο'α,
έσκόρπιζε την χαράν και την εύ-
τυχίαν ττερι αυτήν άλλα και καθή-
κον ένόμιζε να είνε εύθυμος και
φαιδρά την δι[/ιν, ϊνα διαλυη, ώς
έλεγε, τα νέ^η της ο'κυθρωπότητος
και των μερίμνων, άτινα έρρυτί-
δουν το περί^ροντι μέτωπον του
ΒασΊλέως, και ϊνα καθίσταται εύ-
χαρις και ευτυχής ό οίκος αυτών. Είργάζετο πάντοτε
μετ' επιμελείας άοκνου περί την έκτέλεσΊν των ί;ι!;ηλών
αυτίχς καθηκόντων, μεριμνώσα και περί των τελευ-
ταίων λεπτομερειών. Πάσας τάς ώρας είχε τακτικώς
και μεθοδικώς προγραμματισμένας• και τον μεν χει-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
27
μώνα ηγείρετο πάντοτε την 7^^ της πρωίας, το δε
θέρος την 4*)^, κα\ μετέβαινεν είς Παλαχόν Φάληρον
χάριν θαλααο'ιων λουτρών. Έπρογευμάτχζε την 8^^ δια
γάλακτος, ^οντύρον και όπωρών της έποχης. Εχτα,
^έρουσ'α έαθήτα άπλην, κατήρχετο εις τον άνακτο-
ρχκόν κηπον, έν ω άπτκτχολεχτο μέχρχ της ΙΙ^δ με-
ρχμνώαα περ\ πάντων, δχατρέχονσα αυτόν καθ'δλας
τάς διειτθχΑ'Ό'εχς έ^' αμάξης μχκρας, ην μόνη δχην-
θννε, και ί/πό τον κανστικώτατον ηλχον του Ιου-
λίου καχ ί/πό το δρχμυ ι[;υχος του Δεκεμβρίου. Την
12^^ παρετίθετο το άρχατον, έν ω παρεκάθηντο μετά
των Βασχλέων ό αυλάρχης, αί Κυρίαι της Αύλης,
οί ϋηααηχατοΧ καχ ό δχαγγελευς της υπηρεσίας.
Ακολούθως οί ^ασχλεχς άπε χωρούν είς τα δώματα
αΐ/τών, δπου η ΒαοτίλχσΌτα ιασχολεχτο άναγχνώ^κουσα
τάς εφημερίδας η ^χλοτεχνοϋσα έργοχεχρόν τχ. Την
3ψ έδέχετο έπχσκέψεχς κυρχών, την Αψ έξήρχετο έ^χπ-
πος μετά του Βαο'χλέως, μχάς Κυρίας της Αυλής,
δι}ο ύπασ'πχσ'τών καχ ενός δχαγγελέως, άκολουθουν-
των έν σ'τολη του γερμανού αταυλάρχου, δι;ο αταυ-
λχτών καχ τεσσ'άρων χωροφυλάκων. Έβρχθον τότε
κόσ^μου η πλατεία των ανακτόρων καχ τό Πεδίον
του "Αρεως, άναμένοντος νά χδη δχαβαίνοντας τοΐ/ς
ά^απητοΐ/ς αύτω ^ασ'χλεχς, τόν ώραχον καχ ξανθόν
'Όθωνα έν τη αιχλη της έθνχκής στολής, καχ την
μεγαλοπρεπή ώς αμαζόνα Άμαλίαν. Σπανίως γυνΛ
ίππευε μετά τόύης χάρχτος καχ ευτολμχας. Καχ έξε-
χχ/νετο τό πλήθος εχς ζητωκραυγάς ακράτητους καχ
έγκαρδίους, οχ δε ^αο'χλεχς μεχδχώντες έκ χαράς
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
28
και εύχαριοττάσεως κα\ οτυναχσθανομενοι οποίαν άπε-
λάμβανον δημοτικότητα, εύτνχεΐς και ^αχδρο\ έπα-
νέκαμπτον εις τα ανάκτορα. Την 6^^ Λ Βασίλισσ'α
έδέχετο εις άκοόαοΊν κυρίους. Την 7^^ γ^αχ ημίο'ειαν
παρετίθετο το γενμα. Κατ' αυτό έτηρεϊτο πάο'α η
εθιμοτυπία καχ άκρα ^ιλοκαλία κα\ κομι^ίότης περί
την άμ^ίεσιν, Ό ΒαοΊλεΐ/ς έν εθνική ο'τολη. Ή
Βασίλισσα έ^ερεν έσθητα πολυτελή έξωμον, περι-
δέραιον, ι}τέλια έκ πολυτίμων λίθων και διάδημα εκ
μαργαριτών έπ\ του δάκτυλου ως μόνον κόσμημα
δακτυλιόλιθον μεγάλης τέχνης, ευρεθέντα έν Πάρω
και ου όμοιος υπάρχει έν τω νομισματολογικω Μου-
σείω του Μονάχου. *Η «Μεγάλη Κυρία » Πλουσκώ^
ένεδυετο ^ελουδινον ένδυμα, ώς έπι το πλείστον,
και άνθη έπι της κεφαλής. Αι «Κυρίαι της Αύλης»
έτερον πλουσίαν χρυσοποίκιλτον έλληνικην άμ^ίε-
σιν μετά κοσμημάτων. Ό αυλάρχης, υπασπιστής
και ο διαγγελευς έν στολή. Έν τω έστιατορίω άνθη
παντού• έν τω μέσω της τραπέζης η απαραίτητος
μεγάλη ανθοδέσμη έκ νώποτάτων ανθέων της ημέ-
ρας. Το δε άπλετον ^ώς των πολυελαίων άντηυ-
γαζε τύν πλοϋτον του χρυσού και των αδαμάντων
τοί/ς ποικίλους χρωματισμούς.
Διά τους βασιλείς Λ ώρα του γεύματος ητο νΛ
επίσημος στιγμή, Λ συνενοΰσα περί την τράπεζαν
τα μέλη της βασιλικής εκείνης οικογενείας. Στε-
ρούμενοι τέκνων οι νεαροί βασιλείς, ειχον ανάγκην
αγάπης κΐιι πατρικής κα\ αδελφικής. Τοιαυτην εί/-
ρισκον άληθη και άμέριστον εις τους περιστοιχίζον-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
29
τας αύτοΰς. Έπανεπαΰοντο εν τη πατρική ^ιλο-
(Ττοργία των γηραχών αυτών υπασ'πισ'τών, έν τη ει-
λχκρινεϊ ά^οοΊώ(Τεχ κα\ εύγνωηοο'υνη των νέων δχαγ-
γελέων κα\ νεαρών δεσποχνχδων της Αΰλης. 'ίΐ Βααχ-
λχσσα Λρέσκετο άσ'τεϊζομένη μετά τών γηραχών ύπα-
ο•πχστών, του αύλάρχου Νοταρά, του Σαχίνη, χαχρουο'α
καχεχς ^αχδρότατον γέλωτα έχχυνομένη, δταν εχ^^υώς
καχ έτοχμολόγως άνταπέδχδον αιίττη τα ίσα έν τω
όρίω του πρέποντος κα\ της έθχηοτυπχας. Η\';χαρχ-
στεχτο έν τη έπχκλήο'εχ του: Σχ;. «Άμίι σΊ;, Μεγα-
λεχοτάτη, έτοτχ το λί:ς και το θέλεχς», έλεγε μέ
την άλβανχκην προ^οράν του ο γηραχός ναύαρχος
Σαχίνης.
Το γεϋμα δχεδέχετο τι ώρα της άνέσεως• δχεσκέ-
δαζον παίζοντες καχ αυζητουντες. Ό Βααχλευς έπαχζε
οτ^αχρχστήριον μετά τών αχίτλχκών καχ μχας έκ τών
Κυρχών της Αχίτλης, η Βαο'ίλχο'σα ούχύτ μετά της
Μεγάλης Κυρίας η άλλης Κυρίας. ΪΙάαα δε μέρχ-
μνα της Βαο'χλίο'σης άπέβλεπεν εχς την εχίτχαρίστη-
σχν καχ άνακοί/φχσ'χν του Βασχλέως. — « Άλλα τί κά-
μνετε αχίττοϋ, έλεγε συχνάκχς προς 'τάς Κυρίας αχ-
τχνες έπαχζον παχγνχδχον μετά του Βαοτχλέως, σ'εχς
δεν παίζετε;» — «Ό ^ασχλευς, Μεγαλεχοτάτη, έ^η-τ
οτυχάζεχ κοχμώμενος, καχ ήμεχς έπω^ελουμεναχ τον
χρόνον έργαζόμεθα». — «Άλλ' δχχ, αυτό δεν γίνεταχ•
ό ^ααχλευς εχεχ ανάγκην νά παίξη ολίγον ουχστ,
δχά νά ξεκουραοτθη από τάς φροντίδας καχ γελάοΊχ».
Ώραχαχ τόσον φράσεχς καχ χαρχτολογίαχ λεπταχ έπλτι-
ρουν την άτμόσ^αχραν της οίκχακης αχίττής εστίας•
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
30
η δέ ^αιδρότης και χαρά έηέατζ^ε το έργον της
ηιιέρας κα\ την αΰμπνοιαν της Αύλης.
*Η Αύλίι εκείνη, δηιιχουργηθεΐσα έν τω έθνικώ
πνενιιατχ, έο^χηιιατίσθη από δ,τι έξοχον έν φιλοπα-
τρία είχε τότε να επίδειξη η Ελλάς. Οί ίίρωες του
Εικοσιένα, περιο'τοιχίσαντες τον νεαρόν θρόνον,
διεκρίθηο'αν δια της εύσ'ταθείας του χαρακτηρος,
της είλικρινείας κα\ του ζήλου αυτών έν ταϊς λαμ-
πραΐς ήιιέραις, αϊτινες περιέβαλλον τον "Οθωνα και
την Άιιαλίαν, ώς επίσης και δια της ιεράς ά^οσιώ-
σεως και αύταπαρνήσεως έν ταΐς Λμέραις των σκλη-
ρών δοκιμασιών, μη έγκαταλιπόντες τους βασιλείς
αυτών ουδέ κατά την θλιόεράν έξορίαν. Αύλάρχαι και
ύπασπισταί, οίοι Σ. Σούτσος, Σαχίνης, Α. Κριεζης,
Π. Νοταράς, Βάσσος, Ι. Μαμουρης, Γρίβας Γαρδικιώ-
της. Γενναίος Κολοκοτρώνης, Α. Μιαούλης, Α. Βαλ-
τινός, Δ. Μπότσαρης, Χατζή -Χρήστος, Χριστόδ. Χα-
τζη-ΙΙέτρος• και ώς «Επίτιμοι» Ε. Πίσσας, Δ. Πλα-
πουτας, Δ.Τζάμης Καρατάσσος κα\ Ε. Χάν διαγγε-
λεϊς, οίοι Ι. Δράκος, ΙΙάλλης, Κ. Μοι/ρουζης, Καίσαρ
'Ρώηας, Καρπουνης, Ν. Μιαούλης, Α. Νοταράς και
Ευθ. Χατζηπέτρος, κατέλαβον η8η χρυσην σελίδα έν
ταϊς δέλτοις της ιστορίας του ημετέρου έθνους.
^^^^^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
IV
ΚΥΡΙΑΙ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ
^ άν η Ελλάς άνέδειξεν άνδρας υπέρο-
χους κατά τά πρώτα της παλιγγενε-
σίας αύτης έτη, ο'εανυνεται ουχ' ήττον
κα\ διά ο'υγχρόνους Ελληνίδας. Εύο'ε-
βεχς καχ ^ιλοπάτριδες θυγατέρες ηρώων,
13 ο'ύζυγοι άγοονιστών έθυσίαο'αν κα\ τά
τελευταία χρυσά νομίσματα, έξ ών
ήσαν πλήρεις αι δεξαμεναι των οΐκων
αυτών, και τον τελευταϊον αδάμαντα
κα\ μάργα ρίτην, δι' ών έκόσμουν τά στήθη και την
κόμην των, υπέρ της ελευθερίας της πατρίδος, υπέρ
της έποικοδομήσεως του ελληνικού θρόνου.
Έκ των προνομιούχων τούτων Ελληνίδων εκλή-
θησαν νά καθέξωσι θέσιν έν τη Αύλη ώς συμβου-
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
32
λοι κα\ σύντροφοι της νεαρωτάτης ^ααιλίααης Αμα-
λίας ΐ/πο τον τιτλον «Έπίτιιιοι Κ\/ρίαι» και «Κυ-
ρίαι τίΐς Τιαης».
Σεβοαένη οέ Λ ^(ΐσίλκτ'σ'α Άιιαλία τάς παραδό-
σεις, (Ιρχάς κ(ΐ\ ίδέας, τάς έπικρατονσας τότε περχ.
του τοπικού ένδναατος των Ελληνίδων, είχε καθιε-
ρώσει δπως αι « Έπίτιιιοι Κυρίαι », εκπροσωπούσα
ένςάστη την πόλιν η νησον έξ Λς κατήγετο, διατη-
ρήσωσι κα\ έν τη Αυλή την πάτριον άμ^ίεσιν, αί
δε «Κυρίαι της Τιαής» ^έρωσι το έλληνικόν λεγό-
ιιενον ένδυιια, ο και αυτή περιεβάλλετο κομιΐ/ότατα
έν ταϊς έθνικαϊς τελεταϊς. Ούτω και έν τη περιβολή
έξεπροσωπεϊτο δια της Αυλής ό εθνικός ^ίος και
χκανοποιεϊτο η φιλοτιμία και το (φρόνημα του ελλη-
νικού λαοϋ.
Σκοπίμως δεν ώρισε τΛν γνησίαν άρχαίαν και
γρα^ικωτάτην άμ^ίεσιν των Ελληνίδων άπο^ευ-
γουσα, ως έλεγε, να προθη ε{ς τοιαυτην άναδρομι-
κην καινοτομίαν. Τα πάντα τότε ένειΙτύχου και ένέ-
πνεεν ή ιστορία του Εικοσιένα.
Λεπτότης, ευγένεια, άβρο^ροσύνη, ^ιλοκαλία και
παν δ, τι δύναται να διακρίνη τα έξηυγενισμένα και
σοβαρά τίθη έκαλλιεργεϊτο έν τη Αύλη. Ούσα η βα-
σίλισσα Αμαλία αυστηρά και ανένδοτος περί τοΐ/ς
τύπους της έθιμοταξίας και τάς αύλικάς διατυπώ-
σεις, ουδέ την έλαχίστην συνεχώρει έλλειψιν. Πάν-
τες συνησθάνοντο ττιν επιβλητικότητα και το κρά-
τος της ηθικής αυτής ισχύος. Ουχί δεσποτική, άλα-
ζών, αλλά μεγαλό^ρων, ί/περή^ανος, απαξιούσα να
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
.^
33
σ'υνθηκολογήαΤΓΐ προς• ηχκροτίρεηη αίσθηματα, παρί-
σταται παρ' εκείνων, οϊτινες έν τη άλη&ζι ά^οσιώ-
σει και τω σεβαοΓμω αυτών προς την άνασσαν διέ-
γνωσαν το {/ψηλόν πρόγραμμα της δράσεως αύτης.
Παρά των Κνριών της Αυλής έπεζήτει ίδια αυ-
στηρών τήρησιν της σοβαρότητος, αξιοπρέπειας
και εθιμοτυπίας, δπως δια του ίδιου αυτών παρα-
δείγματος έπιβάλλωσι τον σεβασμόν και την έκτί-
μησιν και γίνωνται ευγενή ΐ/ποδείγματα κα\ σέμνωμα
της νεοσχηματιζομένης ελληνικής κοινωνίας και το
έγκαλλώπισμα του βασιλικού αυτής οίκου.
Μεγαλο^ρονουσα έ^ίστα πολλην την προσοχην
περί τε τον καταρτισμόν τής Αυλής και την έκλογην
τών «Κυριών τής Τιμής». Έξελέγοντο αύται έκ τών
ιστορικών οίκων του Αγώνος και έκ τών επιφανών
Φαναριωτικών. Έπόθει δέ να έχη παρ' αύτη νεανίδας
νοήμονας και εμβριθείς είς τάς σκέ\|;εις, είλικρινεϊς
έν τω χαρακτήρι κα\ ά^ωσιωμένας, άλλα και ωραίας
μετά ελληνικής ιδία κατατομής. « Ωραίας, έλεγε
πάντοτε, ωραίας». Τοϋτο ητο ή αδυναμία αυτής.
Έμερίμνα περί τών «Κυριών» μετά πολλής
στοργής και αγάπης. '^Ητο ευτυχής δτε ήδυνατο
ν' άναδεικνυη τάς άρετάς αυτών, Ώς μήτηρ και
αδελφή ένουθέτει αύτάς περί τε την έκτέλεσιν τών
ατομικών και κοινωνικών καθηκόντων και περί τήν
έκπλήρωσιν τών θρησκευτικών. Άπητει παρ' αυτών
νά ^οιτώσι τακτικώς εις την έκκλησίαν, νά τη-
ρώσι τάς νηστείας κα\ νά μεταλαμβάνωσιν. Έδεί-
χνυζ πολΐ/ν σεβασμόν προς την όρθόδοξον θρη-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
34
(Τκείαν εί/ρίσ'κονο^α, ώς έλεγεν, ί/ψος καχ ίδεώδες
ηέγα έν τη τελεοτει της ίερας λειτουργίας, κα\ πα-
ρηκολουθεχ έν ευλάβεια την ίεράν μυοτταγωγίαν, έν
Λ έμνημονευοντο τα ονόματα των Βασιλέων κα\ οι
ί/πέρ πίστεως κα\ πατρίδος πεσόντες.
Πολλάκις ανά τοΐ/ς μεγάλους περιπάτους, οΈτς
έφιππος έκαμνε μετά των «Κυριών» έν τω Έλαιώνχ,
προσεκτικώς παρετήρει έάν έκαμνον το σημεϊον του
σταυρού, δτε διή,ρχοντο προ έκκλησιδίου. Άκουσασα
δέ ποτέ δτι το τοιούτον «ητο χρησιμον τοις χριστι-
ανοϊς έν Λμέραις καταδιωγμών, ως σύνθημα συνεν-
νοήσε63ς», προς την είποϋσαν άπεκρίνατο τά αξιομνη-
μόνευτα ταϋτα : «Κα\ τώρα πρέπει νά γίνηται τοϋτο
είς άνάμνησιν της θλιβεράς εκείνης έποχης και ως
ευχαριστία ημών τών Ελληνίδων προς τον ούρά-
νιον Πατέρα, δστις ηυδόκησε νά έλευθερωθη η Ελ-
λάς• και η γη δέ αχιτη η περ\ τά έκκλησίδια είναι
γη ιερά, ώς ποτισμένη διά του αίματος τών θυσια-
σθέντων υπέρ της πατρίδος»!
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
35
Α'. ΕΠΙΤΙΜΟΙ ΚΥΡΙΑΙ
^ Κυριακοΰλα Α. Κριεζη, Φωτεινή Γενναίου Κολο-
κοτρώνη, Μαρία Α. Μονά ρχίδου κα\ Χρυσηις Α.Μαν-
ρομιχάλη άπετέλεσ'αν τον κνκλον των «Έπιτίμων Κυ-
ριών». Ά νατρα^εϊο'αι έν τοις αύσ'ττιροϊς ηθεοΊ των με-
γάλων αυτών οίκων, αυνήνονν την εύθυκρισίαν και
νοημοοΊ/νην μετά της άξιοττρεπείας κα\ μετριοφρο-
σύνης, και κατέλαβον έν τη Αΰλη την έμπρέπουσαν
ανταϊς θέσΊν, δικαιο)σ'ασ'αι πληρέστατα την έκλογην
κα\ κλεΐσασαι το δνομα αυτών.
ΚΥΡΙΑΚΟΥΛΑ Α. ΚΡΙΕΖΗ
Θνγάτηρ του μεγάλου πατριώτου, του κλεινού
Διοικητού (Μπέη) της Τδρας Γεωργίου Βούλγαρη,
και σύζυγος του ένδοξου ναυάρχου, πρωθυπουργού
κα\ αύλάρχου Αντωνίου Κριεζη, ητο τύπος τε-
λείας οίκοδεσποίνης, συζύγου και μητρός. Έχουσα
έκτακτον άγχίνοιαν και εύγένειαν αίσθημάτων,
έ^είλκυε την έκτίμησιν και την συμπάθειαν δια
την λεπτότητα τών τρόπων, την εύπροσηγορίαν κα\
γλυκύτητα. Απαύγασμα και ιδεώδης τύπος Ελλη-
νίδας ιών αυστηρών πατριαρχικών αρχών, έν θαυ-
μασίω συνδυασμώ του πνεύματος και τών απαιτή-
σεων του έν ώ έδρα ΐ/\}Γηλοϋ κύκλου, ουδόλως με-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
36
τέβαλε χαρακτήρα κα\ ήθος δχά τλν διακεκριαένην
θέσΊν, ίιν κατέλαβεν έν τη Αύλη. Κατά την άπο-
δημίαν της ^αρωνίδος Πλουοτκώ^ είς Γερμανίαν
έκηληροναα καθήκοντα Μεγάλης Κνρίας, δχέπρεπε
δια της ακριβούς κα\ λελογισμένης έκτελέοτεως και
λεπτής συμπεριφοράς. Αί δι' έρμηνέως γινόμεναι
προς τοί/ς πρέσβεις και ΐ/ψ ήλους ξένους συνομιλιαι
αυτής ήσαν τοσούτον εύστοχοι και εμβριθείς, ώστε
έπέσι/ρον τον έπαινον κα\ τον θαι/μασμόν. Αδα-
μάντινος χαρακτίιρ Ακτινοβόλησε το φέγγος εν τε
τη κοινωνία κα\ τη Αύλη, ης ητο το σέμνωμα. *ίΙ
βασίλισσα Αμαλία ήγάπα κα\ υπερετίμα αύτην.
Είχε λεπτοφυές, ώραϊον παράστημα, μορ^Λν θελ-
κτικήν, μελάγχρουν μετά σοβαρών χαρακτήρων.
Έφερε κομ\};οπρεπώς και φιλοκάλως το ύδραϊκόν
ένδυμα κα\ έπ\ της κεφαλής τΛν χρυσοκέντητον
μπολ ι α, ης αί δυο άκραι, διασταυρουμεναι ύπό
τΛν σιαγόνα, έπλαισίουν την μακράν κα\ έβενώδη
αυτής κόμην.
Ό οίκος της Κυριακουλας Α. Κριεζή ανεδείχθη
εκ των διαπρεπών, έν ω διεπαιδαγωγήθησαν οι
έκλεκτο\ αυτής υιοί, άνελθόντες εις τά υψηλά του
Κράτους αξιώματα και διακρινόμενοι διά το αξιο-
πρεπές και άρίζηλον του χαρακτήρος. Και αι τέσ-
σαρες αυτής θυγατέρες, γαλουχηθεΤσαι με τά νά-
ηατα τής εύσεβείας και φιλοστοργίας δι' ελληνο-
πρεπούς αγωγής, άπαρεγκλίτως διατηροϋσι τάς πα-
ραδόσεις, τά ηβη και έθιμα τών μεγάλων αυτών
ιστορικών οίκων.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
37
Έάν η δά^νη των νικών καχ τα παράσημα της
τιιχης περικοοΓμουοΊ την μνήμην του ένδοξο ν ναυάρ-
χου Αντωνίου Κρχεζη, του Άχιλλέως του ελλη-
νικού ναυτικού του Αγώνος την τε μορ^ην και
την άνδρίαν, ο στε'^ανος της αρετής περιβάλλει τίιν
άοίδιμον Κυριακουλαν Κριεζη.
ΈγγονΛ της Κυρίας Κυριακουλας Κριεζη είναι
η νυν κληθεΐσα εν τη Αυλή ως Κυρία της Τιμής
της σ'επτής ημών άνάσ'ο'ης Όλγας, ή δεο'ποινις
Χριοττίνη, θυγάτηρ του αλησμόνητου επιφανούς
Επαμεινώνδα Κριεζη, χρηιιατίσαντος αξιωματικού
του ναυτικού, βουλευτού και υπουργού.
Εκλήθη δε ή δεσποινίς Κριεζη προς άντικατά-
στασιν της Κυρίας της Τιμής δεσποινίδος Χρυσού-
λας Χατζή Ανάργυρου, τής έπιχαρίτου και ωραίας,
έλκουσης την καταγωγην εκ τού ιστορικού οίκου
τών Σπετσών, ανεψιάς τής ήρωίδος Μπουμπουλίνας,
και συζευχθείσης προ ολίγου τον ευπατρίδην ομο-
γενή κυριον Χρήστον Ζάππαν.
Έν τω προσώπω τής χαριτωμένης δεσποινίδος
Χριστίνης Κριεζη μέλλει επαξίως ν' άντιπροσωπευθή
ο οίκος τών Κριεζη. Αύτη είναι το πανομοιότυπον
τής άοιδίμου αυτής μάμμης. ^Ηθος ευγενές και
σοβαρ<5ν, άντίληιίτις λεπτή περί την έκτέλισιν τών
αυλικών έθιμοτυπιών κα\ καθηκόντων διακρίνου-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
ΟοοξΙέ
38
ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΕΝΝΑΙΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
Έγγονη της ένδόξον ΣοιΑιώτιδος Μόοτχως, θυ-
γάτηρ του λεοντοκάρδον Φώτόιτ, άδελ^η του τίρωος
της Κλείσοβας Κίτρου Τζαβέλλα, άνταξίως της ηρωι^
κής αυτής καταγωγής έγένετο η νυμ^η του δα^νο-
ατελούς ηρωος, του Γέρου τ ο υ Μ 63 ρ ι α, συζευ-
χθεΐσ'α τον υίόν αύτοϋ, δοττις εχς τέο'ο'αρας μά^ζας τάς
δά^νας της νίκης δρέ\1;ας έπωνομάσ'θη Γενναίος.
Τους γάμους αυτής έτέλει έν τη εκκλησία, καθ'
ην ημέραν οί κρότοι των τηλεβόλων ηγγελλον τίιν
έναρξχν του Ίερου Αγώνος. Εϊχεν ώς γαμήλιον
προπομπΐιν τάς οάλπιγγας, Λχουσας το έμβατήριον
καχ τοί/ς θουρίους. Μόλις τελεσθέντος του μυστη-
ρίου του γάμου στρέφει υπερηφάνως και λέγει τω
συζυγω αυτής : « Δεν άκουεις ; οι σάλπιγγες Λχοϋν
ο πόλεμος ήρχισε• πήγαινε»!
Παρακληθεις ό Γενναίος υπό του βασιλέως "Οθω-
νος να έπιτρέψη τη συζυγω αύτοϋ να δεχθή θέσιν
«Επιτίμου Κυρίας» έν τη Αυλή,- σπεύδει είς τον
οίκον του, κομίζων τΛν υψηλήν έντολην. Εί/ρίσκει
την σύζυγόν του καθ ημένην άμερίμνως και αξιοπρε-
πώς και θηλάζουσαν μετριο^ρόνως το τέκνον της•
αναγγέλλει αύτη τίιν έντολην, ην είχε^ λάβει παρά
του Βασιλέως. — «Καλά, άνδρα μου, άπαντα η μεγα-
λόνους Έλληνίς, θάτά^γάλω πέρα και με τό-
σος άλλας φροντίδας του οίκου μας;» Και τά
έβγαλε πέρα, έκπληρώσασα άξιοζήλως τά υι|/ηλά
καθήκοντα συμβούλου της νεαράς Βασιλίσσης. Αι
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
^οο§ι^
39
έμβριθεϊς αυτής γνώμαι κα\ κρίαεχς^ ή τταραδειγμα-
τικη είλικρίνεια, ά^οοτιωοΓίς κα\ λεπτή νοηηοο"ύνη
έξετιπήθησαν ιιεγάλως παρά της ^αοΊλίσοΎΐς Αμαλίας,
ίίτις καχ έοτέβετο κα\ ήγάπα τλν Κνρίαν Φωτεινήν.
^Ητο λεπτοφνης Σονλιώτις, ίχρνύα ^λέ]χχία
άγνόν, εμβριθές, σπινθηρίζον οΤτοργΛν κα\ σθένος
ιίτυχής, μορ^ίιν αοδαράν και διίτιν ΐιελάγχρουν. Το
ένδναα αύτη,ς Λτο κράηα οΌι/λιωτικόν καχ μωραίτχ-
κον, αννισ'τάιιενον έκ της χρνσοϋφάντου κ ο ζ ό κ α ς
κα\ το\> ^ ε σ* χ ο ν, περχεζωσ'μένον δια χρι/ατοποικίλτου
μανδ ηλίου• έ^ερεν αυτό καθ' δν τρόπον το έ^όρουν
τότε οι άγωνισ'ταί.
Ή ηρωική Σουλιώτις. τον μέγαν αυτής οίκον
κατέο'τησε Λερι^ανη. Τα τέκνα της άνέθρει[τε
δια παιδευσεως οΌβαρας καχ χριστιανικής. Αι τέσ-
σαρες αυτής θυγατέρες διακρίνονται εν τη ελλη-
νική κοινωνία δια τα πολλά αυτών προτερήματα,
έξέχουσαι έπι αρετή, φιλοστοργία και ευγένεια τρό-
πων και συμπεριφοράς.
ΜΑΡΙΑ Α. ΜΟΝΑΡΧΙΔΟΥ
Ή Κυρία Μαρία Α. Μοναρχίδου, του γερουσια-
στοϋ, πατρίδα είχε την γήν την ποτισθεΐσαν διά
του αίματος τόσων ηρώων και ηρωίδων, την γήν
έκείνην, ην έξύμνησεν η λύρα των ποιητών, κα\ ης
την μνήμην άπηθανάτισεν ό Σολωμός εν τη μεγα-
λοπρεπεΐ στροφή τής ωδής του. Νεαρωτάτη και μό-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
40
λις• από τεσοτάρων ετών έγγαμος ανεδείχθη ηρω\ς
κατά την ένυοξυν καταοτ^ρο^Λν της πατρίδος της.
"Οτε ϋί εχθροί δια δόλου προσ'ωρμία^θησ'αν είς
ηίαν άκραν των Ψαρών, κατέλαβον αύτην έξ έ^όδον,
και εισελάσαντες είς την πύλιν έσ^αζον και έλεη-
λάτουν. Ό θρήνος και αί οίμωγα\ τών ά^νπνισθέν-
των τέκνων και γνναικών Λοταν απερίγραπτοι. Οι άν-
δράοι Ψαριανο\ όριιώοΊ τότε κατά του έχθρου άρ-
πάο'αντες εις χείρας το προστυχόν, πελέκεις, μα-
χαίρας, κα\ προβαλόντες μαχόμενοι τα ηρωικά αυτών
στήθη, ως τείχος και προμαχώνα, διηυκόλυναν την
^υγην τών γυναικοπαίδων, καταφευγόντων είς τά
ολίγα ελληνικά πλοία, τά προαορμουντα έν τω
λιμένι της νήσου.
*Η Μαρία, εις τάς φλέβας της όποιας έσφυζε το
ήρωικον αίαα τών ναυμάχων Αποστόλη, τρέ\1;ασα
είς ^υγίιν δι' δπλου τον έν τη οικία αυτής είσελ-
θύντα έχθρόν, αρπάζει ί/πό μάλης τά δυο της τέ-
κνα, και όρμα σπευδουσα προς τΐιν παραλίαν, ϊνα
παραδώση αυτά εις τοί/ς συγγενείς, έπΐστρέι[;Γΐ δε
πάλιν και άγωνισθη κατά του έχθρου παρά τω
πλευρώ του συζύγου α\;τής.
Άλλ' ίδουσα τά πλοία άπομακρυνόμενα της
παραλίας ρίπτεται είς την θάλασσαν, παλαίει κο-
λυμβώ^σα προς τά πα^λάζοντα κύματα• οι έν τινι
τών πλοίων ναϋται δίδουσιν αύτη χεϊρα βοηθείας•
ανασύρεται έπ\ του καταστρώματος, αλλά ^εϋ ! μεθ'
ενός μόνον τέκνου. *Η άτυχης μήτηρ Λθέλησε νά
ρι^θη και πάλιν είς την θάλασσαν, ϊνα ζητήαη παρά
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
41
της απίστου το τέκνον της, άλλ' ό πλοίαρχος
άπηρε φέρων τα πλήθη των γυναικόπαιδων.
Συγκινητικόν καχ άφελί:ς έπειοτόδιον, εν τω Παρ-
θεναγωγείω της άειιινήσ'του Φαννης Χίλλ, καταδει-
κνύει πόοτον η ^ήηη της άνδοείας Μαρίας διέτρεξε
τάς έλληνικάς εκτάσεις.
Έν τω Παρθεναγωγείω τούτω κατά τάς ώρας
της άνέσ'εως διεσ'κέδαζον αί ιιαθήτριαι αδουοται διά-
φορα ηρωικά άσματα. Μία τούτων, νεωστι ειο'ελθοϋσ'α
έν τη ο'χολη και άκουσ'ασ'α το ώραϊον του Σολωμού
έξάστιχον, ηρχισε ν' άπαγγέλλη αυτό άναβάσ'α έπί
τίνος θρανίου:
?1' των Ψαρών τήν ολόμαυρη ί>άχ>?
Περπατώντας ή Δόξα μονάχη
« Όχι, καϋαένη και οΊ;, δεν ήταν μονάχη• ήταν
και η Μοναρχίδου μαζί; με τά δυο της παιδιά»,
άπαντα άλλη μαθήτρια, διακόπτουσα την άπαγγέλ-
λουσαν. Όποία αφελής έρμήνευοΊς της αλληγορίας
του στίχου ί αλλά, και όποία αλήθεια !
Ή Κυρία Μαρία Μοναρχίδου, πρώτον της Δόξης
ακόλουθος και σύντροφος έπι της «ολόμαυρης ράχης
των Ψαρών» και είτα «Επίτιμος Κυρία» της βασι-
λίσσης Αμαλίας, έκλείσθη έν τη ελληνική κοινωνία.
Ωραία, με παράστημα ΐ/ι|;ιτενές, περιεβάλλετο πλου-
σίως και φιλοκάλως το Ψαριανόν ένδυμα. Έπι της
κεφαλής έφερε το έρυθρόν κρήδεμνον μετά λευκού
άραχνοειδοϋς πέπλου δια χρυσών παρυφών κεκοσμη-
μένου. Τον πέπλον τούτον οι αρχαίοι (ονόμαζον Νε-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
42
^έλην, ίτ^αινομένην εν τη νήο'ω Κέα κα\ περιζητη-
τον έπ\ Περικλέονς.
ΙΙροώρως άναρπαγεισα υπό του θανάτου, εν ετεχ
1844, έθρηνήθη θερμώς ΐ/πο της Βααχλίύύης καχ
ΐ/πό της έλληνικνϊς κοινωνίας.
ΧΡΥΣΗΙΣ Α. ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ
Του ηγεμόνος της Μάνης Πετρόαπεη, του προς-
ενεγκόντος τους υιοί/ς αύτοϋ έπ\ του §ωμοϋ της πα-
τρίδος, η νύα^η Κυρία Χρυο'ηις Αναστασίου Μαυ-
ρομιχάλη ητο η νεωτέρα Επίτιμος Κυρία. Ή ωραία
Καλαματιανή έ^ερε το έλληνικόν ένδυμα μετά πολ-
λής χάριτος, δι' ού μεγαλοπρεπέστερον το παρά-
στημα αυτής διεγρά^ετο. Εΐχεν άνθηράν μορ^ήν,
οφθαλμοί/ς απαστράπτοντας ζωην και εύ^υΐαν αλη-
θής τύπος Σπαρχιάτιδος εν τε τω χαρακτήρι και
τω ήθει. *Η Βασίλισσα πολλάκις προεκάλει συζή-
τησιν μετ' αυτής άρεσκομένη εις τάς χαριτολόγους,
ά^ελεϊς και ανεπιτήδευτους απαντήσεις της.
Ή βασίλισσα Αμαλία, ως και ο βασιλεύς Όθων,
ιδιαζόντως ηύνόησαν και ηγάπησαν τον μέγαν οίκον
των Μαυρομιχαλαίων ή εύνοια αυτών έπεξετείνετα
και μέχρι τών απωτάτων μελών του οίκου τούτου.
Άλλ' ή αδυσώπητος πολιτική, ή διέπουσα, ώς ή
άγχίστροφος τύχη, τον ^ίον τών ατόμων και τών
εθνών, συχνάκις αποδιώκει την χαράν έκ τών εύτυ-
χουντων, πλήττει θανασίμως ευγενείς ΐ/πάρξεις και
θρόνους ανατρέπει.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
43
Οί αντίπαλοι των Μαυροαιχαλαίων εί/ρον εϋθε-
τον ά^οραΐΓΐν/ τον ^ )νον του τότε Υπουργού Ν. Κορ-
^ιωτάκα, ινα έξεγείρωαι τΛν κοινήν γνώαην έναν-
τι )ν αύϋών. Ό Β ιοτιλεί/ς λαβών γνώσιν τουυων εν
Μονα^ζφ, ένθα εί/ρίσκετο, δπως ιιη φανη, ιιεοολη-
πτών, ένετείλατο τον ο^υνοδευοντα αυτόν ΐ/παο'πι-
σ'τάν Διαπάτριον Μαυροαιχάλην να έπανακάμι|/α εις
ΆΟιάνας. Επίσης η Κυρία Χρυσηις και η ωραία
Φωτεινή απεχώρησαν της Αύλης τω 1850.
Και τότε έτι μάλλον το είδε^ζθές ^άσαα του (|)0ό-
νου και της συκοφαντίας άνε^άνη έκτοξεϋον κατά
γενναιό(|)ρονος Βασιλίσσης και των δύο επιφανών
Ελληνίδων παντοίου είδους μυθεύματα. Άλλα ταΟτα
άρδην ανατρέπονται έκ της αληθείας των γεγο-
νότων κα\ της σχέσεως, ην έξεδήλωσεν η Βα-
σίλισσα απέναντι της αξιοπρεπούς Φωτεινής, ά-
ποστείλασα αύυη προς έπίσκε\|;ιν την Κυρίαν της
Τιμής και πλούσια κατόπιν δώρα έπι τω νέω έτει.
Βραδύτερον δέ, δτε η θύελλα τής πολιτικής έκόπα-
σεν, αί Κυρίαι Μαυρομιχάλη προσεκλήθησαν εις τον
άνακτορικόν χορόν, κα\ ούτως έμ^ανεστέραν κατέ-
δειξεν Λ Βασίλισσα την προς αύτάς έκτίμησίν της.
Ή θυγάτηρ του ΙΙετρόμπεη, η Κυρία Παναγιωτί-
τσα Σαχίνη, ναυάρχου, θαυμαζομένη ΐ/πό τής Βα-
σιλίσσης διά τίιν καλλονήν της, έτιμάτο ίδιαζόν-
τως παρ' αυτής. Ευγενέστατη κα\ διαπρεπής δέ-
σποινα, απολαμβάνει και παρά τής άνάσσης Όλγας
ενδείξεις αίσθημάτο)ν κα\ φίλτρου θυγατρός.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
44
Β.' γερμανίδες κυριαι
Ή Κυρία Νόρδεν^λι^ζτ κατηλθεν είς Ελλάδα
μετά της ΒααίΚίααης. Τννη αναπτυγμένη αυνετέ-
λεοΓε μεγάλως είς τΐιν άγωγην της Βασιλίοτο^ης,
κατέχουσα πρότερον τιαρ' αύτη θέοτιν παιδαγωγού,
Άπεβίωστεν έν Αθήναις, τω 1843, έν προβεβηκυία
Λλχκία. "Εγραψε πε9\ τοΟ ^ίο.υ των Βασιλέων, και
το έργον αί/της έδημοσιευαιν έν Γερμανία.
Ή Κυρία Βιτζεντάοιτ, νέα χαριτόβρντος, ξανθή,
συμπαθής, εϊλκυσε τΛν έκτίμησιν της ελληνικής
κοινωνίας κα\ τΛν άγάπην του διαπρεπούς καθη-
γητού του Πανεπιστημίου Δημητρίου Μαυροκορδά-
του, μεθ' οί; έτέλεσε τοί/ς αρραβώνας αυτής. Άλλα
τούτου θανόντος, πρ\ν η κα\ τοί/ς γάμους τελέ-
σωσιν, επανέκαμψε, τω 1845, εις Γερμανίαν.
Ή Κυρία 'Ρένεγκαφ, λεπτο^υής, ξανθή, ωραίου
παραστήματος, κεκοσμημένη δι:ι πολλών αρετών,
έγένετο αγαπητή έν τε τη Αυλή κα\ τη κοινωνία.
Συνεζευχθη τον κυριον Βάϊς, γραμματέα της αυ-
στριακής πρεσβείας. Άγαπώσα τάς Αθήνας, πολ-
λάκις έκ Γερμανίας έπεσκέψατο αύτάς.
ΒΑΡΩΝΙΣ ΒΙΛΕΛΜΙΝΗ ΠΛΟΥΣΚΩΦ
(ΜΕΓΑΛΗ ΚΥΡΙΑ)
Έκ Μεκλεμβουργου καταγόμενη έκέκτητο εύ-
ρυτάτην παίδευσιν κα\ πολλήν νοημοσυνην, δια-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
45
πρέπουοτα έν Γερμανία. Του ^αρώνου Πλοι/σκώ^
πρωίαως αποθανόντος, άνέλαβεν η ιδία την άνατρο-
^ην των δνο αυτής υίών και της μιας θ.υγατρός.
Ό εις των υίών εις τα ανώτατα κατέστη αξιώματα,
γενόμενος αυλάρχης του μεγάλου δουκός του Με-
κλεμβουργου, ό δ' έτερος ανώτατος δικαο'τη,ς. Την
θυγατέρα της είχεν οδηγήσει μεθ' εαυτής, δτε κα-
τήλθεν ε{ς Ελλάδα.
"'Ήτο αξιοπρεπής, ^αθύνους και μεγάλη προσω-
πικότης. Ή Βασίλισσα τή ένεπιστευθη, τΛν διευ-
θυνσιν και εύθυνην του βασιλικού αυτής οίκου.
Παράδειγμα εθιμοτυπίας, ^ιλεργίας κα\ εύσεβείας,
εϊ^ζε τΐιν ένάρετον κα\ ά^ωσιωμένην καρδίαν Γερ-
μανίδος. Έγνώριζε να υπάκουη μετά σεβασμού,
άλλ' είχε και την δυναμιν κα\ τον τρόπον να υπο-
δεικνυη μετά γλυκυτητος το πρακτέον και το κα-
θήκον. "Οχι πειθήνιον όργανον τής Βασιλίσσης, όχι
κηρίνη κούκλα, ως ώνόμασεν αυτήν έστρεβλω-
μένη διάνοια Γάλλου τινός λιβελλογρά^ου, αλλά
πίστη σύμβουλος και ειλικρινής ^ίλη ταϊς περί
αύτην Κυρίαις τής Αυλής, δρώσα εκ πεποιθήσεων
και άρχων.
Άντιλη^θεϊσα τάς ιδέας κα\ τά αισθήματα τής
βασιλίσσης Αμαλίας περί Ελλάδος και Ελλήνων,
έίετέλει έν τή κοινωνία τά άνατεθειιχένα αύτη φι-
•• 4 1 ι» Ι \;
λανθρωπικά καθήκοντα μετά πολλής λεπτότητος
κα\ αγάπης. Ύπήρξεν ή κατ' εξοχήν προστάτις διά
τάς οικογενείας των φαλαγγιτών και κατωτέρων
αξιωματικών, ί/πέρ τών οποίων ού μόνον το γενναϊον
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
46
^αλάντιον της Βασιλίσ'ο'ης Λτο άνοικτόν άλλα κα\
το έαντης.
Αι ζήααααχ μετ' αύτης Κνριαι της Τιμής
ανομολογοϋσΊν δτι πολλάς ό^είλονσι ^ςάριτας τη
^αρωνίδΐ" Πλουσκώ^. Φίλαι ονααχ της αληθείας και
τίχς άκρας μετοιο^ροσυνης, καρδίαι ευγνώμονες αί-
σΌάνονται ν' άποδώο^ωσΊ τον έπιβαλλόμενον δίκαιον
^όρον τία ιερά ηνπ,αη τίχς υπέροχου Γερμανίδος.
Ήγάπα αύτάς μετά πολλής σ'τοργης, και πάντοτε
καΟωδήγει έν τη έκτελέσ'ει των υψηλών αυτών έρ-
γων. Ή μικρά αυτής αίθουσα ητο το έντευκτήριον,
έν ω αί εύαεβέο'τεραι κα\ ο'τοργχκώτεραι άντηλλώ:^-
σΌντο ο'κέι[/εις, έν ω πολλά εθνικά κα\ κοινωφελή
σ'υνεζατήθησαν ζητΓΐ[Λατα και πολλαι ελπίδες και
όνειρα ωραία άνεπτερώθηοαν !
Κατά τΛν άπαισίαν ημέραν της ΙΟ^δ Όκτωβρίου
η ^αρωνις Πλουακώ^ εί/ρεθεΐαα έν τοις άνακτό-
ροις Λδυνηθη νά διατηρήσ*»! άπασ'αν τΛν ετοιμό-
τητα του πνεύματος κα\ την υπεροχΛν δτε, πα-
ραλαβοϋο'α τά κειμήλια μετά της συγγενικής αλ-
ληλογραφίας της Βασιλίσσης, κατέ^υ^ι'εν έν τή
γαλλική πρεσβεία. Ήκολούθησε την ^ιλτάτην αυ-
τής είς Βαμβέργην. ΜητρικΛ φίλη τής βασιλίσσης
Αμαλίας Λγάπησεν αύτην ως αληθής και φιλόστορ-
γος μήτηρ και την έλάτρευσε μέχρι τής τελευταίας
πνοής της.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
47
ΚΥΡΙΑΙ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ
ΡΟΖΑ ΜΑΡΚΟΥ ΜΠΟΤΣΑΡΗ
(ΚΥΡΙΑ Γ. ΚΑΡΑΤΖΑ)
Τό άκτχνωτόν της πατρικής δόξης και η αΐγλη
της καλλονής η.ερχ6άλλοναχ την πρώτην Κυρίαν της
Τιαής της βασιλίσσης Άιιαλίας.
Ή νεωτάτη των θυγατέρων του τίρωος της Καλ-
λιδρόμης Αικατερίνη έγεννήθη τω 1818 εν Ήπείρω,
δτε έσ'είοντο έτι οι βράχοι της πατρίδος της έκ των
τροπαίων του Κιά(|)α, Κιοϋγγι και Ζαλόγγου, δτε ή
νέα λάμψης της κλαγγής των Σουλιωτικών δπλων
έξήστραπτεν ανά τα δρη και τάς χαράδρας του
Πίνδου κα\ η νίκη έατε^άνονε τα άρματα των
Μποτσαραίων.
Ό Μάρκος Μπότοταρης, ο αετός του Σουλίου,
πατήρ της Αικατερίνης, ητο, ώς λέγει ό ιςττορικός
Κ. Παπαρρηγόπουλος « ό ηρο3ΐκώτατος κα\ ευγενέ-
στατος τύπος του Έλληνος μαχητού, ω, λόγω ά^ο-
σιώσεως κα\ προσωπικής άνδρίας, ουδείς ητο ένά-
μιλλος. Έν τω προσώπω αύτοϋ η χρηστότης ητο
έζωγρα^ημένη, και η καλοκαγαθία έμαρτυρεϊτο υπό
των τρόπων και των λόγων αύτοϋ. »
Δα^νοστε^ης έκ των μαχών επιστρέφων ό τίρως
έθώπευεν εις τάς φιλόστοργους άγκάλας του νηπιον
τλν θυγατέρα του, και ένε^υσα διά τής πνοής του
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
48
είς την ιΐ/νχήν της τάς αρετάς καχ το οΌένος της
ιοίας αύτοϋ \![νχής. Ταϋτα έκάλλίΑ'αν τον ^ίον της
Αικατερίνης έξ αυτής της παιδικής της ηλικίας, ίίτις
διήλθεν ύπό τάς μάλλον αντιθέτους κα\ έκπληκτι-
κας περιστάσεις. Αί^ςμαλωτισθεϊαα μετ' άλλων Ήπει-
ρωτίδων υπό του Χουρα\τ ΙΙασσά κα\ άποσπασθεϊα'α
της οικογενείας της, ήχθη από της πατρίδος της εις
Δράιιαν της Μακεδονίας κα\ προσε^έρθη ώς δώρον
είς ώραίαν Χανουα. Το έκπαγλον κάλλος της κορα-
σίδας, ή ζωηρότης του πνευαατος έκπληξιν και
θαυπασμόν άπεσπάσαντο• και τοσούτον η'^άηηαεν
αύτην η άγαθη όθωμανίς, ώστε έσκέ^θη νά τίιν
προετοιμάση μέλλουσαν συζυγον του νιου της.
Άλλ' ούτε ή αγάπη, οϋτε αι τόσαι στοργικαχ
περιποιήσεις, οϋτε αί γοητευτικαι βράσεις της Χα-
νουμ, οϋτε ό μυθώδης πλούτος, δν έσκόρπιζε προ
αυτής, κα\ ή ασιατική χλιδή, έν η διητάτο, επέ-
δρασαν εις τήν κόρην του Μπότσαρη, ϊνα λησμο-
νήση όποιον έρρεεν αίμα είς τάς φλέβας αυτής.
Προς πάντα ήδια^όρει. Αμετάβλητος, ακράδαντος
τήν ΐ^υχήν ή ηρωική παιδίσκη, διήρχετο τάς ημέ-
ρας ικετευουσα μετά δακρύων και εμμένουσα έν τη
ίδέα νά έπανέλθη είς τους κόλπους της οικογενείας
της. Άπελπισθεϊσα η Χανουμ νά επιτυχή τήν έκπλή-
ρωσιν του πόθου αυτής και καμ^θεΐσα εκ της επι-
μονής και των δακρύων της ωραίας, κόρης έξαπέ-
στειλεν αυτήν είς τήν πατρίδα της.
Τίς ήδϋνατο νά προμαντεϋση δτι Λ παλίνστρο-
^ος τύχη ητο εϋνους τη εύγενεϊ Σουλιώτιδι κα\ δτι
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
49
έπε^ΰλαστ^εν αύτη την δόξαν άντ\ της αιχμαλω-
σίας ! Άποδοθεϊσα Λ νεαρά Μηότααρη τη έλειτ-
θερωθείοΤΓΐ Ελλάδι έκληθη είς έπίζηλον περιω-
πήν, ώς Κνρία της Τιμής, παρά τον θρόνον της
^αοτιλίο'σης Αμαλίας, τον θρόνον εκείνον, δν ό πα-
τήρ της μετά των άλλων Λρώων διά του αίματος
των ηγειραν.
Έχουσα χαρακτήρα .γενναϊον και ΐ/περή^ανον,
λεπτότητα πνεύματος, κάλλος ι|!υχης κα\ μορφής
Λγαπήθη ΐ/πό της Βασιλίσσης και έγένετο μάλλον
^ίλη και σύντροφος του νεαρωτάτου κα\ ευτυχούς
τότε εκείνης ^ίου. Συνοδευσασα αυτήν, εν έτει 1844,
εις Βαυαρίαν έγένετο το άντικείμενον θαυμασμού
και λατρείας διά το κάλλος αύτης κα\ διά τΛν δό-
ξαν του ίίρωος πατρός της. Το δνομά της κατέστη
περιλάλητον ανά την Εύρώπην. Ή έμφάνισις αύτης
είς τάς διαφόρους Αύλάς της Γερμανίας ι/πηρξεν
άληθΐις θρίαμβος. Πρίγκιπες κα\ μεγιστάνες έπρο-
θυμοποιοϋντο νά γνωρίσωσι και χαιρετίσωσι τΛν
θυγατέρα του Μπότσαρη, τΛν γλαυκώπιδα κα\ ώραίαν
Ελληνίδα, Λτις έθαλλεν ώς ρόδον ( ΐΌ8β ) δι' δ. και
Τόζα μετωνομάσθη• κα\ ΐ/πό το δνομα τοϋτο είναι
έκτοτε γνωστΐι έν τη ιστορία.
Έν Μονάχω έδρε^ΐτε δάφνας. Είναι Λ κόρη του
Μπότσαρη, έλεγεν ό είς, είναι Λ ωραία Έλληνίς,
έλεγεν ό έτερος, και συνωθοϋντο, Ινα ίδωσιν αύτΛν
διαβαίνουσαν. Ό λαός του Μονάχου κυριολεκτικώς
έπολιόρκει τά ανάκτορα, διά νά ^λέπη τΐιν Τόζαν. Ό
δε ^ιλελληνικώτατος ^ασιλεΐ/ς της Βαυαρίας Λου-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
50
δοβΐκος ό Α', πατήρ του "Οθωνος, παρά παααν αύ-
ατηράν έθχιιοτυιιίαν της ^αι/αρικης Αύλης, προς-
έ^ερε τον βραχίονα είς την Τόζαν Μπότσαρη, άφ{-
νων τον νίόν αύτοϋ, πρίγκιπα Μαξψχλιανόλ', να
όδηγη τΑν νεαράν αί/τών νυμ^ην Άμαλίαν, την
^ασίλισ'σαν της Ελλάδος. Ή σοβαρά μήτηρ του
Όθωνος βασίλισσα Θηρεσία, η αγία, ώς άπεκάλει
αύτΛν ό λαός της Βαυαρίας, προσεκάλει την 'Ρόζαν
παρ' έαυτη, ϊνα όμιλη μετ' αύτης και την θαυμάζη.
Κα\ έτι πλέον, ό φιλότεχνος κα\ λάτρης του καλοϋ
βασιλεύς Λουδοβίκος διέταξε τον άριστον έκ των
ζωγράφων του Μονάχου νά γράιίτη τΛν είκόνα της,
ην άνήρτησεν έν τη πινακοθήκη των ανακτόρων,
έν η άνέκειντο αί είκόνες των συγχρόνων τη Τόζα
ωραίων γυναικών της Ευρώπης. Κα\ οί/τω διετρανώθη
άπαξ έτι η ίδέα δτι Λ Ελλάς, ιιήτηρ του κάλλους,
δέν έξέθρε\[Γε μόνον έν τη άρχαιότητι Ά^ροδίτας,
Έλένας κα\ Ασπασίας, αλλά και κατά περιόδους
άνέδειξεν ωραίας γυναίκας, γνήσια αντίτυπα εκεί-
νων, ^ημισθείσας ανά την ύ^ήλιον.
Του κάλλους ό καλλιτέχνης πρέπει νά συλλαβή
τήν δραπέτιδα στιγμήν, κα\ διά της σμίλης ή του
χρωστηρος ν' αποτύπωση τούτο, πρ\ν ή άπέλθη έπ\
των πτερύγων του χρόνου. Και της 'Ρόζας την άκτινο-
βόλον χάριν, τήν άνθηράν της νεότητας καλλονήν,
την τοσούτον έν Μακεδονία, Ελλάδι και Εσπερία
θαυμασθεΐσαν, άπετύπωσε ζωηρώς έπ\ της οθόνης ό
καλλιτέχνης του Μονάχου, και διαμένει αυτή ώς
άνάμνησις κάλλονς ιδανικού.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
51
Ή είκών της Τόζας κα\ νυν έτι έν τη Α ί θ ο ΰ ο" η
της Σι/λλογης των καλλονών έν Μονάχω
εΐ/ρκτκομένη, παρουσιάζει καταπληκτικην ομοιότητα
του τίρωος πατρύς της. Ή μακρά έβενώδης κόμη,
ο κύκνειος λαιμός, το ευρύ μέτωπον — έδρα νοημο-
σύνης — η ευγένεια της μορφής και το ί/ιΐιιτενές
παράστημα μεγαλογρα(^οϋνται ο{ονε\ έν αύτη ΐ/πό
το έλληνικόν ένδυμα.
Ότε, έπ\ τη είκοσιπενταετηρίδι του βασιλέως
Όθωνος, οι απεσταλμένοι έκ Βαυαρίας ίνα συγχα-
ρώσιν αύτω, παρευρεθέντες έν τω μεγάλω άνακτο-
ρικω χορω έπόθουν νά ϊδωσι κα\ την ώραίαν Τόζαν,
Λρώτησαν Κυριαν της Αύλίίς, έάν παρευρίσκετο
έκεϊ. — «Ή παρά την ατήλην έκείνην ίσταηένη Κυ-
ρία», άπήντησεν η ερωτηθείσα. — «Αδύνατον, αδύνα-
τον, άνε^ώνησαν οι ύι[Γηλοι ξένοι• ουδόλως ομοιάζει
προς την είκόνα, ην έχομε ν άποθαυμάσει έν τη πι-
νακοθήκη του Μονάχου»! Άλλ' έλησμόνουν βεβαίως
ούτοι, δτι πολλά παρηλθον έτη έξ οί;, ανθηρά νεά-
νις, πλήρης σφρίγους και κάλλους, Λ 'Ρόζα μετέβη
είς Γερμανιαν. .
Θυγάτηρ τίρωος έγένετο και σαίζυγος τίρωος, συ-
ζευχθεϊσα τον έξ ηγεμόνων ελκοντα την καταγωγίιν
Γεο)ργιον Καρατζάν, σπουδαίως δράσαντα έν τω
Ίερω Άγώνι. Διέπρεψεν ούτος ύπό τον Φαβιέ-
ρον έν τη πολιορκία της Καρύστου, λαβών πλη-
γΛν κατά την δεξιάν χείρα• μετέσχε κα\ της πολι-
ορκίας τών Αθηνών, πληγωθείς πάλιν έν τη άρι-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
5^
ο^τερα. Μετά δέ τλν αύαταύχν του Βασιλείον άνηλ-
θεν εις το αξίωμα του αντιστράτηγου.
Ή ωραία 'Ρόζα, διαπρέ\[/ααα έν τη νεότητι αί/της
διά τάς πολλάς άρετάς κα\ το κάλλος, κα\ ώς δέ-
σποινα Καρατζά έπεσπάσατο τΛν έκτίμησιν κα\ τον
σεβασμόν της ελληνικής κοινωνίας, γενομένη τό
πρότυΛον συζύγου καΐ μητρικής φιλοστοργίας. Ό
^ίος αύτης Λτο διηνεκΛς στοργή κα\ λατρεία ΐ/πέρ
των δυο υιών κα\ των θυγατέρων της, κα\ τό κάλ-
λος τό άμείωτον της χ|;υχης διηΰγαζε τΛν συμ-
παθή μορφην της. Άλλ' δτε έκ των θερμών αύτης
άγκαλών άνηρπάγη λατρευτΐι θυγάτηρ, δεκαπεν-
ταέτις μόλις οϊ/σα, η όδυνη κα\ τό άλγος κατε-
σπάραξαν τίιν εχΊαίσθητον αυτής καρδίαν, κα\ έπή-
νεγκαν τόν πρόωρον θάνατον εννέα μήνας από του
θανάτου εκείνης, Λν μετέβαινεν έν τη αθανασία νά
σχΑ^αντήση, έν έτει 1875.
Ός οί αυτόφωτοι αστέρες δέν έπισκιάζουσι τό
^ώς τών παρ' αύτοϊς άλλων ομοίων, οϋτε σκιάζονται
ΐ/πό της λάμ\|τεως εκείνων, οΊ/τω κα\ έν τη φεγ-
γοβολώ πλειάδι τών Κυριών της Τιμής της βασι-
λίσσης Αμαλίας Λ είκών της Τόζας Γ. Καρατζά,
της θυγατρός του Μάρκου Μπότσαρη, διαλάμπει
πάντοτε ωραία κα\ άκτινοβόλος.
1
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
53
4>&ΤΕΙΝΗ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ
Όοαίαν έαρινΛν Λμέραν διαδέχεται όμοια ευδία,
και παρά κάλνκα ρόδου ^ιίεται έτερος, κα\ κάλλος
εικόνος 'Ρα^αηλείου παρατίθεται προς κάλλος πλα-
ατικόν Φειδίου. Οντω κα\ έν τη Αύλη της §ασι-
λίοαης Αμαλίας τι μία καλλονΛ διεδέξατο τΛν άλ-
λην : την περικαλλη 'Ρόζαν Μπότσ'αρη ή θελκτηρία
ΦωτεινΑ Μαυρομιχάλη.
« Ή μοίρα θελήοασ'α, λέγει φίλη της ωραίας
Φωτεινής, να φαιδρυνη τον σ'κυθρωπόν οίκον των
Μαυρομιχαλαίων, τον πενθουντα τόο'α θνματα ί/πέρ
της Πατρίδος, έχάριο^εν είς αυτόν έν άνθος εκ
των οπανΐωτάτων : τΛν Φωτεινην».
«Ποία ωραία μορφή, ποία χρυσίζουοα κόμη,
ποιοι ^αθνκυανοι, ήρεμοι κα\ πλουμιστοί οφθαλμοί,
ποία χάρις και μεγαλοπρεπής ^τάσΊς ! Όποιον
άγγελικόν μειδίαμα, ευγένεια ήθους, άγχίνοια και
πνεύμα άκτινοβόλον! »
Ή Κυρία Φωτεινή Μαυρομιχάλη, έκπαιδευθεϊο^α
έν τω Παρθεναγωγείο) Χίλλ, προώρως άνέπτυξεν
άπάο^ας τάς χάριτας του πνεύματος και τά αίσ'θή-
ματα της καρδίας αύτης. Νεωτάτη προσείλκυσ'ε
τήν στοργήν και άγάπην της δουκίο^ο^ης της Πλα-
κεντίας, έγκαταοτάσης τότε έν Αθήναις, ήτις πάρε-
κάλεσε τους γονείς της νά έπιτρέψωσιν όπως έχη
αυτήν πλησίον της ως συντροφον, ως είχε προς-
λάβει κα\ τήν δεσποινίδα Έλένην Και([άλη, είτα
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
^
54
δέο^ποιναν Σκουζέ. Ή δουκιοτσα ίίτο γυνΛ έξόχον
παχδεΰσεως κα\ μαθήιτείος κα\ κατείχε τάς λεπτό-
τητας έκείνας των γυναικών της Γαλλίας του 18ο«
αιώνος, τών διαπρετίτασών δχά τών συγγραμμάτων
κα\ αίθουσών αυτών. Παρ' αύτη Λ Φωτεινή έξ-
έηαθε τΐιν γαλλικήν, ίιν ώμίλει ως άληθΑς παρι-
οΊνή, ως και πάσας τάς εθιμοτυπίας του μεγάλου
κόο'μου. Άλλ' ή δούκισσα δνεκα πολλών και μεγά-
λων δοκιμασιών, ας ΐ/πέστη έν τω οίκογενειακω
αύτης ^ίω, έγένετο ιδιότροπος, και η Κυρία Φωτεινή
ηναγκάσθη ν' αποχώρηση.
Δεκαοκταέτις μόλις, ευφάνταστος, Λγεμονικωτάτη
τους τρόπους εισήρχετο έν τη Αύλη, κληθεΐσα τω
1844. Ταχέως συνηρπασε τον θαυμασμόν ημετέρων
κα\ ξένων, οιτινες καταπεπληγμένοι ώμολόγούν δτι
τοιούτον ίδανικόν κάλλος, τοιαύτη τελειότης ύπηρ-
χεν έν τη Αύλη του* νεοσύστατου Βασιλείου, και
δτι σπανίως έν τοις ιστορικοϊς της παρ' αύτοϊς
αριστοκρατίας οίκοις έχαρίσθη ί/πό της ^ΰσεως
τοιούτον πλάσμα. Κατά την επταετή αύτης διαμο-
νην έν τη Αύλη η ^ή\ιη του κάλλους της διέτρεξε
τάς εκτάσεις. Ή εύβόστρυχος "Αρτεμις, ή Νηρηις
του Εύρίοτα, ή εγγονός του Πετρόμπεη, η ωραία
Φωτεινίι περίδοξος και όνομα στΐι έγένετο.
Ή βασίλισσα Αμαλία Αγάπησε θερμώς την
Φωτεινήν, την δέ προς αύτλν προτίμησιν και εύνοιαν
κατεδείκνυε και έν τοις έλαχίστοις.
Προς τάς άλλας νεωτέρας Κυρίας πάντοτε έλέ-
γεν: «Ακολουθείτε καθ' δλα την Φωτεινήν». Ένώ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
55
δια πάσ'αν άλλην Κνρίαν της Τιηης έτήρει τΑν
έθχμοτυπίαν εν τη προοτωνιτμία, μόνον την δεσ'ποι-
νίδα Μαυρομιχάλη άπεκάλει οίκείως Φωτεινην. Πολ-
λάκις δέ και πολύ νσ'τερον μετά την άποχώρηοΊν
της Κυρίας Φωτεινής έκ της Αΰλης η Βασίλιο'σ'α
εν τη ρύμη της ομιλίας της προς τάς άλλας
Κυρίας τάς ώνόμαζε : Φωτεινην άμα δε έννοοΰσ'α
το λάθος τοϋτο έζήτέι παρ' αυτών οΊ/γγνώμην,
λεπτόν νέφος λύπης διήρχετο π^ό του γενναιό-
φρονος αύτης μετώπου. Και δτε, μετά παρέλευοΊν
χρόνου, τά άγρια κύματα της πολιτικής έκόπαααν,
η Βασίλισσ'α προαεκάλεσε την ώραίαν Φωτεινην νά
παραοΓτη εν τω άνακτορικω χορω, η έμφάνισις αυτής
ι/πήρξεν αληθής θρίαμβος. Το παράσ'τημά της νέον
ένέφαινε μεγαλείον η μορφή της νέαν έκφραοΊν θελ-
κτικώτάτην ΐ/πό την πλουσ'ίαν άμφίεοΊν Ίωνίδος, υπό
την χαρίεσ'σαν κόμμωσΊν του Σμυρ ναϊ κοϋ, δπερ
πάντοτε έφερε και πριν έν τη Αύλη. Δι'αύτην ησ'αν
εν τω μεγάλω έκείνω άνακτορικω χορω ό θαυμα-
σμός των προσκεκλημένων και αι ενδείξεις των τι-
μών και της χαράς. Έκτοτε ανελλιπώς έφοίτα εν τη
Αύλη της βασιλίσσης Αμαλίας.
Ή ωραία ΦωτεινΛ έκλείσθη και έν -ςάϊς Αύλαϊς
της Γερμανίας δτε συνώδευσε την Βασίλισσαν ως
Κυρία της Τιμής, έν έτει 1849. Πρίγκιπες κα\ ηγε-
μόνες κατέθετον πρό αυτής καρδίαν και διάδημα.
Ή περίνους Έλλην\ς άριζηλως έξεπροσώπει τόν
τέλειον τύπον του κάλλους κα\ τής ευγενείας.
Ή καλλονή αυτής κα\ μετά τίιν πάροδον τής
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
56
νεαράς ήλχκίας διετηρηθη αμείωτος, μΛ ΐ/ποκύψαο^α
εχς την έπίδρασιν των ετών, ώς των ωραίων ελλη-
νικών αγαλμάτων διασώζεται δια μέσον τών αίώνων
άθικτον τό κάλλος αυτών.
Μέχρι της ύστατης αύτης πνοής διετηρησε τΑν
άξίαν όντως θανμασμου γαλήνην κα\ Λρεμίαν της
ευγενούς αΐ/της ιΐ/υχής, τλν άξιοπρέπειαν, ίιν έθε-
τε ν άνωτέραν Λαντός λόγου πολιτικού, πάσης κλί-
σεως κα\ συμπαθείας της καρδίας αύτης, την μεγα-
λο^ροσυνην, τίτις καθίστα αύτΛν άνωτέραν μικρολό-
γων ίδεών κα\ φιλοδοξιών. Αγάπη άληθΛς Ατο τό
συμβολον τΛς Λυ^ςής της. Αϊττη έξέπεμπεν άείποτε
τΛν άκτινοβολίαν της, κα\ διεσκέδαζε τα νέφη πά-
σης ιΐ/υχρότητος Λ αντικειμενικού εγωισμού.
Ούδε\ς έν τη ελληνική κοινωνία όστις δεν έθαύ-
μασε κα\ έξετίμησε τΑν εύγενη Φωτεινην. "^Ητο ό
μαργαρίτης της εποχής της, μία αληθώς εξέχουσα
προσωπικότης.
Αί ενδείξεις της στοργής, αγάπης και εκτιμήσεως
έξεδηλίύθησαν ί/πέρ αύτης κατά τον θάνατον της,
έπισυμβάντα τη 21 Δεκεμβρίου 1872. Σπανίως άλλοτε
έν Αθήναις έξεδηλώθη τοιούτον πένθος οίον έν τη
κηδεία της, ήτις έγένετο μεγαλοπρεπής κα\ έπιβάλ-
λουσα ώς υπήρξε και ό ^ίος της Φωτεινής.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
57
ΕΛΕΝΗ ΜΠΟΤΑΣΗ
(ΚΓΡΙΑ ΘΕΟΧΑΡΗ)
Γόνος του μεγάλου Σπετσιωτχκου οϊκου των
Μποτασαίων, οϊτινες τοσαύτας ΐ/πέρ του Ίεροϋ
Αγώνος κα\ της Πατρίδος προοΊανεγκον έκδουλευσ'εις,
η δεσποινίς Ελένη ΜπόταοΊα Λτο έκ των ο^πανίων
καλλονών της έπο^ςης της. Λεπτοφυής, μέ έλλη-
νικΛν κατατομην, έχουσα όφθαλμο{/ς μεγάλους,
άμυγδαλωτούζ, στε^ανουμένους ϋτιο κροσσού μελα-
νών ^λε^αρίδων, έ^ερεν έπχ κεφαλής το Σπετσιω-
τχκόν κρήδεμνον.
Κληθεϊσα νεαρωτάτη εν τη Αύλία διέμεινε μικρόν
χρόνον μέχρι του γάμου της συζευχθεϊσα τον κύριον
θεοχάρην έκ Σπετσών, διατελέσαντα Νομάρχην.
Μητηρ φιλόστοργος, άνέθρειίτε τέκνα τιμώντα το
έλληνικόν δνομα εν οίς διατελουσιν ύι|τηλοϊς κυκλοχς
κα\ άξιώμασι.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΠΑΣΚΛΑΒΑΝΗ
(ΚΓΡΙΑ ΧΑΤΖΙΣΚΟΓ)
Μετά τον θάνατον του περινουστάτου κα\ μεγά-
λου πατριώτου Ιωάννου Κωλέττου, ούτινος την
πρόωρον στέρησιν έθρήνησεν ού μόνον συμπάς ο
Ελληνισμός άλλα κα\ η φιλέλλην Γαλλία, οι Βα•
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
58
σιλεϊς, εις ένδειξιν φιλίας κα\ ευγνωμοσύνης προς
τΛν αιδιον αύτοϋ μνήμην, έκάλεσαν εν τη Αύλη
την έξ άδελ^ης άνε\|;ιάν αύτοϋ Οεοτηοινίδα Βα(ηλι-
κην Μπασκλαβάνη προς άντικατάστασχν της Κνρίας
Ελένης θεοχάρη.
Έπιβάλλονσα τΛν μορ^ήν, με χαρακτήρας ζωη-
ρούς, παράσ'τημα ϋ^ηλόν, μεγαλοπρεπές, έ^ερεν έπχ
κεφαλής το Ίωαννχτικόν κάλυμμα. Οΐ/σ'α αγαθή, με-
τριό^ρων, είλικρινής κα\ πλήρης ά^οσιώο•εως ά^ήρ-
πασε την σ'υμπάθειαν κα\ την έκτίμησιν των έν τη
Αυλή. Έχρημάτιο'εν ολίγον μόνον χρόνον ώς Κνρία
της Τιμής, ο'νζευχθεϊσ'α, τω 1849, τον Κΰριον Δημή-
τρχον Χατζϊο'κον, δτατελέο'αντα ^ουλευτην, γερονσχα-
ύτήν κα\ υπονργόν της παιδείας έπχ του τελευταίου
υπουργείου της βασιλείας του Όθωνος. Πισ'τός καχ
ά^ωοτιωμένος ό κύριος Χατζχσ'κος Λκολοχίθηί^ε μετά
των άλλων αύλχκών τοί/ς άγαπητοί/ς Βαο'χλεχς είς
την έξορίαν.
Ή Κυρία Βασ'χλχκη Χατζίσκου ώς σ'ΰζυγος καχ
μήτηρ δχακρίνεταχ εν τη έλληνχκη κοχνωνία δχά τά
^χλόσ'τοργα αύτης αισθήματα, δι' ων άνέθρειίτεν ού
μόνον τά εαυτής τέκνα αλλά καχ τά εκ του πρώ-
του γάμου του συζχ/γου της, άναδεχχθέντα έν τη
πολχτεία καχ τη κοχνωνία.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
59
ΠΗΝΕΛΌΠΗ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΑΙΔΩΡΙΚΗ
(ΚΓΡΙΑ ΠΑΠΠΑΗΛΙΟΠΟΤΛΟΓ)
Άπαυγαοτμα ευγενείας κα\ ά^οαιώοτεως, νοηιιο-
ύύνης κα\ αγαθό Γπτος υπηρξεν άναη^ιλέκτως εν
τη Αύλη "της ^αχλχααης Αμαλίας ή δεσποινίς Πη-
νελόπη Λχδω^ίκη.
Νανουρισθεΐσα κατά την ^ρεφικην ηλχκίαν δ%ά
των αοτμάτων του 'Ρήγα κα\ Σολωμού ένεπνενσθη έν
τω άρχαϊκω οίκω του πατρός της τάς ύ\[/ηλάς άρε-
τάς της φιλοπατρίας, χρησ'τότητος κα\ αύταπαρνη-
αίας. Άλλ' οϊας μητρός ανδρείας, κατά τον οΌ^όν
Σολομώντα, έθήλαο'ε το γάλα !
*Η ^ιήτηρ αυτής, ωραία κα\ νοήμων, γόνος πλου-
οκύτάτης ηπειρωτικής οικογενείας, διεσώθη κατά
τίνα τρομεράν σφαγην των χριο'τιανών των Ιωαννί-
νων έν καιρώ νυκτός δια μέσου των πιπτόντων, ώς
χάλαζα πυκνή, εχθρικών σφαιρών, καταφυγοϋσα
μετά της οικογενείας της εις τά πλησίον δρη και
πλανωμένη από χωρίου εις χωρίον. ΑύτΛ ίίτις, πρό
ολίγων έτι ημερών ^αρυτίμους φέρουσα αδάμαντας
κα\ χρυσοποικίλτους έσθητας, έσκόρπιζε διά της
άβράς χειρός της τάγαθά του πατρικού οίκου της
εις τους ΐ/πέρ τού Αγώνος μαχόμενους.
Άλλα και ό πατήρ αυτής Αθανάσιος Αιδωρίκης
εϊχε συλληφθη κατά τόν θάνατον τού 'Αλη πασσα,
ώς ένεργόν μέλος της «Φιλικής Εταιρίας», και άπε-
στέλλετο νά καρατομηθη εις Κωνσταντινουπολιν, δτε
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
6ο
καθ' όδόν μόλις διεσώθη ώς εκ θαύματος. Μετά δε
τίιν άποκατάατασχν του έθνους είς ελεύθερον Κρά-
τος άνηλθεν οί/τος είς τα ανώτερα της πολιτείας
αξιώματα, δια'κριθε\ς ώς Σύμβουλος της Επικρα-
τείας και Γερουαιαο'της.
Ή δεσποιν\ς Πηνελόπη Λιδωρίκη έξεπαιδευθη
το πρώτον έν τω Παρθεναγωγείω Χ\λλ και μετέπειτα
έν τω Άρσακείω, διακριθεϊαα ώς η αρίστη μα-
θήτρια. Ε{ς τον τίτλον τούτον οφείλει τΛν έν τη
Αυλή ΐ/^/ηλΐιν αύτης θέσιν. Όαάκις η αείμνηστος
διευθύντρια Κυρία Σεόαστΐι Μάνου ύρωτή^η παρά
της βασιλίσσης Αμαλίας: «Τίς η αρίστη των μα-
θητριών»; την αύτΛν πάντοτε έδωκεν άπάντησιν :
«Ή κόρη Λιδωρίκη καθ' δλα αρίστη»,
Ότε δέ η Βασίλισσα έπανέκαμψεν έκ του ανά
την Γερμανίαν ταξειδίου της, τω 1849, μη έχουσα
δευτέραν Κυρίαν της Τιμής η μόνον τΛν Φωτεινην
Μαυρομιχάλη, απέστειλε την ^αρωνίδα Πλουσκώ^,
δπως άναγγείλη είς τοί/ς γονείς της δεσποινίδος Πη-
νελόπης Λιδωρίκη τΛν τιμήν, μεθ' Λς διέκρινε την
θυγατέρα αυτών. Και έν τη προτιμήσει της ταύτη
Λ Βασίλισσα δεν Λπατήθη. Ή Κυρία Πηνελόπη Λι-
δωρίκη απεδείχθη έπαξία της εκτιμήσεως, της στορ-
γής κα\ της αγάπης της Βασιλίσσης, διάπρέ\1/ασα
έπι δεκαετίαν δλην έν τη Αύλη, Λς σέμνωμα και
έγκαλλώπισμα ί/πηρξε.
Γνησία Δωρίς, έχουσα χάριεν το παράστημα, την
άνθηρότητα της τρυ^εράς ηλικίας, και φέρουσα
μετά πολλής καλαισθησίας το έλληνικόν ένδυμα,
6ι
ηρζσκζ λίαν έν τοις άνακτορχκοϊς χοροϊς. Δ\ς δε
σ'υνοδευσ'ασ'α τΛν Βασίλχσσαν ε{ς την άλλοδαπήν,
τω 1851 κα\ 1857, προσείλκυαε την εννοχαν καχ
έηεαηάύατο τους επαίνους κα\ την έκτίμηο'χν έο'τεμ-
ιιένων κεφαλών, ώς κα\ του Αύτοκράτορος της
Τωασίας Αλεξάνδρου του Β'.
Άλλ' Λ τόσον εύγενΛς κα\ νοήμων Έλλην\ς
έδέχετο τάς ένδείξεχς ταύτας μετ' χύης μετρχο^ρο-
συνης ώς άπελάμβανε κα\ την θερμην άγάπην της
Βαο'χλίοτσης κα\ τλν ^χλίαν τών έν τη Αύλη, καχ εν
άείηοτε είχε μέλημα : τΛν άκρχβη έκπλήρωσχν τών
υψηλών αύτης καθηκόντων. Ή άγαθΛ καχ εχλχκρχνης
αύτης ά^οσίωο'χς προς την Βασίλχο'σαν επέφερε κατά
καλην ο'υγκυρίαν την εύτυχίαν έν παντ\ ζητήματχ,
όπερ δχ' αΰτης έξετελεχτο, ώσ'τε έσχηματχαθη ή πε-
ποίθηοτχς δτχ ητο της Βασ'χλίσο'ης 8θη ροΓίβ 1)οη1ιβηΓ.
Μετά τΛν άναχώρηαχν αύτης έκ της Αύλης οί
ύπασ'πχστα\ καχ αί Κυρίαχ ^λέπουο'αχ τΛν Βασίλχσ-
σαν λυπουμένην, έλεγον αύτη: «Μά είμεθα καχημεχς
καλοί, Μεγαλεχοτάτη». Άλλ' ο Μουροχίζης, έν τη
χαρακτηρχζουση αυτόν είλικρχνεία, προσέθετε : «ΜΛ
τους πιστεύετε, Μεγαλεχοτάτη• δλοχ ημεϊς κάτχ εχ-
πομεν εναντίον σας κα\ έγκρχνχάσαμεν, άλλ' Λ
Κυρία Λχδωρίκη ποτέ, ποτέ» !
Ή Βασίλχσσα τότε ε{ς ^αχδρόν μετέπχπτε γέ-
λωτα κα\ άπητεχ, μετά παχδχκης αμελείας, να μάθη
ο,τχ έκαστος αυτών εϊχεν είπεχ εναντίον αύτης !
Ή δεσποχν\ς Πηνελόπη Λχδωρίκη απεχώρησε
της Αύλης τω 1858, γενομένη σχίζιτ^ος του έντχμο-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
62
τάτου κυρίου Ηλία Παππαηλχοπουλοι/, νομάρ^ζον,
τετχαηηένου καχ μ?: εμβλήματα πατρχκης δόξης. Ό
πατήρ αύτου, προϋχων Παρνασαίδος, ΐ/πηρξεν έκ
των ώγωνχσ'τών, δχ' δ καχ έτχμήθη. υπό του άεχμνή-
ατου Καποδχο'τρίου, καχ έη\ Όθωνος δχετέλεσε Γε-
ρουσχαστής. Εύρε δέ έν τω αυζυγω αυτής ή Κι/-
ρχα Παππαηλχοποχ^λου τάς άρετάς έκεχνας, ών καχ
αΐττη ένε^ορεχτο. Των εχίτγενών σ'υζχ/γων σκοπός κα\
{δεώδες του εύαεβοΰς αΐ/τών ^χου υπήρξε Πατρ\ς
καχ Βασιλεία, καχ έν αύτω ά^ωαχώθησαν καχ υπέρ
αυτού έδρασαν όλοι1;α;χως.
Μετά τήν όκτωβρχανήν έπανάστασχν οχ εύγενεϊς
σχ;ζυγοχ μετε'βησαν εχς βαμβέργην, χνα έκδηλώσωσχ
κα\ εκ του πλησίον τόν σεβασμόν κα\ τήν άγάπην
αυτών προς τους ύιΐ/ηλους έξορίστους. Άπό {η|/ηλο-
τέρου κα\ ίερωτέρου αχσθήματος όρμοομενοχ έστήρχ-
ξαν έκθί/μως τήν πρώτην Βασχλεχαν κα\ μετά τόν
θάνατον του ^ασχλέως Όθωνος έγένοντο οχ ένθερ-
μοχ θχασώταχ της νέας Βασχλείας, <|ρονουντες δτχ
άγκυρα σωτηρίας του ημετέρου έθνους εχναχ ή είλχ-
κρχνής καχ γενναία ά^οσίωσχς κα\ ο σεβασμός προς
τόν Άνώτατον άρχοντα.
Ή Κυρία Πηνελόπη Παππαηλχοποχίλου πλεχότε-
ρον πάσης άλλης έπχζώσης έκ των Κυρχών της Τχ-
μής δχατηρεχ τόν τχίπον, τάς αρχάς, πεποχθήσεχς καχ
τό πνεύμα, άπερ δχέπνεον τήν Αύλήν της ^ασχλίσσης
Αμαλίας. Δυνάμεθα νά εχπωμεν δτχ έκπροσωπεχ
αΰτη όλόκληρον τό Παρελθόν έκεχνο.
Είς μελετάς έπασχολουμένη εχναχ καλλχτέχνχς
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
63
του λόγου κα\ της γρα^ίδος. Αί προς τους οίκείους
καχ. τάς ^ίλας έπιστολα\ αύτης διακρίνονται δια
τΛν γλαφυρίαν και την εντεχνον του λόγου παρά-
ο'τααιν; Τάς γραμαάς των διαπνέει Σεβίνειον υ^ος.
ΒΙΛΕΛΜΙΝΗ ΡΑΙΝΕΚ
(ΚΓΡΙΑ ΒΑΛΤαΤΖΗ)
Θυγάτηρ του ^αρώνου κα\ συνταγματάρχου
Εδουάρδου 'Ράϊνεκ και της κυρίας Ευφροσύνης, το
γένος Ν. Μαυροκορδάτου, η δεσποιν\ς Βιλελμίνη
'Ράϊνεκ.διεκρίθη έπι τριετίαν έν τη Αύλη ώς Κυρία
τίΐς Τιιιης. Είχε τάς άρετάς ευγενούς Γερμανίδος
και την χάριν της λεπτής συμπεριφοράς, τίτις διέ-
κρινε τάς Φαναριώτιδας. Ζησασα έν τω μ,εγάλω κο-
σμώ έγίνωσκε τάς εθιμοτυπίας των συναναστροφών.
Είχε παίδευσιν εύρεϊαν κα\ γλωσσομάθειαν. Λεπτή,
ζωηρά, υπερήφανου χαρακτήρας έτιμάτο κα\ ήγα-
πάτο ί/πό της Βασιλίσσης και των έν τη Αύλη.
Συζευχθεΐσα τον έκ Κωνσταντινουπόλεως τρα-
πεζίτην κυριον Άριστείδην Βαλτατζη έδρασε σπου-
δαίως έν τη έκεϊ κοινωνία. Ό αριστοκρατικός
αύτης οίκος ητο έπ\ σειράν ετών το κέντρον
εκλεκτού κόσμου.
Ή φιλόστοργος μέριμνα υπέρ της μορφώσεως
και διαπαιδαγωγησεως τών δώδεκα αύτης τέκνων
ύπήρξεν απαράμιλλος. Κα\ απολαμβάνει σήμερον
η ευδαίμων ]ΐΎίτηρ ηληρη τΛν Λθικην ικανοποίησιν
βλέπουσα τά τέκνα αυτής έν τω συνδέσμω τών
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
64
γάιιων εύτι/χη κα\ 'διαπρέποντα. Ή πρωτότοκος
αύτης θνγάτηρ, σνζνγος του κυρίου Ν. Δηλιγιάννη,
πρεσβευτοϋ της Ελλάδος έν Γαλλία, άμιλλάται δια
των σπανίων αΐ/τής αρετών κα\ χαρίτων προς τάς
ευγενείς του Αγίου Γερμανού Γαλλίδας.
"Αλλη αύτης θυγάτηρ, Λ σύζυγος του κυρίου
Α. Τομπάζη, επιτετραμμένου της Ελλάδος έν Πετρον-
πόλει, θελκτική, νοήμων κα\ συμπαθής, προσελκνει
τήν έκτίμησιν της έν η ζη ΐπΐ/ηλής κοινωνίας.
"Ηδη πρεσβϋτις ή κυρία Βιλελμίνη (Μίνα) Βαλ-
τατζη δεν παύεται δρώσα. Κατέχει από ετών την
προεδρείαν τών Κοσμητριών του Ζαππείου Παρθενα-
γωγείου, διαδεχθεϊσα τήν περινουστάτην άέίμνηστον
Λουκίαν Στεφάνου Καραθεοδωρή. Άλλα και η φιλο-
μάθεια και φιλοπονία αυτής διατηρείται ακμαία.
Εντρυφά κα\ νυν έτι είς τον κόσμον τών ύ\|/ηλών
επιστημών. Ή Αστρονομία είναι το αληθές έντρύ-
φημα τών μελετών της σπουδαίας ταύτης και λο-
γίας Έλληνίδος.
Ευγνώμων και άφωσιωμένη καρδία προς την
^αοίλισσαν 'Αμαλίαν δεν άπέλιπε νά έκπληραχτη
τήν προς αυτήν όφειλομένην ένδειξιν αγάπης και
σεβασμού. Έσπευσεν έκ Παρισίων νά μεταβη είς
Βαμβέργην, δπως έπισκεφθη τους έξορίστους Βα-
σιλείς, καθ' ην έποχήν ό σύζυγος αυτής διέμενεν
έν Παρισίοις νοσηλευόμενος. Κα\ ήτο τοϋτο ό τελευ-
ταίος αποχαιρετισμός, δν έδιδε προς τους άγαπή-
σαντας αυτήν.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
65
ΕΛΕΝΗ ΤΖΑΜΑΔΟΥ
(ΚΓΡΙΑ ΠΛΑΠΟΤΤΑ)
Έν τη ηρωοτόκω '^Τδρα γεννηΟειοΤα, ένθα διήλθε
τα πρώτα της ηλικίας της έτη, έκληθη έν τη Αύλη
η δεσποιν\ς Ελένη Τζαμαδοϋ ώς Κνρία της Τιμής,
έν η ανεδείχθη εντελώς αξία της ι;ι(/ηλης θέσεως.
Δι' αύτης έξεπροοτωπειτο άριζήλως ό ιστορικός οί-
κος τών Τζαμάδων και τοϋ νανάρχον Σαχίνη, θείον
αύτης έκ μητρός. Τυχούσα σοβαρας οικιακής αγω-
γής κα\ έχουσα έμ^υτον την εύγένειαν, εύπρέστει
δια του απαράμιλλου αυτής χαρακτηρος.
Το ΐηΐ/ιτενές αύτης παράστημα άνεδεικνυετο ύπό
το ύδραϊκόν ένδυμα• Λ άγαλματώδης αυτής κε<|αλη
έπλαισιοϋτο θαυμασίως έν τη χρυσοϋ^άντω μ π ό λ ι α
και ή μελάγχρους μορ<|η της ένέπνεε συμπάθειαν.
Άείποτε μετριό<|ρων, σοβαρά και άγαθη είχε κατα-
κτήσει τάς καρδίας τών περί αύτην.
Έλαβε συζυγον τον υίόν τοϋ ίίρωος της Πελο-
ποννήσου, τοϋ Δ. Πλαπουτα δστις μετά τοϋ Μπό-
τσαρη κα\ Μιαούλη άπετέλει την Έπιτροπείαν, την
μεταβασαν εις Μόναχον ϊνα προσ^έρη είς τον βα-
σιλέα "Οθωνα το έλληνικόν στέμμα. Ή τοϋ τίρωος
νύμ^η κυρία Ελένη Πλαπουτα διά της χρηστότη-
τας κα\ ευγενείας της έγένετο σύζυγος και μήτηρ
ευσεβής και υπόδειγμα οίκοδεσποίνης έν τη κοινω-
νία, έν η τόσον ητο αγαπητή• πλην πολλάς υπο-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
66
(ΤταοΓα Λθικάς δοκιμασίας ύπέκυ\(/ε προώρως είς της
λνπης τον μαρααμόν, θρηνηθειοα ί/πό πάντων.
ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΡΠΟΥΝΗ
(ΒΑΡΩΝΙΣ ΣΟΤΕΜΒΕΡΓ)
Εύο'τροφία κα\ χάρις πνεύματος, ευγένεια καρ-
δίας, άβρότης συμπεριφοράς, γλωσσομάθεια και
έπιμεμελημένη άγωγΐι χαρακτηρίζονσι την τριτότο-
κον θυγατέρα του αείμνηστου Ιωάννου Καρπουνη,
χρηματίσαντος διαγγελέως του βασιλέως "Οθωνος.
Έκ Μεσολογγίου καταγόμενος εϊ^ζεν έκπαιδευθη εν
Μονάχω, ένθα ένυμ^ευθη τΛν ώραίαν ^αρωνίδα
Στρουντζ. Έκ του ευτυχούς γάμου του απέκτησε
πολλά τέκνα, διαπρέποντα έν τη κοινωνία•
Προσκληθείσα Λ δεσποινίς Καρπουνη έν τη λύλη
ταυτοχρόνως μετά της δεσποινίδος Ελένης Τζαμα-
δοϋ προσείλκυσε, διά του άθελους κα\ ειλικρινούς
χαρακτηρος, τΛν μητρικΐιν στοργΛν της Βασιλίσσης
κα\ τίιν άγάπην των Κυριών. Έγένετο η χαϊδε-
μένη κόρη της Αύλης.
ΚατατομΛ εντελώς ελληνική, οφθαλμοί ζωηροί
μέλανες, ρ\ς εύθεϊα, χείλη μειδιώντα χαρωπώς, κόμη
έβενώδης, ανάστημα μέτριον, εύλυγιστον. Φιλόκα-
λος, έ^ερε μετά πολλής χάριτος το έλληνικόν έν-
δυμα. "ΙΙρεσκεν έν τοις άνακτορικοϊς χοροϊς Λ δτε
έφιππος έξήρχετο μετά της Βασιλίσσης. "Ήτο δν
εύθαλές άνθος έν ταΐς συναναστροφαΐς.
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
67
Κατά το ίτατατον της 1η€ Όκτωβρίον ταξείδχον
των ΒασΊλέων ανά τΛν Πελοπόννησον οτννοδενοι/σ'α
την Βααίλχύααν παρέατη αύτόπτις του έξαλλου έν-
θουοΊασμοΰ, μεθ' ου ό Λαός ί/πεδέχετο τοί/ς Βασι-
λείς. Άλλα ποϊον σπαραγμόν οδύνης και κατάπλη-
ξχν Λσθάνθη έν τη έτιχΟτρο^η εις Πειραιά, δτε είχεν
έκραγη η έπανάστασις της ΙΟ^ζ Όκτωδρίου ! Έτιί-
σ•τευοΓε, λέγει, δτι ουδέποτε πλέον Λδύνατο το ι,ιει-
δίαμα νά έπανθίσ"»! έπι των χειλέων α'\!αης. Απέ-
δειξε γενναϊον χαρακτήρα έν μέσω της κρισίμου
κα\ φοβέρας στιγμής, καθ 1\ν αγάπης και ενδείξεως
ευγνωμοσύνης ανάγκην είχον οί ατυχείς Βασι-
λείς. ΜΑ θελήσαοα ν' άποχωρισθή της Βασιλίσσης,
τίτις διά μητρικού <|ίλτρου περιέβαλεν αύτην από
της νεαρωτάτης ηλικίας της, δεκαεπταετους μόλις, δτε
είσήλθεν εις την Αύλήν, κα\ ίιν απείρως ηγάπα κα\
έσέβετο, Λκολουθησεν αύτίιν είς τίιν έξόρίαν.
Οι συγγενείς τής δεσποινίδος Καρπουνη, κατελ-
θόντες έξ Αθηνών ϊν' άποχαιρετησωσι τοΐ/ς Βασιλείς
και αύτΛν έν τω Άτμοδρόμωνι, ευρέθησαν έν προ-
κάνει κινδύνω ένεν:α τής ά^οσιώσεως αυτών προς
τους Βασιλείς. Ήναγκάσθησαν νά κατα^ύγωσιν έπι
τής έν Πειραιεϊ όρμουσης γαλλικής φρεγάτας «Ζη-
νοβίας», έν η έ^ιλοξενοϋντο ύπό του άντιναυάρχου
Τουσάρ έπι οκτώ ημέρας. Κα\ τότε Λ ]χήτηρ μόνον,
α{ άδελ^αι κα\ οί άδελ^ο\ αυτής άνήλθον είς Άθηνας•
ό δέ πατΛρ μετέβη είς Κέρκυρα ν. οπόθεν έπανέ-
καμ\1ίε μετά παρέλευσιν έτους.
Κατά τίιν διαμονίιν αυτής έν τη Αύλη τής Βαμ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
68
βέργης έγένετο Λ γλνκεΐα αύντρο^ος κα\ παρήγορος
της Βασιλίατοτης δια του ευγενούς κα\ μειλιχίου αυ-
τής χαρακτήρος.Είχε την δύναμιν της αγάπης, δα' ίίς
έδόνει τάς λεπτοτάτας χορδάς της άλγουαης καρδίας
της εξόριστου, κα\ έγνώριζε να στρέψη δεξιώς τΛν
δχανοχαν αυτής προς τΛν ^ωτεινΛν έστίαν της χαράς,
προς τίιν Έλληνικην γην, ίνα έπανα^έρη το μεαδίαμα
είς τα μα ραμμένα χείλη, τίιν ζωην είς τάς ώχρας
παρειάς της Βασιλίσσ'ης, ίίτις έπόθει να ζη διά του
πνεύματος ε{ς το Παρελθόν.
Έ^ερε κα\ έν Βαμβέργη, κατ' απαίτησαν της
ΒαοΊλίσσης, το έλληνικόν ένδυμα, δπερ θελκτικω-
τέραν ανεδείκνυε τΛν οΊτόχρουν μορ^ην της. Διέ-
μεινε παρά τη Βασιλίσαη, μέχρις ου συνέδεσε
τον βίον αύτης μετά του βαρώνου Σρόττεμβεργ,
δστις έκτιμήσας τάς πολλάς άρετάς της ώρεξεν
αύτη τΐιν χείρα. Μετά τοίίς ευτυχείς γάμους της
ΛσΟάνετο την χαράν νά βλέπη συχνότατα τΛν Βα-
σίλισσαν, ώς διαμένουσα έν τη πλησίον της Βαμ-
βέργης πλουσία του συζύγου της έπαύλει. Έν αύτη
έφιλοξένησε πολλάκις την Βασίλισσαν.
Παρούσα κατά τάς τελευταίας ημέρας και κατά
τον θάνατον της Βασιλίσσης, έθρήνησε πικρώς
ώς ευγνώμων κα\ φιλόστοργος θυγάτηρ. ΤΛν καρ-
δίαν αύτης έπληρου η αγάπη και λατρεία ευ-
γενούς συζύγου, άλλ' έσχε τίιν άτυχίαν νά στε-
ρηθη και τούτον. Μη έχουσα τέκνα, παρ' ών νά άν-
τλη την χαράν, τίιν (φαιδρότητα κα\ εΰτυχίαν της
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
69
μητρότητος, εί/ρίσ'κει άνακονί^ισΊν εν τώ μέσω των
προοτ^ιλών αύτης άδελ<|ών, ζώσα δλως εν τω 11α-
ρελθόντχ καχ φέρουσα το πένθος μετά γαλήνης καχ
καρτερίας χρχστχανχκής, έπχσπώσα το σέβας, την
συμπάθειαν καχ τον θαι/μασμόν των περχ αυτήν.
ΜΑΡΙΑ ΓΡΙΒΑ ΓΑΡΔΙΚΙΩΤΟΥ
(ΚΓΡΙΑ Δ. ΚΡΙΕΖΗ)
Έλλνχνχκή καλλονή, έλληνχκή χαρχς, έλληνχκόν
πνεύμα, ηρτυμένον δχ' άττχκου άλατος. Ωραία με-
λάγχρονς, ζωηρά, αί^ελης δχεσκόρπχζεν ακτίνας ευ-
φυΐας καχ ευθυμίας εκ των παμμελαίνων καχ ακτχ-
νοβολουντων αυτής οφθαλμών, εκ τών ροδοχρόων
χεχλέων της. Εχσελθοϋσα τω 1858 εν τη Αύλη η
χαρχτολόγος δεσποχνχς Γρίβα, δχέχεε παντού την φαχ-
δροτητα καχ τον άγνόν γέλωτα. Λησαονούσα τάς
πολλάς έθχαοτυπχας κατέρρχπτε, δχά τών ^ελών τών
αστεχσμών καχ του λεπτού σκώμματος, την σοβαρό-
τητα τών γηραχών υπασπχστών καχ το αυστηρόν
υφός της Μεγάλης Κυρίας. Οχ γέλωτες πάντων, ως
καχ τών Βασχλέων, αντηχούν τότε ανά τάς αίθουσας
καχ τους δχαδρόμους τών ανακτόρων.
Άλλα φευ! η ευτυχία καχ χαρά έξηφανίσθ ήσαν,
δτε τά ζοφερά νέφη της έπαναστατχκής θυέλλης
έκυκλωσ,αν τον θρόνον καχ την Αύλνχν. *Η ευλαλος
αηδών τών ανακτόρων έσίγησεν η κρυσταλλώδης
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
70
φωνΑ της Μαρίας δεν διηρηήνενε πλέον την φαι-
δρότητα! Ή πρώην χαριτολόγος κα\ αφελής Μαρία
ανεδιίχθη κατά τίιν οτοβαράν ατιγμην του έπελθόν-
τος σάλου άξιον τέκνον πατρός αγέρωχου, μεγαλο-
ι[;ύχου κα\ αφωσιωμένου τω Έθνει και τη Βαοτιλεχα.
Το σθένος της ηρωικής αύτης ι{;υχης κα\ η ανε-
ξαρτησία του φρονήματος διέλαμ\{;αν, ώς αι κεραν-
νοβύλοι ακτίνες της αστραπής, έν τω Άτμοδρόμωνι
δτε, ελέγχουσα τοΐ/ς έπιορκήσαντας ναυτικοί/ς τοϋ
πληρώματος, ηκουσθη λέγουσα προς αύτοί/ς μετά
φωνής διατόρου: «Εϊσθε ανάξιοι νά όνομάζησθε Έλ-
ληνες» ί Κα\ πλήρης υπερηφανίας, άιίτηφοϋσα την
μηνιν των έξοργισθέντων, κατήλθεν η γενναία και
είλικρινής κύρη τήν κλίμακα του Άτμοδρόμωνος
έπιβιβασθεϊσα της βασιλικής λέμβου, ϊνα άκολου-
θήση την Βασίλισσαν είς τήν έξορίαν, μακράν των
οίκείων, της γηραιάς μητρός και τοϋ προσφιλούς
μνηστηρος. Είς τοί/ς ικετεύοντας αυτήν Ινα λυ-
πηΟη την μητέρα της κα\ θελήαη νά έπιστρέιΐ/η εις
Αθήνας, άπεκρίνατο : «Ή μήτηρ μου έχει κα\ άλλα
τέκνα κα\ έγώ δευτέραν μητέρα, την ήδη δυστυχή,
ην δι' ούδένα λόγον εννοώ ν' αποχωρισθώ» ! Και
συναπήλθε μετά της λοιπής πιστής συνοδίας των
Βασιλέων εις Γερμανίαν.
Άλλα και ή Βασίλισσα, ώς μήτηρ φιλόστοργος,
άνταπέδωκεν αυτή τά ίσα. Περιέβαλε την νεαράν
Μαρίαν διά θερμής αγάπης, έχουσα αυτήν γλυκεϊαν
σύντροφόν της. Καΐ δεν ήθελεν άποχωρισθη της
Βασιλίσσης ταχέως, έάν καθήκοντα ιερά δεν έκάλουν
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
71
αυτίιν εις τΛν γην των πατέρων της. Υπεβλήθη η
^αοτίλχσατα Αμαλία εις τΛν θυσ'ίαν να οττερηθη της
αγαπητής της Μαρίας χάριν του αναμένοντας αύτην
ηνηοττηρος, και προέπεμ\|τεν αύτΛν διά των θερμό-
τερων ευχών.
Φαιδρο\ κα\ εύτι/χεϊς οι γάμοι της δεο'ποινίδος
Μαρίας Γαρδικιώτου μετά του νεαρού της μνησ'τηρος
τελεο'θέντες Λκτινοβόλησ•αν ανά τους δυο μεγάλους
και ένδοξους οίκους των Κριεζη κα\ Γρίβα. Άλλ'
η ^άσκανος μοϊρα, ^θονησ'ασα την εύτυχίαν κα\ την
οΊ/ζυγικΛν εύδαιμονίαν εκλεκτού ζεύγους, άπέκοι1;ε
μετ' ού πολι; το νήμα της ζωής της θελκτικής και
άληο'μονητου κυρίας Μαρίας Δ. Κριεζη.
ΡΗΓΓΙΝΑ ΦΙΛΩΝΟΣ
(ΒΑΡΩΝΙΣ ΒΓΡΤΖΒΟΓΡΓ)
Μετά την άναχώρηοΊν της δεσποινίδος Μαρίας
Γαρδικιώτου έκ της Αύλης της Βαμβέργης η βα-
σίλισσα Αμαλία, ήτις Λννόει τΛν ΑύλΛν αί/της νά
διατήρηση έλληνικωτάτην, προσεκάλεσεν ;!ξ Ελλά-
δος τίιν νεαράν δεσποινίδα Τηγγίναν Φίλωνος.
Ό έκ πατρός πάππος αυτής ού μόνον Λγωνί-
σατο ΐ/πέρ του Ίεροΰ Αγώνος, αλλά και την περι-
ουσίαν αύτοϋ προσηνεγκεν ι/πέρ της ελευθερίας.
Ό πατήρ αύτης ητο έκ τών σπανίων ανδρών της
Ελλάδος• ζώσα χρηστότης, φιλοπατρία κα\ γενναιο-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
72
^ροαύνη. Ά^ωσΊωμένος τη βασιλεία του Όθωνος κα\
της Αμαλίας, ουδόλως έπτοηθη κατά την Όκτω-
βριανΛν έπανάσ'ταοΊν ώστε να άποκρνπτη τα αληθή
αύτου φρονήματα, ώς έπραξαν πολλοχ άλλοι των εύ-
νοηθέντων καχ εύεργετηθέντων ύπό των γενναίων
ΒαοΊλέων. "Ών δε εχθρός άσπονδος τών ^ιαίων καχ
παρακαίρων πολιτικών ηεταρρνθμίο'εων, έπρέσβενεν
δτι οχ άγαθοχ βασιλείς είναι οι έκλεκτοχ της Προ-
νοίας αντιπρόσωποι, ορισθέντες ύπ' αύτης νά κν-
βερνώσι κα\ καθοδηγώσι τοί/ς λαοΰς• δθεν όλοτίτι;-
χως ά^ωσιώθη καχ τη νέα Βασχλεία. Έσπονδαοτεν
έν τη άκμαζοχίση τότε Ακαδημία της Κερκύρας ϋηο
τον άείμνηστον Γκΰχλ^ορδ. Έπχδοθεχς εχς την πο-
λιτικην διεκρίθη δια τίιν νομιμο^ροσύνην καχ άκε-
ραχότητα τών αρχών τον. Έξελέγετο πάντοτε βον-
λευτίις Λεβαδείας. Οί σνμπολχταί τον έλάτρευον
αυτόν. Έχρημάτχσε Πρόεδρος της Βουλής, έν έτει
1861, καχ Υπουργός της Παχδείας τω 1869. Έμόρ-
^ωσε μετά της έναρετωτάτης αυτού συζύγου χηοΐ/ς-
έν χρχστχανχκη εύσεβεία καχ ^χλοπατρία, οχτχνες
έξέχουσχν έν τω πολχτχκώ σταδίω, καχ θυγατέρας
δχαπρεπουσας έπχ υπερόχοις άρεταχς.
Ξάνθη, θελκτχκή, χαρχτωμένη, σεμνή η δεσποι-
νχς Τηγγίνα Φίλωνος, έχουσα λεπτην νοημοσύνην,
αντελήφθη ύπό ποίας περχστάσεχς έκληθη νά παρί-
σταταχ παρά τη Βασχλίσση, καχ έγένετο, δχά τών πολ-
λών αύτης αρετών καχ χαρίτων, άγγελος παραμυ-
θίας, άπομάσσουσα, δχά της αύταπαρνησίας καχ λα-
τρείας της, τά ρέοντα δάκρυα της έξορίστου. Νεω-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
73
τάτη εχχεν έαβρίθειαν καχ σοδαρύτητα χαρακτήρος,
καχ αχ ενστοχοχ αυτής όμχλχαχ έγοήτευον την Βασχ-
λιαοαν^ ϊίτχς ώς χδχαν θυγατέρα η'^άηηαεν αύτην.
Παρά τη Βασχλίσ'ο'η δχαμένουσα ώς Κυ(3χα της
Τχιιης συνεπλήρο^ο'ε την έκπαχδευσχν της, έξέμαθε
ξένας γλώσσας καχ έαορ^ώθη καθ' δλονς τοί/ς τρύ-
πους Λγεμονχκης αγωγής. Τα απάνχα αυτής προτερή-
Ι^ατα εχλκυσαν την έκτχμησχν κα\ την συμπάθεχαν
του βαρώνου Βυρτζβουργ, ου έγένετο σύζυγος.
Ό πατήρ τούτου, τέλεχος τύπος ευγενείας καχ
άρχστοκρατχας, είχε χρηματίσεχ εν Άθήναχς ϋπασπχ-
στΐις του ^ασχλέως Όθωνος καχ εχτα Αυλάρχης εν
Βαμβέργη, δχαδεχθεχς τον Π. Νοταράν.
Ή μήτηρ του έγένετο επίσης Μεγάλη Κυρία εν τη
Αυλή της Βαμβέργης, δχαδεχθεχσα την ^αρωνχδα
Ιΐλουσκώ^ τίτχς άπεχώρησεν ένεκα ασθενείας, ην
έπέφερεν αύτη η αλλαγή του χ<λίαατος.
Ή ^αρωνχς Βυρτζβουργ ητο άδελ^ίι του λόρδου
Λάχονς καχ της κομήσσης του Νόρ^ολκ. Ώς εκ της
ευγενούς καταγωγής καχ των μεγάλων αυτής αρε-
τών έλογίζετο εξέχουσα προσωπχκότης τής Βαυαρχ-
κής αριστοκρατίας. Απέθανε τω 1894 έν Βερολίνω.
Έν τοχουτω οχκω αρχαίας καχ ευγενούς άρχστο-
κρατίας ώς νύμ^η εχσελθοϋσα η Έλληνχς 'Ρηγγίνα
Φίλωνος έτίαησεν αυτόν δχά των πολλών αυτής χα-
ρίτων. Εχς τα σήματα τής ευγενείας τών Βυρτζ-
βουργ προσέθηκε τα εμβλήματα τών πατρχκών του
οχκου τϊας αρετών καχ την αχ^λην του χδίου εαυτής
ήθχκου κάλλους, καχ εχς τον μέγαν πλουτον την
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
74
εύπυιίαν, ην έπχδαψιλειίει εις τοί/ς χωρικοί/ς καχ
εργάτας των εκτεταμένων γαιών της βαρωνιας του
Βύρτζβουργ. Έ^άιιιλλος των ευγενών Γερμανίδων,
διαπρέπει έν τη ανωτάτη κοινωνία τιμώσ'α τον οίκον
του σ^υζυγου, το γένος και την πατρίδα αύτης.
ΞΑΝΘΗ Δ. ΧΑΤΖ1ΣΚΟΥ
(ΚΓΡΙΑ Δ. ΔΙΑΜΑΝΤΗ)
Τελευταία Κυρία της Τιμής παρά τη ^αοΊλίσοΊΐ
Αμαλία έν Βαμβέργη έγένετο ή θυγάτηρ της πρώην
τοιαύτης έν Άθιαναις Βασιλικής Μπασκλαβάνη.
ΣτιγμΛ σ'υγκινητικΛ και απερίγραπτος ΐ/πήρξε
δια την χήραν Βασίλιοτσ'αν ή έμ^άνισις της δεσποι-
νίδος Ξάνθης έν πενθίμω περιβολή, οδηγούμενης
ΐ/πό του πατρός της. — « Χατζισκε » ήδυνήθη ν'
άρθρωση η τεθλιμμένη Αμαλία, και οι λυγμοί και
τα δάκρυα απέκοψαν αύτης την ^ωνήν.Κα\ έκλαιε,
κα\ κρουνοί δακρύων έρρεον εκ τών γλαυκών της
οφθαλμών, λαμβάνουσα έκ τών χειρών της δεσποι-
νίδος Ξάνθης τον στέ^ανον, όν έκόμιζεν αύτη. Τού-
τον είχε πλέξει έκ τών ανθέων του έν Αθήναις ανα-
κτορικού κήπου, ίνα καταθέ(. /ΐ έπι του τά^ου του
αειμνήστου Όθωνος. ^Ησαν τα άνθη έκ τών ^υτών
εκείνων, άτινα έ^υτευθ ήσαν και έκαλλιεργήθησαν
τη μερίμνη της βασιλίσσης Αμαλίας, έθωπευθησαν
υπό της χειρός του "Οθωνος, κα\ η φυλλώδης αυτών
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
75
ΟΥ,χα πολλάκις τους έσ'κίασ'ε κηθημένουςύπ'αντά κα\
μελετώντας τα μεγάλα σ'χέοια ϋηΐρ της Ελλάδος !
Ή δεσποινίς Χατζίσ^κου ητο εις διάττων άσ'τηρ
έκ του ουρανού της Ελλάδος, η τελευταία παρη-
γοριά, ην έπεμπε ν η Ελλάς τη πρώτη αύτης Βα-
αιλίσσ•η. Έν τη μετ' αύτης σ•υνομιλία, ίίτις έγίνετο
έλληνΐ(Ττ\ και περί Ελλάδος κα\ Ελλήνων, αι ώραι
της μελαγχολίας έπέτων γοργά, αί τελευταϊαι του
βίου της ΒασιλίσοΊΐς στιγμαι καθηδυνοντο.
θελκτική, μελάγχρους η δεσ'ποινις Ξάνθη, έχουο'α
χαρακτήρας μορφής ζωηρούς, κεφαλήν άγαλματώδη,
παράσ•τημα μεγαλοπρεπές, κατεγοητευε τίιν Βασίλισ-
ααν, δτε κατ' έντολην της περιεβάλλετο το άλβα-
νικόν ένδυμα. Έβλεπεν έν αύτη ή Βασ'ίλισο'α μίαν
Δήμητραν, μίαν ώραίαν ΜεγαρίτιοΌαν.
Τη δεοποινίδι Ξάνθη Χατζίσ^κου διπλούν ΐ/πό
της Προνοίας ώρίο'θη να εκπλήρωση καθήκον παρά
τη Βασιλίσση: νά παραμυθήση αύτίιν κατά τάς πεν-
θίμους της χηρείας ημέρας, κα\ νά παραστη κατά
την ώραν του θανάτου αυτής. "Ήτο ή μόνη Έλλη-
νις τότε πλησίον της Βασιλίσσης, η αγαπητή αυτής
εγγονός, ώς ώνόμαζεν αυτήν: ((ΐηαρβίίίβίιΙΐΘ)). Έπ'
αυτής έπανεπαυθη το τελευταϊον βλέμμα τής πολύ-
κλαυστου βασιλίσσης Αμαλίας, και δι' αυτής έπεμώε
και το ύστατον χ α ϊ ρ ε εις την προσφιλή της Ελλάδα.
Έπανακάμιίτασα ή δεσποινίς Χατζίσκου εις Αθή-
νας συνεζευχθη τον έκ Θηβών βουλευτήν κυριον
Δ. Διαμάντην πλην είχε την άτυχίαν νά βρηνήαη
και του συζύγου αυτής ' τον πρόωρον θάνατον. Νυν
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
76
νέα ίτι Κ(ΐχ ωραία, ζη ϋηΐρ των τέκνων της κα\ δια
των αναηνΛσεων εν ιιέοΤίο τόσων τιμαλφών κετιιη-
λίων ψύ εικόνων.
ΣΓέι[;ωμεν δι' άιιαράντων ανθέων τάς Εικόνας καχ
τους Χαρακτήρας των καλών Ελληνίδων, αχτχνες
αποτελούν το μέγα και καλλχτεχνχκόν 2ύ|ΐπλεγ|ΐα
της Ανλης της ^ασ'χλίσ'ο'ης Αμαλίας. Αίταχ έκλέχ-
σαν δχ' ευγενούς δράσ'εως εν τιμέραχς εύτν^ζίας• και
δ(')ξης το Έθνος κα\ την Πατρίδα, καχ εν καχροχς χα-
λεποχς δχαηείνασαχ πχο'ταχ καχ ά(|)ωσ'χωμέναχ τη Βα-
σ'χλεία έπέσ'παο'αν του Έθνους τίιν εύγνωιιοοΊ/νην,
καχ τον Οαυαασ'αόν καχ το ο'έβας του πεπολιτχσ'ρ,ένου
κόσηου υπέρ της Έλληνίδος.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΣΧΕΣΙΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΙΣ ΑΥΛΗΣ ΕΝ ΤΗι ΚΟΙΝΩΝΙΑι
ΧΟΡΟΙ
Ι^'
Μ ι
ς εν τη Αύλη δχεκρίθησαν επιφα-
νείς Ελληνίδες, οϋτω κα\ εν τη
Έλληνικκί κοινωνία δ'ΐέπ£)ε\1;αν εύ-
ίί Ι'/Ο γενείς καχ προνομιούχοι υπάρξεις,
Ι >τ. μεγάλαι γυναικεϊαι προσωπικότη-
., ^Ίϊ\\^ τες, ίο^χυροι ηθικοί χαρακτήρες.
Ή έν τω οίκω και δια τ(ίϋ οίκου
ορασΊς αυτών έδημιούργηο'ε τον
αυσ'τηρόν οικογενειακόν 6ίον κατά
την έποχην έκείνην της κοινωνι-
κής όργανώο'εως, καθ' ίιν τα τίθη
και έθιμα έζυμοϋντο και άνεπλάττοντο.
Τοιαύτας Ελληνίδας, τοιούτους ηθικούς χαρα-
κτήρας η ^ασίλιοΌτα Άηαλία διέκρινε δια της λε-
πτής αυτής όξυνοίας και έτίιια δια τής ευνοί(ΐς της.
Ανται δε ήγλάϊζον τας αίθουο'ας αυτής και τους
ανακτορικοχ/ς χορούς.
^/ΑΙηί=|.\\ν\
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
78
Όπως δε η επικοινωνία αυτών μετά της Αύλης
καταοττη έγγντέρα είχον όριοτθη οκτώ ενιαύσιοι χοροί,
τέσσαρες μεγάλοι κα\ οί λεγόμενοι μικροί.
Πόθον δε διακαή είχεν η βασίλισσα Αμαλία να
έκπροσωπώνται οί ανακτορικοί χοροί από παν δ, τι
έξοχον εις γένος, ήρωισμόν, επισημότητα, πλουτον
κα\ κάλλος ί/πήρχεν έν τω έθνει. Φοβονμένη δμως
μη η εγχώριος αριστοκρατία, ίίτις τον μέγαν αυτής
πλουτον είχε θυσιάσει ύπερ τον αγώνος, διστάση,
έλλείι[/ει επαρκών μέσων, ν' άποδεχθή τάς προσκλή-
σεις, ένετείλατο ταΐς Κι/ρίαις τής Αυλής, ϊνα σι/ν-
ιστώσι θερμώς κατά τάς επισκέψεις αντών, δτι ή
μεγάλη επιθυμία τής Βασιλίσσης ητο νά προσέρ-
χωνται έν λευκή άμ^ιέσει, ^έρουσαι άντι κοσμηιχά-
των άνθη, έστω και φυσικά. Ούχ ήττον δεν άπη-
ξίου την πολυτελή περιβολην είς τάς πλουσίας εκ
του εξωτερικού Ελληνίδας• έπόθει μάλιστα νά §λέπη
αύτάς προσερχομένας είς τοί/ς ανακτορικούς χοροΐ/ς
έν ^αρυτίμω καλλωπισμώ. Έν τω συνδυασμώ τούτω,
ως έλεγε ν, ένεδεικνυετο είς τοί/ς παρόντα ς ύιΙ/ηλοΐ/ς
ξένους και διπλωμάτας το ιστορικόν μεγαλεΐον, η
ευγένεια και ο πλούτος τών ευπατριδών Ελλήνων.
Έν τοις μικροϊς λεγομένοις χοροϊς αί προσκλή-
σεις έγένοντο μεταξύ στενού κύκλου, από ανωτέ-
ρους αξιωματικούς του κατά γήν και θάλασσαν
στρατού, ί/πουργους, εξέχοντας πολιτευόμενους και
τους ξένους διπλωμάτας. Κατ' αύτοί/ς έδίδοντο και
παραστάσεις, ΐ?ιΙ)1βαυχ νίναηί», καθ' ας δεσποινίδες
ι/πεδυοντο, ώς έπι το πλείστον, πρόσωπα ηρωίδων
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
79
του Αγώνος. Διαοτώζεται των παραστάσεων εκείνων
είκών της δεο'ποχνίίος Αγγελικής Α. Κρχεζη, νυν
σεβαστής δεσπυίνης 'Ορλώ^, ήτις είχεν ί/ποδυθη
την Μπουμπουλίναν, εντός λέμβου κρατούσαν τηλε-
σκόπιον κα\ κατασκοπευουσαν το κατεχόμενον υπό
των έχθρων Παλαμήδιον. "Αλλη τις είκών της δε-
σποινίδος Γρίβα παριστά γυναίκα Κυμαίαν κρατού-
σαν ύδροχόην.
Έτέοπετο δι: η Βασίλισσα είς τοιαύτα θεάηατα
και έξεδήλου την χαράν αυτής λέγουσα : «Είδες^
είδες, πόσον ώραΐαι ήσαν αί έλληνοπούλαχς μας εις
την σκηνΛν μέ τάς ωραίας έλληνικάς ενδυμασίας !
Έπι πολύ έσκεπτόμην αύτάς την νύκτα μέ τους
ζωηρούς κα\ ωραίους χαρακτήρας της μορφής των».
Πολλην μεγαλόπρεπε ιαν και επιβλητικότητα πα-
ρίστων επίσης οι μεγάλοι άνακτ-ορικο\ χοροί, διεξα-
γόμενοι έν πάση αύστηρότητι και εθιμοτυπία, κε-
κανονισμένων δντων των ορίων των προσκλήσεων.
Κατά τό τότε επικρατούν σύστημα, αί εκ τού εξω-
τερικού έν Αθήναις παρεπίδημοι Ελληνίδες Λδύ-
ναντο να λάβωσι πρόσκλησιν χορού τη συστάσει
τής Πρεσβείας, τίτις άντεπροσώπευε τΛν χώραν, έν η
αύται ήσαν έγκατεστημέναι.
Οι κεκλημένοι προσήρχοντο εν τέταρτον πρό των
ένέα. ΤΛν 9^^ ώραν ακριβώς εισηρχοντο ό Αυλάρ-
χης, η Μεγάλη Κυρία, οι Τπασπισταί, αί Επίτιμοι
Κυρίαι, αί έπ\ τών Τιμών, οι Διαγγελεΐς, κα\ άνηγ-
γέ?\.λετο η έλευσις τών Βασιλέων.
^Ητο ώραϊον και γρα^ικώτατον τό θέαμα τής πα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
8ο
οελάσιος. Οι Βασιλείς καταλαβόντες τοι/ς θρόνους,
περιείίτοιχίζοντο υπο των οιπλωματών και των έηχ-
ίΤϊχηυτήτων. Πρώτος ό Βαοηλεΐ/ς €ΐπέτεινε τον λογον
προς τοί/ς πρε'α6εις, Λ Βασίλισσα προς τάς Κυρίας
των πρέσβεων κα\ τανάπαλιν. Είτα ή ομιλία έγε-
νικεύετο, μεΟ' ο έδίοετο το σύνθηιια του χοροϋ, όν
ίίνοιγεν ό Βασιλεί/ς δια της πολονέζας.
*Η Βασίλισσα ώς Λγάπα το θέατρον κα\ τίιν
ιππασίαν οϋτω καχ τον χορόν έχόρευε δε θαυμά-
σιους κατά τα πρώτα ετη, οτε ίιτο λεπτο^υής και
ευλύγιστος.
Καίτοι αυστηρά περί τίιν έθιμοτυπίαν εθεάθη
πολλάκις να διασχίζα τα ζεύγη των χορευτών, να
πίΐραιιερίζη ιιόνη τα καθίσματα. Έβάδιζε προς σύ-
ζυγον στρατηγού η (Ιγωνιστοϋ, ίιν το έταστικόν
ρλέμμα της είχε διακρίνει καθημένην μετριο^ρόνως.
Το αυτό έπραττε και ό Βασιλεύς συχνάκις. Αι δέ
νεαραι δεσποινίδες και θυγατέρες αυτών τών αγω-
νιστών υπερη^ανευ()μεναι, έλεγον έν τω κύκλω
αυτών : «Κάποιο πάλι ^ α κ ι ό λ ι άνεκάλυψαν οι
Βασιλείς κα\ πηγαίνουν να χαιρετίσουν». Ναί! οι
Βασιλείς δια της έγκαρδιωτάτης ευνοίας περιέβαλ-
λον τάς άρχαϊκάς δσον και συνετάς έκείνας Ελλη-
νίδας, εί/ρίσκοντες λόγους εύπροσηγόρους ν' άπο-
τείνωσι προς αύτάς. Ή ^ωνη αυτών ενείχε την
αληθή συμπάθειαν και στοργήν. Έγνώριζον, δτι η
Ελλάς εις τους ίίρωας πατέρας κα\ συζύγους των
ίο^ειλε την διά τών όπλων και του αϊματ()ς των
κτηθεΐσαν έλευθερίαν κα\ τον θρόνον αυτών.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
8)
Πολλην δ' έκτίμησιν άπέδχδε ηρος τάς Φανα-
ριώτιδας, τάς εύγλωττους έκείνας διεριιηνεϊς του
λεπτού πνεύματος, της έπιμεμελημένης ανατροπής
κα\ της βαθείας ελληνομάθειας κα\ γλωο'σομαθείας,
τάς διαπρει[;άοτας προοτωπικότητας έν τη Έοτπερία, τω
Βυζαντίω καχ ταΐς ΙΙαρχατρίοις χώραις, έξ ών πολλαι
ηο'αν μητέρες κα\ θυγατέρες των προμάχων και εθνο-
μαρτύρων, οϊτχνες ύπέοττηααν τΛν έξορίαν, την άγχό-
νην κα\ τον ο^ταυρόν υπέρ των πατρίων, Ελληνισμού
και Όρθοδοξίας. "Εχουοπν ούτοι απαράγραπτα δικαιώ-
ματα εύγνωμοοΊ/νης έπι του "Εθνους. ΤΛν οΊ/ζυγον
του έθνομάρτυρος Κωνσταντίνου Μουρούζη πριγκί-
πιοΓοταν 'Ραλλου, κα\ τάς ευγενείς αυτών θυγατέρας
Μαρίαν Τι1;ηλάντου, Ζωην ΣούτοΌυ κα\ Εύ^ροο'ύνην
Τυπάλδου και τλν κυρίαν Σκαρλάτου Σούτοτου Λ Βα-
οτίλιοτσα διά πολλής περιέβαλλε φιλίας κα\ έκτιμήσ'εως.
Επίσης τάς κυρίας Έλένην Ιωάννου Σούτσου και
Κωνσταντίνου Ζωγράφου, θυγατέρας του πρώην Λγε-
μόνος της Μολδοβλαχίας Μιχαλλ Σούτσου, κα\
τίιν Λγεμονικγιν νύμ^ην αύτου Τωσσίδα, το γένος
'Οβρέβσκη, μητέρα της ευγενέστατης κα\ φιλάνθρω-
που κυρίας Ναταλίας Σούτσου. Περιείπε τίιν εύγέ-
νειαν των τρόπων της κυρίας Περικλέους Αργυρο-
πούλου, την ευρύτητα των γνα>σεων και ^αθύνοιαν
κα\ μεγαλο^ροσύνην της κυρίας Σπυρίδωνος Τρι-
κούπη. Ήγάπα κα\ έτίμα τάς κυρίας Άνδρομάχην
Μάρκου 'Ρενιέρη, Λουκίαν *Ρίζου, μεθ' ών συνειρ-
γάσθη διά τίιν σύστασιν της «Φιλανθρωπικής Κυ-
ριών Εταιρίας», κα\ τΛν ϊδρυσιν του «Άμαλιείου
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
82
Όρ^ανοτρο^είονΛ. "Ηθελε ν άποβη μακρά ή άπα-
ρίθηηαχς των ονομάτων τοο^ων περιφανών Ελληνί-
δων, αϊτχνες ού μόνον παρίσταντο κατά τοί/ς ανα-
κτορικοί/ς χορούς, αλλά και συνεχώς έγίνοντο
δεκτα\ παρά τη Βαο'χλίσΌ'η είς ίδιαιτέραν άκρόασιν.
λνταχ έο'χημάτισ'αν και τάς πρώτας αίθουσας, εν
αΐς έπέπνεε το λεπτόν του επαγωγού πνεύματος
κα\ της έξιδχασ'μένης χάριτος των συναναστροφών
κα\ έθιμοτυπιών του μεγάλου κόσμου.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ
Ή Ελλάς άνακυι|/ασα έκ του λήθαργου, εχς
ον εχχε ρχι!;εχ αυτήν τεσσάρων αχώνων σκληρά δου-
λεία, παρέστησε τω πεπολχτχσμένω κόσμω φαχνόμε-
νον θαυμάσχον καχ μοναδχκόν μεγάλης συγκεντρω-
τχκης δυνάμεως, πολεμχκης, Λθικης καχ πνευματχκης.
Έν μέσω του γενχκοϋ ετχ θορι;βου τών αχματηρών
αυτής αγώνων, έν μέσω τών έρεχπχων τών πόλεων
της δχέλαμ\|/εν η πνευματχκη εκείνη λάμιίας, ίχν ηνα-
\1;εν ή πνοή της Ελευθερίας, καταυγάσασα έπχ του
έλληνχκοϋ ορίζοντος. Καχ οχ χεροφάνταχ του πνευμα-
τχκοϋ πυρός, κρατούντες ανά χεχρας τον άνημμένον
πυρσόν, συρρέουσχν έκ τών απωτάτων κέντρων έη\
τον πατρίου εδάφους, έν τη εστία του έλληνχσμοϋ,
χνα μεταλαμπαδεχ;σωσχ το φως της παχδείας καχ
της επιστήμης. Εχναχ ουτοχ οί δχάδοχοχ κα\ άπόστο-
λοχ τών μεγάλων εκείνων προμάχων κα\ σκαπανέων
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
83
των ελληνικών γραρ,μάτων, οϊτχνες, δια του λόγοιτ
κα\ της γρα^ίδος, παρεακευαααν χό νιέγα έργον της
Αναγεννήσεως. Καχ παρά τοχς δα^νοστε^έσχν αγω-
νχσ'ταχς, παρά τοχς ένδόξοχς νανιιάχοχς καχ πνρπο-
λνχταχς, παρά τοχς έξόχοχς πολχυχκοχς, δχακρχνονταχ
οχ πρυτάνεχς του άαβωνος καχ των γραμμάτων, οχ
Μχσαηλ Αποστολίδης καχ Θεόκλητος Φαρμακχδης,
Οχκονόμος ό έξ Οικονόμων καχ Κωνσταντίνος Κοντο-
γόνης, Φχλχππος Ιωάννου κα\ Κωνσταντίνος Άσώ-
πχος, Γεώργχος 'Ράλλης καχ* Ιωάννης Σούτσος, ΓΙε-
ρχκλης Αργυρόπουλος καχ Σπυρίδων Πήλχκας, Κων-
σταντίνος Σχχνάς καχ Νεόφυτος Βάαόας, Γεώργχος
Γεννάδχος καχ Ιωάννης Κοκκώνης, Σπυρίδων Τρχκοχ;-
πης καχ Ιωάννης Φχλήαων, Αλέξανδρος *Ραγκα-
βης καχ Σκαρλάτος Βυζάντχος, Νχκόλαος Δραγού-
μης καχ Λέων Μελάς, καχ άπασα η έπχ^ανης χορεία
των σο^ών καχ έπχστημόνων, ποχητών καχ ρητόρων.
Οχα δντως θαυμασία συγκέντρωσχς τροπαίων καχ
άθλων ! Οχα ηθχκη καχ πνευαατχκη άταόσφαχρα εν τη
άναγεννηθείση Έλλάδχί Καχ δεν δυνάμεθα να εχπω-
μεν, δτχ εκπροσωπεί αύτη εν σμικρω την χδέαν της
Λθικης εκείνης ατμοσφαίρας, περχ τίς λέγεχ ό Τ3,ίηβ
δτχ άπαντα κατά τάς μεγάλας καχ όνομαστάς έπο-
χάς τού Περχκλέους, τού Αύγουστου του Αλεξάν-
δρου, τού Λουδοβίκου ΙΔ' κα\ των Μεδίκων ;
Τεμένη Μουσών, Πανεπχστήμχον, Φχλεκπαχδευ-
τχκη Έταχρία, Πολυϋεχνχκόν σχολεχον, Γυμνάσχα,
Σχολεχα, Βχβλχοθίακαχ καχ Άστεροσκοπεχον Ιδρύον-
ται έν Άθήναχς. Έταχρίαχ Έπχστημονχκαί, Άρχαχο-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
84
λογικΑ, ΦίΓΟΊογρα^ικΛ κα\ Ιατρική, Σύλλογοι και
αθλοθεσίαι ο'ννιατώνται. Μέγαρα φιλανθρωπίας κα\
Νοσοκομεία εγείρονται, πάντα τη γενναία χορηγία
^ιλοπατρίδων ανδρών ευεργετών του Έθνους, των
χύης εθνικής εύγνωμοοΰνης αξίων και ένααίλλων
τοϊς άγωνισταϊς και ναυμάχοις του ΕίκοοΊενα, τοις
διδασ'κάλοις κα\ έπιστήμοοη της Άναγεννήσ'εως.
Έπιπνέει παντοχόθεν η πνευματικΛ πνοή, άνα-
θάλλει ο νέος §ίος, εξεγείρεται ή εθνική φιλοτιμία,
ενθουσιά ή όργωσα προς μάθησιν νεολαία ί/πό την
άγαθήν και φιλομουσον Βασιλείαν του Όθωνος και
της Άιιαλίας.
Πρώτος ιδρυτής του Εθνικού Πανεπιστημίου
ό Βασιλεύς. Προστάτης του έν έτει 1837 ίδρυθέντος
Πολυτεχνικού σχολείου ό Βασιλεύς• Ιδρυτής δε τού-
του κα\ πρώτος διευθυντής ό Βαυαρός Ζέτνερος.
Προστάτης της Φυσιογραφικης κα\ της Ιατρικής
Εταιρίας ό Όθων, κα\ πρόεδροι οί δυο αρχία-
τροι αύτοϋ Κάρολος Βίπμερ και Βερνάνδρος 'Ρέζερ.
Χορηγός δε του έν έτει 1836 ιδρυθέντος Πολιτικού
Νοσοκομείου « Έλπίς » ό γενναίος αύτοϋ φιλέλλην
πατήρ Λουδοβίκος προσενεγκών 65000 φοίνικας.
Άλλα και ό Όθων υπέρ του ιδρύματος έχορήγησε
χρηματικόν ποσόν και ή βασίλισσα Αμαλία έκ του
ίδίου αΐ/της ταμείου.
Ζηλώτρια και προστάτις τών γραμμάτων και τών
φιλανθρωπικών καθιδρυμάτων ή βασίλισσα Αμαλία
ανεδείχθη πάντοτε. Έτεινε χείρα άρωγόν, ένθαρρυ-
νουσα δια της ποοστασίας αυτής πάν έθνικόν και
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
δ5
κοινωφελές. Τρανότατα δείγματα εύνοιας και εκτι-
μήσεως έπεδαι1ίίλεν(Τε προς τάς πρώτας τότε και
ύπερεχουσ'ας διδασκάλους και παιδαγωγούς. Τη άει-
μνήστω Ελένη Πιτταδάκη, πρώτη έλληνίδι διοργα-
νώτρια σ^ολεΐ'-ον του θηλεος ^υλου εν Ελλάδι, ειχεν
έμπιστευθη έν τω ιδιωτικω αύτης Παρθεναγωγείο)
έσωτερικάς μαθήτριας ΐ/ποτρό^ους της, και δι' επι-
στολής φιλόφρονος και δακτυλίου αξίας εξεδήλωσε
τΛν προς αυτήν [}ασιλικΛν ευνοιαν. Την διδάσκα-
λον κα\ συγγρα<|έα παιδαγωγικών έργων Πολυτίμην
Κουσκουρη, τίτις και το πόνημα -αυτής «Γεωγρα-
^ίαν της Αρχαίας Ελλάδος» αφιέρωσε τη ^ασιλίσση
Αμαλία, εΰνοήσασα εϊχεν αποφασίσει νά πέμτ|τη εις
Γερμανίαν τη χορηγία αυτής, ϊνα σπουδάση τα έκεϊ
παιδαγωγικά συστήματα• πλην ή ^ροτολοιγός χολέρα
άφήρπασεν αυτήν στερήσασα τον κυκλον των λο-
γίων Ελληνίδων σπουδαίου μέλους. Τήν παρ' ημΐν
σεβαστήν κυρίαν Αικατερίνην Αβραμιώτη έκτιμή-
σασα δια το ιδιοφυές αυτής καλλιτεχνικόν αίσθημα
και τήν είς τα γράμματα έπίδοσιν, απέστειλε δι' ίδίων
εξόδων, έν έτει 1851, είς Έλβετίαν ϊνα ΐδη και με-
λετήση τον διοργανισμόν των έκεϊ Παρθεναγωγείων.
Και τήν φιλέλληνα Φανήν Χιλλ μεγάλως έτίμα, έν
τω Παρθεναγωγείω της οποίας έξεπαιδεύοντο αί θυ-
γατέρες της ανωτέρας κοινωνίας.
Το δέ Άρσάκειον έθεώρει το άνώτατον έκπολι-
τιστικόν και μορφωτικόν κέντρον των θυγατέρων
του Ελληνισμού. Πανεπιστήμιον κα\ Άρσάκειον ήσαν
έν τη διανοία αυτής οι δυο φωτεινο\ φάροι, έξ ων
Οί9ίΐί
ί^άϋγΟοο^Ι^
86
έμελλε να ^ωτισθη η μέλλονοΤα γενεά. Άξιουοτα το
Άρσάκειον της μεγάλης αύτης ηερίανης έπεοτκέπτετο
αντυ κα\ παρευρίσκετο τακτικώς κατά τάς ενιαυ-
σίους εξετάσεις. Αι Διευθυντριαι αυτού άπέλαυον
της ιδιαιτέρας εύνοιας της. Ή γνώμη της αειμνή-
στου Σεβαστής Μάνου, της μεγάλης ταύτης άριστο-
κράτιδος του γένους, του φρονήματος κα\ της καρ-
δίας, ίίτο άσπαστή. Ύπό την αύστηράν κα\ έμφρονα
αυτής διευθυνσιν ώς και ύπό την τής δυάδος, των αει-
μνήστων Άμεναίδος Καβανιάρη κα\ Καλλιόπης Πε-
τροκοκίνου, είτα σεβαστής δεσποίνης Μεσηνέζη, το
Άρσάκειον ανεδείχθη έν άπάση τη αϊγλη του εθνι-
κού αύτοϋ σκοπού.
Το «Ό^θαλμιατρεϊον», δπερ οφείλεται εις τΛν
είσήγησιν του αειμνήστου κα\ φιλανθρωποτάτου αυ-
λικού ιατρού Βερνάρδου 'Ρέζερ, διετέλει ύπό την
προστασίαν τής βασιλίσσης Αμαλίας, «τής εις παν
αγαθόν και κοινωφελές προθυμως παρεχούσης την
άοωχήν της», ώς λέγει ο άοίδιμος Φίλιππος Ιωάννου.
Το φερώνυμον φιλανθρωπικόν ίδρυμα « Άμαλίειον
Όρφανοτροφεϊον», ιδρυθέν τω 1855 μετά τήν §ροτο-
λοιγόν χολέραν, δτε τοσαι είχον άπορφανισθή, εί/ρεν
έν τη Βασιλίσση μεγάλην αντιλήπτορα, και προστά-
τιδα. Είργάσθη ου μόνον κατά την συνταξιν κανο-
νισμού, αλλά και προς έξασφάλισιν πόρων, προσθέ-
σασα είς την εξ 60 χιλιάδων δραχμών συνεισφοράν
τής άοιδίμου Μαρίας ^Υψηλάντου, εις ίιν οφείλεται
και ή ιδέα τού έργου, γενναΐον ποσόν επίσης και
τά έναπολειφθέντα εκ τού χρηματικού εράνου τού
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
87
υπέρ τίχς έπανααΓο,σ'εως του 1854, ατχνα προσέφε-
ραν εις αυτό τη υι[;ηλη ενεργεία της.
Σιτνεσ'τήθη δε «Φιλανθρωπική Κυριών Εταιρία»,
η πρώτη εν Ελλάδι οτυατηιιατοποιηθεϊαα γυναικεία
φιλανθρωπική δράσις, ΐ/πό την άιιεσΌν προστασίαν
τκίς βασιλίσσης Άηαλίας. Εξελέγη πενταμελής Επι-
τροπεία, τεσσάρων Κυριών και ενός Εφόρου, εκ
των τακτικών ηελών, τη έγκρίσει της Τι|τηλης
Προστάτιδος, όνοιιασθεΐσα : « ΈπιτροπΛ διοικούσα τα
της Φιλανθρωπικής εν Αθήναις Εταιρίας και τα
του Άιιαλιεΐου 'Ορφανοτροφείου». Αι πρώται άπαρ-
τίσασαι τΛν Έπιτροπείαν ήσαν αί Κυρίαι Μαρία
*Υι1τηλάντου, Κυριακουλα Κριεζη, Ανδρομάχη Μ. Τε-
νιέρη, Λουκία 'Ρίζου και Ζωη Σούτσου.
Τάς γραμμάς του διπλώματος διαπνέει ευσέβεια
και αγαθοεργία, έχοντος ^οί/τω :
^ΛΛΗΝΙΚΟΝ ^Α^ΓΛΑΡΧΕΙΟΝ
«Ή Α. Μ. ή Βασίλισσα, κατά το 3°^ άρθρον
του Δχοργαν^σμοϋ της Φιλανθρωπικής Εταιρίας και
του Άμαλιείου 'Ορφανοτροφείου, ηυδόκησεν ϊνα Σας
διορίση έπι τριετίαν Μέλος της Διοικούσης Επιτρο-
πής, σκοπόν έχουσης την διευθέτησιν του έν Άθή-
νοις συσταθέντος Άμαλιείου Όρφανοτροφείου».
«Ή Αυτής Μεγαλειότης», γνωρίζουσα τα φιλάν-
θρωπα Υμών αισθήματα, έχει πλήρη την πεποί-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
88
θηοΊν δη θέλετε δείξει πάντα ζήλον κα\ δικαιώσει
οντω κατά πάντα την εύαένειαν της Α. Μεγαλειύ-
τητος κα\ τάς ελπίδας των ορφανών και του κοινού».
Έκ τών /Ανακτόρων, τ^ 20ϊ "1ο\)^ίο\) 1855.
Καθ-' 6φηλήν διαταγήν τί)ς Α. Μ. τί)ς Βασιλίσσης.
•Ο ανλάρ^ζπς
Π. ΝΟΤΑΡΑΣ
Ώς πρώτον δέ οίκηιια, έν ω έατεγάο^θη το Άμα-
λίειον Όρ^ανοτρο^εΐον, έχρησίαενο^εν η οίκία τοϋ Κα-
ρατζά, νυν Κουμουνδούρου, η παρά την «Πλα-
τεϊαν της Ελευθερίας». Το δε (|)ερώνυμον Μέγα-
ρον ϊδρυο'εν η γενναιοδωρία και φιλοπατρία των ευ-
γενών τέκνων της Ελλάδος. Ήξιώθη το Όρ^ανο-
τρο^εϊον τών θηλέων της υψηλής προο^ταο'ίας των
Βασ'ιλισ'αών και της Επιτροπείας τών μάλα διαπρεπών
Κυριών ί/πό τίιν προεδρείαν μεγάλων ευεργετίδων,
ως της αειμνήστου Μαρίας Τψηλάντου, Ζώης Σού-
τσου, Σουλτάνας Κωστή και της νυν ευγενούς Κυ-
ρίας Ί^ιγενείας Συγγρού, της έν παντι φιλανθρω-
πικά) έργω πρωτοστατουσης.
^Ητο ανεξάντλητος εις επιχορηγήσεις προς έργα
φιλανθρωπίας ως και εύποιίας προς άτομα. Έκτος
τών 100 χιλ. δραχμών, ίις ένιαυσίως διένεμον οί
Βασιλείς έκ του ίδίου αυτών ταμείου, Λ Βασίλισσα
κατά τρόπον χριστιανικώτατον έξετέλει τήν εύποιίαν
διά τών Κυριών της Αυλής, και ίδία διά της Με-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
^οο§ι^
89
γάλης Κυρίας, καχ πολλά ανέκδοτα αναγραφής άξια
φέρονται ανά τους κύκλους των ειδύτων.
ΦΙΛΟΚΑΛΟΣ ΜΕΡΙΜΝΑ
Το αίσθημα της φιλοκαλίας και του εξωραϊσμού
έν τη διάνοια της βασιλίσσης Αμαλίας δέν ητο
υποδεέστερον των άλλων βασιλικών αυτής αρετών.
Πλην του Οίκου αυτής και του ανακτορικού κήπου
έπεξέτεινε την ύιΐ/ηλτίν μέριμναν κα\ έν τη τότε άνοι-
κοδομουμένη Πρωτευουση, έν τοις πέριξ των Αθηνών
χωρίοις κα\ έν διαφόροις πόλεσι του Κράτους, ας
έπεσκέπτετο, παροτρύνουσα και καθοδηγούσα άρ-
χοντας και προκρίτους. Πάσαν προσπάθειαν κατέ-
βαλλεν, δπως έξεγείρη εις τον λαόν την άγάπην προς
τα φυτά και τά ζώα, προς την καλλιέργειαν κα\
κτηνοτροφίαν, δι' ων προάγονται κα\ εύδαιμονοϋσιν
οι λαο\ κα\ αί κοινωνίαι.
Ώς κυρία εστία του Κράτο'ΐΓς αί Αθήναι έξω-
ραΐσθησαν πρώται διά της συντόνου μερίμνης και
περινοίας της Βασιλίσσης. Έπ\ του πρώην ανω-
μάλου κα\ χέρσου εδάφους έφυτευθησαν παντοειδή
δένδρα και θαμνώδη φυτά. Τερπνο\ κήποι έσχημα-
τίσθησαν και άνέθαλον. Ό τών «Μουσών» χαριέ-
στατος κήπος με τον ευώδη πορτοκαλεώνα αύτοϋ,
ό δίδων την καλλωπιστικην διίαν εις τά Ανάκτορα
κα\ την Πλατεϊαν του Συντάγματος. Το άντικρχ/ του
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
90
υπουογείυυ των Οικονομικών Ηικ(^ον άλσος, «Κήπος
του ΚλίΐυΟηώνος» η «των ΑακΓ^ύων» κληθείς ^£>α-
οι;τΐ'{3ον. Έ^ντεύΟη τύ ιιικρον τοϋτο κοίλον έιιβαδό\'
χίίοιν της γειτνιάσεοος του προς το πρώτον Άνά-
κτορον. Έν αυτώ πτελε'αι κα\ πεϋκαι, πλάτανοι
και κυπάρισσοι οιασταυροϋσι το φύλλωμα των. Έτε-
ρος ύ παρά το Κεραηεικίίν, «Κήπος του λαοϋϊ»
κληθείς, ηέ ίδιόρρυθιιον σχέοιον έχαράχθα. Δενδρο-
στοιχία πυκνή άπ' Αθηνών εις Πειραιά άναλώυ,ασι
της Άμιιλίας έγένετο. Διπλή δενδροστοι^(ία έν τη
((>ερωνυμω «Λε6)φόρω Αμαλίας» ί|)\/τευθεΐσα παρέχει
νυν τΛν ευεργετικην και άνιιι>υκτικην σκιάν της
κα\ άσυλον εις τάς ίιδυ?νάλους άηδδνας, ων το ασ'μα
διαχυνόμενον πληροί μελωδίας τον αίθέρα. Οι άνυδροι
και ξηροί λόφοι της ΙΙνυκός οι παρά την Άκρό-
πολιν, του "Αντρου τών Νυμφών, του Λυκαβητοϋ
εκ δενδρυλλίων άνεδασοϋντο, στεφανοϋντες την εκ
της βάσεως αυτών άναδυομένην πολιν, ρυμοτομου-
μένην και έξωραϊζομένην διά πολλών ωραίων και
κομύών οικοδομών.
Οι δ'έν τη πόλει* συχνοί αί/της έφιπποι περίπα-
τοι σκοπόν εϊχον το ο^φέλιμον και την ά μέσον έπί-
6λε\[;ιν πάσης ενεργείας. Μετά συγκινήσεως άνα-
μιμνήσκονται οι επιζώντες έτι σύγχρονοι της τότε
εποχής όπόσον ένεργόν μέρος ελάμβανε διά τά
εκτελούμε να έργα του καλλωπισμού της πόλεως.
Συχνάκις έλεγε προς τον άοίδιμον Γεώργιον Σκου-
φον, Δημαρχον δντα : « Κύριε Δήμαρχε, δεν έπο-
τίσθησαν τά δένδρα• δεν έφυτεύθησαν τά μέρη
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
9ί
εκείνα»• η: «Δχατ\ επιτρέπετε εν τη όδώ Έρμου
και Αίολου να παραμένωαιν αααξαχ καχ κάρρα άπε-
ζενγμένα καχ βαρέλχα καχ τόσα άλλα, άύχηηί-
ζοντα την πόλχν μας;» Καχ οί ρέκταχ καχ ^χλοπ()-
λιδες Δήμαρχοχ πόσα δεν επραττον έργα προθυμο-
ποχουμενοχ, δχά της άκρας αυτών δραστχκότητος,
ν' άναδεχξωσχ τάς Άθηνας πόλχν εχ;ρωπαχκήν !
"Αλλοτε πάλχν προς τον τότε Πρυτανχν του Πα-
νεπιστημίου γεραρόν Κ. Άσώπχον έλεγε: «Κυρχε
Πρντανχ, έως πότε θα ύπο^έρη η Σχ;γκλητος αυτά
τα άπ^ναντχ του Πανεπχσ'τημχου σπχτάκχα; αγο-
ράσατε τα, ρχι|/ατε αυτά καχ ^ντεύαατε κηπον, δχά
να γεχνη εϋμορ^ον αυτό το Παλάτχ της σπουδα-
ζουσης νεολαίας, τίτχς πρέπεχ νά αυνεχθίση εις την
^ιλοκαλίαν».
ΠΥΡΓΟΣ ΤΗε ΒΑΣίΛίζεκε
Ή έξοχχκτχ αύτης έπαυλχς «Πύργος της Βαο'χλχσ'-
σ'ης», ην ώνόμαζεν «Έπτάλο^ον», ώκοδομηθη, τω
1854, κατά ρυθμόν γοτθχκης αρχιτεκτονικής, συνι-
σ'ταμένη εκ μιας αίθουοΊας καχ ενός υπνοδωματίου- δχε-
κόσμησ'ε δε αύτην έσωτερχκώς ό άρχχτέκτων Βουλανζέ.
Την έπαυλχν ταυτην κατέστησε κέντοον των κοινωφε-
λών αυτής έργων υπέρ τής αναπτύξεως τής γεωργίας
καχ κτηνοτροφίας. Μετε^)υτευθησαν, καθ' υιίτηλην
αυτής έντολην, έν τοχς πέρχξ μωρέαχ καχ άμπελοχ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
92
καχ ποικίλα άγροστοειδη ^υτα, άτινα έτη τούτω
έκοχιίόθηααν έκ της Ιταλίας• αγελάδες δε, φημι-
ζόμεναι δια την ωραιότητα καχ εύσ'αρκίαν των,
ήγοράσθησ'αν έν Αγγλία, Ελβετία καχ Όλδεμ-
βοχ;ργω κα\ μετε^έρθηααν δχ' άδρας δαπάνης• έτι
δε δχά^οροχ δρνχθες καχ πτηνά έξ Ινδιών καχ
Ά^ρχκής• καχ δια ταϋτα έδαπάνα ά^εχδώς, ϊνα έξ-
αναγκάσ*»! τους κατοίκους των πέριξ χωρίων της
έπαχ/λεως να έπχδοθώαχν εχς την γεωργίαν, ο^ηρο-
τρο^ίαν, ά[χπελουργχαν κα\ κτηνοτρο^ίαν, κατα-
στήο'ασα τον ΙΙύργον αχάτης οτταθιιόν γεωργικής και
κτηνοτροφίας.
Γνωρίζουο'α δτι οι Μεγαρείς είχον ειδικότητα
περχ την καλλχέργεχαν της αμπέλου μετεκαλέσ'ατο
έκ της Μεγαρχδος έργάτας, ϊνα διδάσ'κωσ'ιν εις τους
άλβανο^ο)νους χωρικούς τον τρόπον της χ:αλλι-
εργίας και ταυτοχρόνως, δια του συγχρωτισ'μοϋ,
μεταδίδωσιν αχ!Γτοϊς καχ ττιν έλληνχκην ^ωνήν.
Συνέστησε πλησίον του κτηηατος χωρίον όνομά-
σασα αυτό «Νέα Λχόσχα», χορυσεν έν αύτω σχολεχον
καχ έκτχσεν Έκκλησίαν. Μεγίστην δ' ησθάνθη χαράν
δτε, την ημέραν των εγκαινίων, αί Κυρίαι της
Αυλής προσέφεραν τα ιερά άμ^ια και τά της αγίας
Τραπέζης επικαλύμματα, ύπ' αυτών έξειργασμένα
^ιλοκάλως, έξ υφάσματος- κυανού, κεντημένου του
σταυρού δι' αργυράς κλωστής και μαργαριτών. Δεν
παρέλιπε δε νά κάμη μνείαν τής προσφοράς ταύτης
έν ταϊς έπιστολαις, ας έγραψε προς τοί/ς συγγενείς
αυτής. Είχε την υπερη^άνειαν νά θελη, δπως έπαι-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
93
νώνται κα\ ^ημίζωνταχ αί Ελληνίδες έη\ καλαι-
αθηαία κα\ ευγένεια.
Ό «Πύργος» καχ τα «Νέα ΛχόοΊα» έγένοντο
έκτοτε το τέρυ,α των εφίππων αύτης περχπάτων.
Ήδυνατο, έλεγε, να χρηοτχιιοποχη τάς ώρας του
περχπάτου της έπχβλέπουσα καχ εύεργετούσ'α-
Όπόσ'αχ ^αθεχαχ σ'κέψεχς καχ τρυ^ερότης αίσ'θη-
ηάτων δεν έπλημ,μΰρησαν τΛν καρδχαν της Βασ'χ-
λίσοΉς έπχ τη έπχτελέσεχ τοχοΰτων ^χλανθρωπχκών
έργων! Πόσους ήθχκοί/ς πόνους, πόσ'ας θλχιΐ/εχς
δέν καθηδυνε δχά της παροχής εργασίας ! Πόσας
δεν άνεκοχ;^χσε κοπώσεχς, καχ ττιν ελπίδα άντχ της
άπελπχσΐας κα\ την χαράν άντχ των δακρχίων δεν
διεοΓκόρπισεν !
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
VI
ΤΑΞΕΙΔΙΑ ΕΝ ΤΩι ΚΡΑΤΕΙ ΚΑΙ ΤΗι ΑΛΛΟΔΑΠΗι
να γνωρίση τάς δια<|όρους πόλεις και
νήσους της Ελλάδος κα\ τας τόσ'ας
αύτης ^υοΊκάς καλλονάς• ϊνα γνωρίση
τους κατοίκους κα\ σπουδάσ*»! τα Λθη
κα\ έθιηα, τον ^ίον και την δίαιταν
του λαοϋ της, έπεχείρηαεν άμα κατελ-
θοϋσα εις Ελλάδα πολλά τάξε ίδια έν
τω Κράτει.
Κινεϊ δε τον θαυιιασ'μόν πώς η νεα-
ρωτάτη και άβροδίαιτος εκείνη *Ηγεμο-
νόπαις κατώρθωο'ε τόσα να ΐ/περβη δυσυπέρβλητα
προσκόμηατα, εις τόσας να υποβληθη κακουχίας
και στερήσεις, τόσους να διατρέξη κίνδυνους
υγείας και ζωής, επισκεπτόμενη μετά του Βασι-
λέως και τά άπροσιτότερα μέρη της Ελλάδος, ήτις
δντως ε{ς άγρίαν δι[ην εύρίσκετο μετά την Άνε-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
• 95
ξαρτησίαν. Ούχ\ μόνον τά μέοία της συγκοινωνίας
ελευτον, άλλα κα\ ^ραχΰτατοι άιιαξιταχ οδοί, άμα-
ξαχ, πανδοχεχα, οτταθμοί• σΰναμα δε έλυμαίνοντο
από άκρου εις άκοον την Ελλάδα και τά ανταρ-
τικά ατί^η! Όθεν δικαίως πολλοί, διά της ποιητι-
κης' αυτών φαντασίας, προσωμοίασαν την ^ασίλισ-
σαν Άμαλίαν διά τΐιν εύειδη μορ^ην, το νεαρόν
κάλλος, τΐιν εύκαμ\1/ίαν του σώματος, την δεινό-
τητα περί το ιππευειν και τίιν εύτολμίαν αύτης,
άδελ^ην τού θείου Απόλλωνος, διατρέχουσαν, ως
ή "Αρτεμις διά της ιεράς έλατου της, τά δρη, τάς
κοιλάδας κα\ τά δάση, και ^ωτίζουσαν διά των άκτί-
νων του Διαδήματος της τάς πόλεις και νήσους,
εξ ών διέβαινε.
Τάς πλείστας πόλεις, κωμοπόλεις και χωρία και
τάς νήσους της Ελλάδος έπεσκέ^θη, τά πάντα βλέ-
πουσα, διαπυνθανομένη, και δώρα και χρηματικάς
βοηθείας διανέμουσα. Έφιππος ανήλθε τάς ύιίτηλάς
και χιονεσκεπεϊς κορυ^άς του χιονοβλήτου Παρνασ-
σού, κατοικίαν του Απόλλωνος και τών θείων αΐ/τοϋ
αδελφών έπεσκέ^θη την Κασταλίαν Πηγήν, το Κω-
ριίκειον "Αντρον, τοί/ς Δελφούς και τόσα άλλα
μέρη ιστορικά και ένδοξα* διήλθε τά ύ\[τηλά και
τραχέα δρη της Οίτης καΐ του Κόρακος• είδε
την όρεινήν Δωρίδα. Έν τινι κωμοπόλει αυτής, τη
Άρτοτίνη, πατρίδι του ήρωος Διάκου, αί γυναίκες
έκθαμβοι έπ\ τη εμφανίσει της δεν ήδυναντο νά
άπαντήσωσιν εις τάς διαφόρους ερωτήσεις, ας άπέ-
τεινεν αύταϊς, και μόνον ή γενναία Γιαβρουτενα
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
96
δράξαοτα κλώνας βασιλικού προσέφερε το όμώ-
νυιιον ^υτόν τη Βααηλίσσ'Γΐ προσαγορεΰοταοτα δι' ευ-
χών απλοϊκών άλλ' εγκαρδίων. Και του Βάλτου το
Μακρυκάμπι κα\ της Ακαρνανίας καχ του Αιτωλι-
κού έπεσκέ^θη τά γραφικά τοπία.
Την Πελοπόννησον διηλθεν από άκρου είς άκρον.
Δια του Ίσ'θμου της Κορίνθου ά^ίκετο εις Κόριν-
θον, εκείθεν είς τά Αρκαδικά δρη, την Κυληνην,
το Παρθένιον, είς τάς πεδιάδας του Στενυκλάρου
και Σικυώνος• έπεσκέ^θη την πηγην της Στυγός,
νυν Μέγα Σπήλαιον. Άλλα κα\ πολλάς πόλεις της
Αχαίας, Μεο'ο'ηνίας και Λακωνίας έγνώριαε. Του
Ταϋγέτου έθαύααο'ε τά υιίακόρυ^α δρη, του ιστο-
ρικού Ευρώτα τάς πράσινους πεδιάδας. Διέβη
το Γυθειον, Μαραθωνήσι, τον Μιστράν κα\ τόσα
άλλα ονομαστά έν τη πανάρχαια και νέα ιστορία
της Ελλάδος μέρη. Έπι ημέρας πολλάς διέπλεε
την γλαυκην του ,Αίγαίου θάλασσαν επισκεπτόμενη
τάς κυ|/.ατοπλήκτους νήσους τών Κυκλάδων.
Πολλά δε τών μερών τούτων έγνώρισαν και
οι ύι|/ηλοι συγγενείς του "Οθωνος και της Αμαλίας,
ώς ό Μαξιμιλιανός, άδελή)ός του "Οθωνος, επισκε-
φθείς εκτός άλλων την Αργολίδα και Λακωνίαν, την
"Ύδραν κα\ Σπέτσας. Επίσης η πριγκίπισσα Φρειδε-
ρίκη Όλσταϊν, άδελ<|ίι της Βασιλίσσης, έξέδραμεν
είς πολλά μέρη της 'Αττικης.
Καθ* δλας τάς έποχάς τών ταξειδίων του Όθω-
νος κα\ της Αμαλίας* οί κάτοικοι τών μερών, έξ ών
διέβαινον, προσεδέχοντο Αύτοί/ς έξαλλοι έκ χαράς,
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
^οο§ι^
97
φρενήηωδώς ζητωκραυγουντες κα\ ατενίζοντες εις
αύτοι/ς ώς Σ ω τ η ρ α ς.
Μήπω^ κα\ κατ' αυτό το υστατον κα\ μοιραϊον
αυτών ταξείδχον ό λαός της Ελλάδος ενθουσιωδώς
δεν ύπεδέχετο αύτοϋς πανταχού οπόθεν διηλθον,
εκ του Γυθείου, Σπάρτης, Καλαμ,ών και του Λιμε-
νίου της Δυτικής Μάνης ; "Ηρκει ή παρουσία αυτών,
ϊνα διαλυη τα τεκταινόμενα έν τη σκοτία ανατρε-
πτικά του κίίθεστώτος υποκινήματα, και αί έπευ-
φηαίαι και η ένθερμος ίτποδεξίωσις του λαοϋ να
περιβάλλωσι και περι^ρουρώσιν αύτους. Πλην ^ευ !
έπι της Λρωικής Μάνης έμειναν άποτετυπωμένα κα\
τα τελευταία έπι ελληνικής γης ίχνη του Όθωνος
και της Αμαλίας.
*Η δημοοδης αυτοσχέδιος ποίησις του λαοϋ, και
ίδία τών γυναικών, τοί/ς παρηκολουθει ευφάνταστα
και μεστά αλληγορίας παραγαγουσα άσματα. Με-
ταξύ τών πολλών υπάρχει προς την Βασίλισσαν το
ίτπό τών ωραίων νεανίδων της Άραχώβας ποιηθέν.
Βασίλισ3α 'σαι 'μάτιά μου, βαατ^ς καΐ τήν κορώνα,
Έχεις καΐ τόν αύγερινόν 'ς τα )ζε(λη καΐ 'ς τό στόμα.
"Οταν θ•' άναίβτ^ς 'ς δίλογο^^^ δλος δ κόσμος τρέχει
Ποιος πρώτος νά σέ πρωτοείδα ποιος νά σέ πρωτοβλέπτ^.
Ή μέση σου εδλύγιστος, τάγγελικόν σου σώμα
Φαίνεται "πάνω 'ς τ'δλογο 'σάν άγγελος *ς τό δώμα.
"Οταν σέ πρωτοΐδαμε 'ς τό τίά,αχρο^ί νάναβαίντ^ς,
*0 ήλιος έσκοτίνιασε καΐ οΐ) άρχισες νά φέγγι^ς.
Ότε ή βασίλισσα Αμαλία έταξείδευεν είς την
άλλοδαπην και έπεσκέπτετο τάς διαφόρους γερμα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
^οο§ι^
98
νικάς Αύλάς έπω^ελεϊτο παααν διδομένην περια^τα-
σιν ϊνα λέγη ηερ\ Ελλήνων κα\ των αρετών αυ-
τών, περ\ Ελλάδος κα\ τών θαυμάσιων αυτής
καλλονών.
Μεταβαίνουσα είς Βαναρίαν κα\ 'Ολδεμβοϋργον,
τω 1857, διέβη έκ Βιέννης, ένθα έτιτχεν εξαιρετικής
δεξιώσεως ύ^τό του αυτοκρατορικού ζεύγους τής
Αυστρίας. Κατά το γεύμα η συνοδεύουσα αύτΛν
Κυρία τής Τιμής, τίτις πρώτην τότε ^οράν έταξεί-
δευεν είς Γερμανίαν, ένθοι^σιασαένη έκ τών γρα^ι-
κωτάτων μερών έξ ων διήλθον από Τεργέστης μέχρι
Βιέννης, ηρχισε νά διηγήται τάς ζωηράς εντυπώ-
σεις της προς τον παρ' αύτη πρίγκιπα, έξαίρουσα
τά γρα^ικώτατα μέρη. Άλλα δεν έπρό^θασε νά τε-
λείωση την περιγρα^ήν της. Ή Βασίλισσα, μέ τον
μέγαν αί/τής έρωτα προς τΐιν Ελλάδα, στρέφει αμέ-
σως κα\ άποτεινομένη αυτή λέγει γαλλιστί• «Μβ,ίδ,
ιηα οΗέΓβ βηί&ηΐ, νοιίδ ηβ οοηηαίδδβζ ρα& νοίτβ ραγβ»
και έξηκολούθησε, μετ' ευστροφίας καλλιτεχνικοί;
πνεύματος κα\ λογού, νά είκονίζη τάς θαυμασίας
είκόνας του γλαυκού ουρανού τής Ελλάδος, τά μο-
ναδικά ^ωτοπαίγνια τής δύσεως του Λλίου, τοί/ς
ποικίλους άντικατοπτρισμους τής κυανής ελληνικής
θαλάσσης, τοί/ς καμπυλωτούς λόγους, τά γραφικά
τοπία, το κλίμα και την δια^ανεοτάτην άτμόσ^αι-
ραν, τίτις περιβάλλει την ένδοξον Ελλάδα. « Χεί-
μαρρον ρητορικής κα\ μελιρρύτου εύγλωττίας έξε-
τύλισσε, λέγει η συνοδεύουσα Κυρία της Τιμής,
και Μοϋσαν έμπνευσμένην παρίστα κατά την στιγ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
99
μΛν έκείνην Λ ωραία κα\ άκτινοβόλος αύτης μορ-
φή ». Οί πάντες Λκροώντο έν οτιγη άποθανμάζον-
τες• κα\ δτε έηαύαατο λέγουοτα, ό πρίγκί!]/ άποτει-
νόμενος προς τΐιν Κνρίαν αναφωνεί : « Μαίβ νοίΓβ
Γβίηβ βδί ^Γθβί^ιΐΘ 3118^(1116 απ ΟΟβΙΙΓ )) !
θαυμαστόν τι αίσθημα ευγενούς φιλοδοξίας κα-
τεϊχεν αύτΛν, δτε εύρίακετο έν τα ξένη. "Ηθελεν
ού μόνον να όνομάζηται Βαο'ίλισ'οΓα της Ελλάδος,
άλλα κα\ να έπιδεχκνυηται, οίττως είπεχν. "Ήτο τοϋτο
το ίδανικόν του ^ίον της. Όθεν δνσ'κόλως άπεξε-
δυετο τον υι|/ηλόν τίτλο\^, ϊνα ταξιιδεΰη ύπό το ίη-
οο^ηίίο. Νόατιμον έπειαόδιον οτυνέβη αΰτη καθ' όν
χρόνον διέμενε παρά τω προσφιλεϊ .αυτής άδελφω,
τω Μεγάλω Δουκι Πέτρω έν Όλδειιβουργω.
ΕΤχε διοργανώσει ό Μέγας Δούξ μετά του τότε
Βασιλέως της Πρωσσίας και άλλων ηγεμόνων Γερ-
μανών οΐκογενειακην έκδρομην μέχρι του Αμβούρ-
γου. Είς ταυτην προσεκλήθη νά λάβη μέρος κα\ Λ
βασίλισσα Αμαλία• αλλά μετά πολλής δυσκολίας
έπείσθη νά φέρη τον τίτλον κομήσσης κα\ νά μλ
συνοδευηται ΐ/πό των Κυριών αυτής.
Έκδραμοϋσαι κα\ αύται μετά τών άλλων Επί-
τιμων Κυριών, τών άποτελουσών τον κυκλον τών
ύι|ίηλών ξένων, άφίκοντο ένωρίτερον είς Άμβουργον
κα\ παρέμειναν είς σκιώδες μέρος παρά τη ακτή,
θεώμεναι την θάλασσαν. Μετ' ολίγον καταφθάνει και
ή ύπό ίηοο^οίίο συνοδία τών εστεμμένων κεφαλών,
και διευθύνεται προς το έτερον άκρον τής σκιάδος.
Ή βασίλισσα Αμαλία καταμαγευμένη έκ τής θέας
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΙΟΟ
της θαλάοΌΤης οΓπεύδεχ να καταλάβη θρανίον, πλη-
σίον του όποιου έκάθηντο Άμβουργιανοί, καπνίζον-
τες ήσυχως τάς πίπας των κα\ ουδαμώς προση-
κωθέντες. Ή Βασίλισσα στρέφει τότε μετά θνμοϋ,
ϊνα εΐπη τι τω άδελ^ω αύτης, διακρίνει δια του
ρλέμματ()ς της τάς άπένανη καθημένας Κυρίας και
προσποι )υαένας άγνοιαν των προσελθόντων προσώ-
πων, κα\ πλησιάζει αύταϊς μεγαλο^ωνουσα ; « Είδατε!
ιϊδατε ! άλλ' αύτο δεν θά το έκαμνε ποτέ ένας "Έλ-
λην νά μη σηκωθη»! Έλησμόνησε και ίηοο^ηίίο
κα\ συνοδίαν κα\ πάντα! Αι υποκλίσεις και ό
τρόπος της έκδηλ(6σεως του σεβασμού, δι' ων ήναγ-
κάσθησαν άπαντώσαι νά όμιλήσωσι προς την Βασί-
λισσαν, έπηνεγκαν τό άποτέλε(Τ|.ια ώστε ν' άναγνω-
ρισθη η υπό τό άνεπίσημον κρυπτό με ν η ί/ιίτηλη
συνοδία• στιγαηδόν δε τό παρά την παραλίαν εϋρι-
σκόμενον πλήθος συνέρρευσεν άσκεπες και κερςη-
νός. Ό Μέγας Δουξ Πέτρος Λναγκάσθιι τότε νά διά-
ταξη, ϊνα ^έρωσιν αγοραίας άμαξας, έ^' ων άνε^ςώ-
ρησαν εκείθεν. Και μεμ\[/ιμοιρών ακολούθως έλεγε
προς την Λύτης Μεγαλειότητα, τΛν άδελ^ήν : «Άλλα
σεϊς με τόν χαρακτήρα σας, τόν απροσποίητων και
ζίοηρόν, με την Ελλάδα σίΐς, μας έχαλάσατε τΛν
διασκέδασιν».
'^-^^^^^^^^'
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ι
Β
^^^
ί!^&^6Μ^Μ}ίίί^φί^^^
ΓΤτ•™ΐ Ι^Τ'-Μ- - - ' Ι Ι
1
".©Κ'^^^Χ^'Λ
^τ^ττ^Ψ^^Μ
^3ίρ9^^^
^Ιι:-^""""^""""^^
-^ φ
^^ ^
^• ^ ^
-V" -ν -ν
^
^ ν <^
VII
Η ΕΝ ΤΗι ΠΟΛΙΤΕΙΑι ΔΡΑΣΙΣ
νώ έτι εύρίσκετο εν τη ανθηρότατη
του 6\ον της έποχη ή βασίλισσα Αμα-
λία, και ηόλις προ εξαετίας κατελθοϋ-
σα εις Ελλάδα τχροέβαινεν εις σνντέ-
λεσιν των ^.ιεγάλων έργων, προς α έστρέ-
^ετο ίι διάνοια αυτίΐς, ηαθάνθη τον
έπαναστατικόν σάλον κλονίζοντα βιαίως
τον Θρόνον.
Ό λαός της Ελλάδος, τί, κυρίως
είτχεϊν, άνδρες πολιτευόμενοι και του
στρατού κατεχόμενοι ί/πό ίοεών ελευθέρων πολιτευμά-
των, έτεροι εξ ατομικών μάλλον λόγων κα\ άλλοι ύπό
ξενικής χειρός παρωθουμενοι, έπεζήτησαν την μετα-
βολην του μοναρχικού πολιτεύματος.
Οί9ίΐίζθαΙ ύγ
Οοο^ΐ€
Ι02
Μάτην ό προβλεπτικός και δίκαιος ^ασιλει/ς
"Οθων άνθίοΓτατο, άποδοκιμάζων το παράκαιρον κα\
τολμηρόν. Έξελή^θη ώς {οιοτελίις κα\ τυραννικός,
έμ^ορονμενος δήθεν δεσποτικού πνειίματος και
άστοργος ών προς το καλόν κα\ τΛν πρόοδον της
Ελλάδος ί
Κα\ ό ο'άλος, ΐ/πύ της μυκωμένης θνέλλης όαη-
μέραι έξογκούμενος, έξέσ'παοτε τέλος τα πα^λάζοντα
κυαατά του προ αυτών των ανακτόρων, έπαπειλών
ριζικΛν άνατροπήν.
ΤΛν νΰκτα της 2*€ προς τΛν 3ψ Σεπτέμβριοι;
1843, ένω ή μεν πόλις των Αθηνών επαινετό κα-
θεΰδοναα, ό δέ Βαοπλευς Λγρΰπνει εργαζόμενος έν
τω γρα^είω αύτοΰ κα\ η Β:ισ'ίλιο'αα είχε κατακλιθη,
αίφνης Λχοι σαλπίγγων και ^οη κυματιζομένου πλή-
θους πρό τών ανακτόρων άντήχησεν. Έντρομος η
Βασίλισσα ά^υπνισθεϊσα έξη'γέρθη κα\ σπεύδει προς
τόν Βασιλέα, ζητούσα νά μάθη τίιν αίτίαν της συρ-
ροής κα\ του αλαλαγμού του πλήθους. Προβάλλει τό
γενναΐον αυτής στήθος πρό του Βασιλέως κα\ του
Λαοϋ, δακρυβρέκτους έχουσα τοί/ς οφθαλμούς, και
ικετεύει τόν συνο^ρυν ίστάμενον Βασιλέα να εις-
ακοΰση τής αίτήσεως του Λάου των.
Και έπεσ^ραγίσθη η πρώτη- ΒασιλικΛ δεκαετηρίς,
έν έτει 1843, δια Συνταγματικού Χάρτου.
Έάν ορθώς κβί συνετώς ό Βασιλεΐ/ς άνθίστατο
είς την μεταβολΐιν του πολιτεύματος, αρκούντως
έξηγουσιν οί λόγοι του τότε έν Αθήναις Γάλλου
πρεσβευτου Πισκατόρη :
'
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι03
«θέλετε να προοταρμόσητε μικρώ άτμοπλοίω μη-
χανίιν μεγάλου ατμόπλοιου• άλλα δεν εννοείτε, ω Έλ-
ληνες, δτι άμα αυυη κινηθείσα θα καταοτυντριψη το
μικρόν ο'κά^ος, άτε δυσανάλογος οδσα. Το αυτό θα
αυηδη κα\ έν τω σκά^εχ της ελληνικής πολιτείας.
Ζητείτε την συνταγματικην μηχανην της μεγάλης
Γαλλίας κα\ Αγγλίας δια τό μικρόν υμών κράτος,
άγνοοϋντες δτι θεμέλιον των ελευθέρων πολιτειών
είναι η μεταξύ τών τριών μερών, έξ ών σύγκειται
Λ μηχανΐι αϋτη, αίωνία πάλη. Τη πάλη ταύτη δύ-
ναται ν' άντιστη τό κου^ν έ^όλκιον της μικρας
Ελλάδος; Ό άνεμος θα μαίνηται έπι του ά^ρου
πάντοτε την δια^βοράν, τίτις πολύ η ολίγον άεί-
ποτε. συμπαρομαρτεί τοις έλευθέροις πολιτευμασιν».
Άλλ' ό Βασιλεΐ/ς ύπογράιΐ/ας τό Σύνταγμα έπε-
ζήτηαε δια παντοίων μέσων κα\ να έξεγείρη τίιν
^ιλοπάτριδα πολιτικην, ην ώ^ειλον νά άκολουθη-
σωσιν οί μέλλοντες αντιπρόσωποι του έθνους.
Είναι ϋί^χστης σημασίας οί λόγοι, οϋς άπέτεινεν
έν τη Βουλή προς τοΐ/ς πρώτους πληρεξουσίους
του έθνους κηρυττων τΛν έναρξιν τών εργασιών
του Σώματος :
«Κΰριοι πληρεξούσιοι του έθνους ! Εμφανίζομαι
έν τω μέσω Υμών μέ τΛν εύ^ρόσυνον πεποίθησιν,
δτι ή Συνέλευσις αϋτη θέλει εϊσθαι αγαθού πρόξε-
νος είς τΛν ^ιλτάτην ημών Ελλάδα». . . .
«Ναί, ας §ασιλεύη έν ίσχυϊ η αο^ία κα\ ή δι-
καιοσύνη• ας περιζώση δλους ημάς ό κοινός δε-
σμός της αγάπης»
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι04
« ΙΙεποιθώς εις τον έιι^ρονα πατριωτισιιόν (Τας
ανοίγω την παροϋααν Σιτνέλευαιν. Ή ευλογία του
Θεοϋ είθε ν' άναοείξη αύτην σωτηρχον κα\ ώ^έλιηον
είς τΛν Ελλάδα. Της Ελλάδος η ευημερία εχναι
η εύχη μου, είναι η δόξα μου» !
Άλλα μετά το Σύνταγμα αι κομματικαι έριδες,
η ^ιλαρχία, αί έαωτερικαι στάσεις, συνήθη άλλως
είς νεόπλαστα κράτη, έλυμαίνοντο ώς και πρό-
τερον την Ελλάδα. Ή δ' εξωτερική έπίδρασις τοί/ς
ισχυρούς αΐ/της πλοκάμους της πολιτικής άπλοίσασα
έπι του πολιτειακού και αύτοϋ έτι του κοινωνικού
^ίου είχε καταστήσει την Ελλάδα στάδιον διαπά-
λης και αγώνων. Κα\ οί αντιπρόσωποι αυτής εν τω
μεγίστω αυτών ζήλω ύπερηκόντιζον συχνάκις τα
δρια της δικαιοδοσίας αυτών. Εικόνα σα^ή της
ενεργείας τών διπλωματικών αντιπροσώπων εμφαίνει
η δημοσιευθείσα ί/πό τον τίτλον : ((I^8. (ΪΓβΟΘ άα
Κοί ΟΛιοη», αλληλογραφία του Εδουάρδου Θουβε-
νέλ, γραμματέως και είτα πρέσβεως εν Ελλάδι, από
του 1845-1851, είς ου ομολογουμένως τήν διπλω-
ματικών Ικανότητα οφείλεται ή ευμενής στάσις τής
^ιλέλληνος Γαλλίας κατά τά Παρκερικά.
Άλλ' ό Βασιλεύς συνεκράτει ότέ μεν αυστηρώς
ύτέ δε επιεικώς τήν ενότητα τής κοινοβουλευτικής
δράσεως, ενώ ταυτοχρόνως ήκολουθει το πρόγραμμα
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
105
της εξωτερικής αύτοϋ πολιτικής, ε'ηαένων να οια-
τηρήται άΟικτον το γόητρον τυϋ έθνους του. '()
δε λαός διαβλέπων τα αληθή φρονήματα των Βα-
οΓΐλέων του, περιέβαλλεν αύτοί/ς δια της θερμής αγά-
πης και έμπιΟΓοοΊ/νης του, ας εξεδήλωσε κατά την
έποχήν του αδίκου αποκλεισμού, εν έτει 1850, δτε
ύ ύπό τον ΙΙάρκερ εκ δέκα και τεσσάρων πολεμι-
κών πλοίων αγγλικός στόλος απέκλεισε τον λιμένα
του Πειραιάς.
Ή εθνική φιλοτιμία σύσσωμος έξηγέρθη τότε,
και ενθουσιώδης περιέβαλε δια της αίγλης της πα-
τριωτικής τοί/ς εκλεκτούς του Θρόνου. "^Ητο εκ των
σπανίων εθνικών στιγμών, εν αίς το γόητρον τής
Πατρίδος και τής Βασιλείας τίθεται υπεράνω τής
κομματικής διαπάλης και τών ιδιοτελών λόγων.
Διαδηλοϊ δε τούτο το εξής γεγονός :
ΤΛν έσπέραν τής 15^€ Ιανουαρίου, οτε οι Βα-
σιλείς έπέστρε^ον έή)ΐπποι εκ του συνήθους περι-
πάτου, κατά την διασταυρωσιν τής οδοϋ Αιόλου
και τής νυν Σταδίου, εις εκ τών σταυλιτών σπευσας
ειδοποιεί τον Γερμανόν σταυλάρχην, δτι διακρίνει
νιακρόΟεν συρροήν πλήθους παρά την « Ώοαίαν Έλ-
λάδα». Ό σταυλίίρχης άνα<|έρει το πράγμα τοις
ΐ/πασπιστα^ς και ούτοι εις τοί/ς Βασιλείς.
Οι περί τον Βασιλέα έκλαβόντες τήν συνάθροισιν
ως άντιβασιλικήν, ένεκα τών ταραχών, ας Λ αγ-
γλική πολιτική διηνήργει, εξέφρασαν γνοομην νά
παρακάμψωσι τήν οδόν Αιόλου κοιι διά τής οδού
Πανεπιστημίου νά έπιστρέ\|/ωσιν εις τά ανάκτορα,
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ιο6
προαποστείλωαι δε χωροφύλακας, δπως είδοποιηθη
η φρουρά των άνακτ ίρων. *Η Βασίλισσα γενναία δι'
έαυτην άλλα δείλη, δτε κίνδιτνος έ^αίνετο έπαπει-
λών τον Βασιλέα, σιτνεμερίσθη την έκ^ρασθεϊσαν
γνώμην των υπασπιστών Βαλτινού, Καρατάσσου,
ΙΙάλλη και Δράκου. Άλλ' ο Βασιλεύς, ό πάντοτε
άητόιατος προ του κινδύνου κα\ πρόθυμος δια πα-
σαν θυσίαν, άπεκρίνατο : « Χαίρω διότι παρίσταται
κατάλληλος σηγμή, ινα μάθω αυτοπροσώπως δ,τι
ζητεϊ ό λαός μου», διατάξας τους ΐ/πασπιστάς, οι-
τινες άνασπάσαντες τα ξί<^η εϊχον κυκλώσει τοί/ς
Βασιλείς, να διευθυνθώσι προς το μέρος της συν-
αθροίσεως. Ή Βασίλισσα και πάλιν διστάζουσα προς-
επάθει ν' άποτρέψη τον Βασιλέα• ή δέ νεαρά Κυ-
ρία της Τιμής δεσποινίς Λιδωρίκη, παρά την έθι-
μοτυπίαν, λέγει σιγαλή τη ^ωνη : «Έχει δίκαιον ό
Βασιλεύς• δ{:ν πρέπει να όπισθοδρομήσωμεν. » Ή Βα-
σίλισσα άκούσασα ταϋτα έ^άνη μειδιώσα, κα\ είπε ν :
«"Άς άκούσωμεν και το παιδί• ό θεός είναι μέ τά
παιδιά! » Κα\ ένδίδουσα είς του Βασιλέως την θέλη-
σιν έκέντησε τον ϊππον της κα\ ετέθη παρά τά αρι-
στερά του Βασιλέως. Κα\ ό μεν Δράκος έλαβεν έν-
τολην ϊνα προπορεύηται, οΐ δε λοιπο\ έχοντες εν
μέσω τΑν Κυρίαν της Τιμής εϊποντο. Τούτοις πα-
ρηκολούθουν οί σταυλϊται και οί τέσσαρες χωροφύ-
λακες. Έπροχώρουν ηρέμα και αθορύβως, μόλις
άκουομένου του ποδηλατισμου. Ό Δράκος προπο-
ρευθείς κα\ θέλων να γνωρίση την αίτίαν της συρ-
ροής, άπέτεινε τον λόγον προς τον πρώτον παρατυ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
107
χόντα διαβάτην. Οντος, έκλαβών αυτόν ώς τίνα της
φρουράς του ίππικοϋ, άπαντα : «Για τον Όθωνα, ^ρέ,
να του φωνάξουμε ζήτω, που μας τον φάγανε οι....
Εγγλέζοι» ! Μόλις έτελείωνε τΛν φράαιν, έπλησία-
ζον οι ΒαόΊλεϊς μετά της αυνοδίας. Ό είπών, αν-
τιληφθείς την προσέλευσιν αυτών κα\ πριν η ό
Δράκος προφθάση να μεταδώση αύτοϊς τα λε^ςθέντα,
ΐ/ιΐ/ώνει στεντορείαν φωνήν : «Ό Όθωνας». . . .
Το δνομα μόνον ώς ηλεκτρικός σπινθΛρ διέ-
δραμε τό πλήθος. ΑυθωρεΙ η πυκνλ εκείνη μάζα
τών ανθρώπων έκινηθη• ώρμηο'αν φρενητιωδώς προς
τοί/ς Βασιλείς, ίίρπασ^αν από τών χειρών αυτών τα
ηνία, έοτταμάτησαν τους ίππους ζητωκραυγοϋντες,
έπευφημοϋντες και άλαλάζοντες. Κατησ'πάζοντο τάς
χείρας κα\ τα κράσ'πεδα τών ίματίων των, και δια
δακρύων έξέφραζον προς αύτοί/ς την άγάπην των,
την εύγνωμοαυνην των «για τΑν περηφάνεια που
έκράτησ'αν απέναντι της άδικου Αγγλίας, τίτις για
ενα Έβραϊον Πατο'ίφικον άπέκλεισ'ε την *Ελλάδα μέ
τα πλοϊά της μέσ'α ατό φοβερό χειμώνα » !
Αί ζητωκραυγαι και Λ ^οΐι του πλήθους έκορυ-
φούντο• οι Βασιλείς συγκεκινημένοι, δακρυοντες, μό-
λις ήδυναντο να προχωρήσωαιν ό λαός έν φόβε ρω
συνωσ'τισμώ είχε περισ'τοιχήσ'ει αύτοΐ/ς κα\ ηκό-
λουθει κατά §ημα εις τά ανάκτορα.
Ένεκα της σ'υνωθήσεως η Βασιλική συνοδία
είχε διασπασθη βιαίως, και σπεύσασα διά τών στε-
νωπών κατέφθασεν εις τά ανάκτορα. Άλλ' ιχτο και-
ρός, διότι ό αυλάρχης άκουσας την ^οήν και τόν
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
το8
αλαλαγαον ν:α\ νοπίίΤίΐς οτι έγενετυ ατά(:ίχ{\ ιίχε δια-
τάζει να κλεισΟο:ϋΊν ίΐί άνακτυηχκιπ πυλαι καχ πα-
(^)ατ(ίξει την ^ρυυοάν έξαπέστειλε δ' έ^)ίππονς υπη-
(>έτας να πρυκαταλάβωοΊ τα μέρη, δι' ών έγνώριζον
υτι οί ΒασΊλεϊς έμελλαν να έηχατρέ^ΐύοχν, ϊνα ειδο-
πυιΓχσ'ωσιν αχ;τοΐ/ς' περχ των οτυαβαχνόντων. Άλλ'
αμ(ΐ μαθών παρά των ί/πασΗΧΟΤών τα εχίτχάρχστα δχέ-
τίίξε να δχανοχγώσ'χν αχ πυλαχ, κα\ αυτός κατελθών
μετά των νπαο'πχσ'τών άνέμενεν έν τοχς άνακτορχ-
κοχς προπυλαίοχς τοΐ/ς Βασχλεχς, οϊτχνες ένεκα του
ύν\'ίοατχύ\ιού βραδέως ά^χκοντυ, χ:α\ ά^χππεύσαντες
έχαχρέτχσ'αν το πλήθος, δπως εΐσέλθωαχ μόνοχ. Άλλ'
ο λαός ακράτητος πλέον εκ του ένθουσιασ'μοϋ εχς-
ώρμησε μετ' αχατών έν τοχς άνακτόροχς καχ δχεχχ/θη
έν τυχς δχαδρ;')μοχς. Ό Βαο'χλεί/ς καχ πάλχν χαχρετί-
ζεχ• ή Βασίλχσ'σα άπηυδηκυϊα καχ σίΓγκεκχνημένη
μ ')λχς δι/ναταχ νά χοταταχ έπχ ποδός, καχ εις νευμά
της δηλωτχκόν προς την δεο'ποχνχδα Λχδωρχκη κα-
Οοδηγεχταχ ύπ' αυτΓχς έν τη αίΟουο'η του ισογείου,
καχ έκεχ μεχνασα ελευθέρα άνελΰθη εις δάκρυα,
άτχνα προεκάλεσ'αν αι πολλαι της ημέρας ο'υγκχνή-
ύεχς κα\ ο κάματος, αλλά καχ Λ χαρλ καχ χι ευχα-
ρχο'τησχς εκ τίχς τόοΌν θερμώς έκδηλωθείσης αγάπης
του λαού των.
Όλχγα μετά ταϋτα έτη άνέτεχλεν έπχ του έλλχι-
νχκου στερεώματος, ώς σ'ελαγχζων άσ'τήρ, έποχη νέας
ϋΐΘίΐίζθάϋγΟοΟ^Ι^
)09
δράσεως εθνικής, προωρκτμένη ϊνα έτι μάλλον έπιρ-
ρώαη το γόητρον του Στέαιιατος. "^Ητον η έποχη
του 1854, καθ' ίιν ό Όθων και ή Αμαλία έκθυ-
μως ο'υνηγόρουν και είργάζοντο υπέρ των δικαίων
απαιτήσεων των γενναίων Ηπειρωτών, Θεσσαλών
και Μακεδόνων.
Άλλα ή έξοίτερικίι πολιτική δεν Αδύνατο να
ΐδη ταΰτα μετά ευμενούς βλέμματος, διότι άντέ-
κειντο.πρός τους ίδιοτελεϊς αύτης σκοπούς, και είρ-
γάσατο δια τών έν Αθήναις αντιπροσο)πων ϊνα άΓ.ο-
τρέιίτωσι τον Βασιλε'α να ένθαρρύνη τους έπανα-
στάντας. Αποτυχόντες ούτοι παρά τω 'Όθωνι εστρά-
φησαν προς τήν Βασίλισσαν, πεποιθότες δτι Αδύνατο
αύτη νά επίδραση έπι της θελήσεως του Βασιλέο^ς.
Άλλ' ως νά εζήτοι;ν παρ' αυτής ίνα παύση ν'
άγαπα τήν δόξαν και το μεγαλεϊον της Ελλάδος,
ϊνα παύση όμο^ρονούσα τω προσ^ιλεϊ αΐ/τής συζύγω!
Ότε δε ό Γάλλος πρεσβευτής κ. 'Ρουάν εϊπε
προς τους Βασιλείς, ότι ή έπανάστασις δεν Ατο
εθνική άλ?^' αποτέλεσμα ενεργείας της Αυλής, ό μεν
Βασιλεύς άνέκραξε μετ' οργής : « Πώς δεν είναι
έθνικόν το κίνημα ; Το έθνος ταύτην τήν στιγμήν
αισθάνεται ως εις άνθρωπος. Τά λεχθέντα δε υ^'
υμών μαρτυρούσιν, δτι ούτε ημάς ούτε το έλλη-
νικόν έθνος έγνωρίσατε». Ή δέ Βασίλισσα έλεγε
προς τους Υπουργούς : « Ό κύριος Τουάν είχε
τήν τόλμην νά μας εΐπη, δτι ό Βασιλεύς έχο^ν
άλλην θρησκείαν η του λαού του δεν ώ^ειλε ν'
άναμιγνύηται εις τον αγώνα• καί, έάν πράττη τούτο
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ΙΙΟ
φοβούμενος τΛν έΟνακΛν γνώμην, Λ κυβέρνηοΊς του
Ναπολέοντος εϊναι πρόθυμος να τον βοηθήσιχ έξαπο-
στέλλουσα στόλον»! . . .
Είναι έηχύης αξιομνημόνευτοι οί έξης λόγοι της
ΒασιλίσΌης προς τοί;ς Υπουργούς:
« Έάν η Ευρώπη έδωκεν εις τον Όθωνα τον θρό-
νον της Ελλάδος, δπως τον έχη απλούν όργανον
των {δίων αί/της ο'υμί^ερόντων, άπατάται ! Ό Όθων
σιτνεταύτισε τΛν τυχην τον με την τνγ^ην του
έθνους. Το δε έθνος έχει μεγάλην άποστολίιν εις
τΛν Άνατολήν, κα\ ταυτην άνεδέχθη όλόκληρον ό
Όθων έο'τω κα\ μέ κίνδυνόν του».
Μετά δέ τίιν άποτυχιαν της έπαναο'τάσ'εως έλεγε
προς αύτους: «θα δώσ'ητε λόγον είς τον θεόν,
διότι με τα μιο^ά μέτρα ο^ας κατεατ ρέψατε το ι:ίνημα
έμποδίσ'αντες τον ΒασΊλέα νά έξέλθη» !
Άλλ' έσ'βεο'αν τόσοι πόθοι εθνικοί, τόσαι χρη-
σ'ται ελπίδες υπό της παγερας πνοής βασκάνου
δαίμονος! Διελυθησ'αν τόσ'α χρυσά όνειρα, άνταυ-
γάζοντα είς την διάνοιαν υψηλόφρονος Βασιλίσσης,
Λτις, δεχθεϊσα έπι της ωραίας αύτης κεφαλής το
ύπό ηρωικών χειρών πλεχθέν καλλίτεχνον διάδη;χα,
•ήσθάνετο αυτό μικρόν κα\ μη έξισουμενον προς το
ίσχυρόν πνεύμα της και την εύγενη αύτης ^ιλοδο-
ξίαν και έτι μάλλον προς αύτάς τάς διακαεστάτας
εύχάς του Πανελληνίου.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι Ι Ι
ΔητΑΟ^ιλέοττατοι καταοττάντες οί Βασιλείς, έπανε-
πανοντο έν τη αγάπη του λάου των, κα\ νέας πάν-
τοτε ηντλουν έξ αύτης Λθικάς δυνάμεις. Μετά τέσ-
σαρα δ' έτη ού μόνον η ελευθέρα Ελλάς αλλά
και συμπάς ό Ελληνισμός διετράνωσεν επισήμως
το αληθές αύυοϋ φρόνημα, πανηγυρίσας λαμπρώς
και ^αιδρώς, τη 20ί Ιανουαρίου 1858, τίιν Είκοσι-
πενταετηρίδα της βασιλείας του Όθωνος.
*Αντιποόσωποι εκ των πόλεων του έξω Έλλη-
νισμοϋ κα\ απεσταλμένοι έκ των διαφόρων μερών
της Ελλάδος ηλθον είς Αθήνας, ίνα χαιρετίσωσι
τοιτς Βασιλείς. Ή πρωτεύουσα πλουσίως και ^ιλο-
κάλως είχε διακοσμηθη, ϊνα δεξιωθη τάς έκτακτους
πρεσβείας τών κυριωτέρων Αυλών της Ευρώπης
κα\ τοί/ς "Έλληνας απεσταλμένους. Στήλαι έν ταϊς
κεντρικωτέραις όδοϊς Αίολου κα\ Έρμου υψώθησαν
κα\ έπι τών στηλών ετέθησαν ως κιονόκρανα αί
προτομαι τών αγωνιστών. Ά\1/\ς τετράπυλος έπι
της διασταυρώσεως τών οδών Έρμου και Αίολου
άνηγέρθη, ετεραι δέ εις διάφορα της πόλεως μέρη.
Αί Άθηναι έ^ωταγωγοϋντο έπι τρεις νύκτας. Ή
Ακρόπολις και ό Λυκαβητός άνε<^λέγοντο έν τη
πολυχρώμω λάμι{/ει τών έπ' αυτών άνημμένων πυ-
ρών. Οί Λχοι τών μουσικών οργάνων κα\ αί ζήτω-
κραυγαι του πλήθους διασταυρούμενα έπληττον
και διέσχιζον τά κύματα του αέρος. Έν ταϊς έκ-
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
Ι 12
κλησίαις ίεροτελεστίατ έν ηάαη μεγαλοπρέπεια έτε.
λΐ'σθηααν κα\ εύχα\ προς τον ΤιΙαοττον ύπερ τοχ}
ΒαοΊλικοϋ ζεύγους άνεπέμ^θησ'αν. Προσ^ωνήσ'εις
Γερουσίας καχ Βουλής, γεύματα κα\ χοροχ έν τοις
άνακτόροις. Κοιναι τράπεζαι παρά το θηο'εϊον, ϊνα
έο'τιαθη ο λαός, παρετέθηο•αν. Ελέη προς πτω-
χούς, κα\ χάριτες προς φυλακισμένους άπενεμήθη-
οαν. Τα πάντα τέλος συνέδραμαν, ϊνα έξάρωσι σπον-
δαϊον έθνικόν γεγονός, την Είκοσιπενταετηρίδα του
πρώτου Βασιλέως των Ελλήνων μετά την Άναγέν-
νησιν. Άλλα ^εϋ ! ίίτο τοϋτο ή τελευταία δασις,
έν η έπανεπαυθησαν οί βασιλείς Όθων κα\ Αμα-
λία κατά τον πολυμοχθον αγώνα της βασιλικής
δράσεως, και ως φωτεινή άκτ\ς ήτις διέλαμιξτεν έν
τω πολυκύμαντα) αΐ/τών βίω.
Έκτοτε ραγδαία επέρχονται αντίξοα γεγονότα,
ατυχείς συγκυρίαι. Ή άντίδρασις αδυσώπητου εξω-
τερικής πολιτικής εύρε γόνιμρν έδαφος το σκληρόν
πεπρωμένον, την στέρησιν δηλονότι τέκνων, ου ένεκα
πολλάς υπέστησαν οι Βασιλείς δοκιμασίας έν τω
ζητήματι της Διαδοχής του θρόνου. Και τόσαι έξυ-
^άνθησαν μηχανορρα^ίαι, τόσα έόυσοδομήθησαν
ι1;εύδη και συκο^αντίαι, τόσαι διεσπάρησαν ^ήμαι
εναντίον τής υπερήφανου Βασιλίσσης, τρώσασαι την
εύαίσθητον και ευγενή αυτής καρδίαν !
« Αυτή η ειλικρινής, Αυτή ή λατρεύσασα τον
συζυγόν της και την Ελλάδα, λέγουσιν οι ζήσαν-
τες και αχ ζήσασαι έν τη Αυλή, έδυσχέραινε το περχ
Δχαδοχής ζήτημα καχ εχργάζετο έν αγνοία του Βα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
113
α\λέως καχ υπέρ του άδελ^οϋ αί/της Πέτροιτ»! Εύ-
κταϊον δπως οί/τοι θελησωσΊ να δια^)ωτίσωσιν έτι
μάλλον καχ την σ'ελίοα ταντην του βίου της Βασι-
λίοΌΊίΐς. Άδιστάκτως πιστεύομεν, εξ οαων έμάθο-
μεν, δτι η δημοσίευοΊς των πολλών λεπτομερειών άς
ούτοι γινώσκουοΊ, θέλει καταρρίψει πάσαν ύ^ιστα-
μένην έτι ύποθετικην φήμην, έ^' ης έπωκοδομήθη η
ίόέα αϊττη, καθ' έξιν και έκ της διεπουοΉς ως έπ\
το πλείστον τάς κοινωνίας σ'υνθήκης — του πισ'τεύειν
άβασανίστως πάν το αδόμενον — παραδεκτή γενο-
μένη άνευ ^αθείας έρεύνης τών πραγμάτων κα\
γεγονότων.
Άλλα μΑ Λ αυστηρά λογική δεν άποκρουη και
την έλαχίστην ί/πόνοιαν δτι η Βασίλισσα ένήργει
ΐτπέρ του αδελφού αυτής ; Ούτος, επίδοξος ων διά-
δοχος του Μεγάλου Δουκάτου του Όλδεμβουργου
και είτα ήγεμών αυτοϋ γενόμενος, πώς Λδυνατο νά
σκε^θη περί του θρόνου της Ελλάδος παραιτού-
μενος τών κληρονομικών αύτου δικαιωμάτων ; Πολύ
δε όλιγώτερον δύναται νά πιστευθη, δτι κα\ υπέρ
του άλλου όμοπατρίου αυτής αδελφού Έλιμαρδ είρ-
γάσατο, ως έκοινολογεϊτο ^ραδυτερον δτι και μυ»
στικΛ εταιρία είχε σχηματισθή περ\ τούτου έν
Αθήναις. Απεναντίας μάλιστα είναι ήδη γνωστα\
αί συνηγορίαι, ένέργειαι και αί ζωηραι αυτής πα-
ραστάσεις, ας αυτοπροσώπως έποιήσατο παρά τη
Βαυαρική Αύλη, έν έτει 1857, προς ταχεϊαν έπίλυ-
σιν του ζητήματος τής Διαδοχής. Εύρεν δμως άνθι-
σταμένην και άνένδοτον, έν τω Καθολικώ ^ανατισμώ'
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
114
της, τΛν ανζντγον του άΓϊελ^οϋ τον Όθωνος, πριγχα-
πος Λονϊτπόλδου, προς ην έπρότηνεν η δααίλχααα
Αμαλία να λάδη τον υΐόν αυτών Λουδοβικον και
^έρη είς Ελλάδα, Ι'να ^απτιαθη έν τη όρθοδόξω
Έκκλησ'ία κα\ ανατραφη έλληνοπρεπώς, δπως γνω-
ρισθη κα\ άγαπηθη παρά των Ελλήνων πριν η
άναγορενθη Βααιλεΰς. Κα\ τΛν έπίμονον άρνησιν
της πριγκιπίσ'σ'ης ένίαχυον έτι μάλλον αί αντιρρή-
σεις, η επιβλητική κα\ επικυρωτική θέλησΊς του
τότε ^αοΊλέως της Βαυαρίας Μαξιμιλιανοϋ, πρεσβυ-
τέρου άδελ^οΪΓ του Όθωνος, και το άναπο^άσιστον
και η αναβολή είς ην ένέμενεν ούτος λέγων, δτι
τότε μόνον θ' άλλάξη θρησκείαν ό πρίγκιι|/ Βιττελ-
σβαχίδης, δταν άναβή ^ίς τον θρόνον της Ελλά-
δος• διότι πολλά έν τω^εταξυ συμβησόμενα δύναν-
ται νά ματαιώσωσι τήν παρ' αυτοϋ άπόκτησιν του
ελληνικού στέμματος.
Και είδον τήν Βασίλισσαν οι περί αυτήν άσχάλ-
λουσαν και δακρυουσαν μάλιστα μετά τήν άποτυ-
χίαν, κ(ΐ\ έν τη απελπισία της ήκουσαν αύτης άνα-
^ωνουσης: «Μά, διατι δεν μας αγαπούν, αλλά μας
πικραίνουν»! Ή μόνη δε ί/πέρ αυτής συμπαθής
καρδία ήτο ή της βασιλίσσης της Βαυαρίας Μαρίας,
συζύγου του Μαξιμιλιανοϋ• άλλ' ή ^ωνή αύιης,
συνηγορουσης, ήτο ασθενής δσον και αί παρακλή-
σεις της βασιλίσσης Αμαλίας. Ότε δ' εύρίσκετο έν
Βαμβέργη εξόριστος, έλεγε σί/ν άλλοις προς τοί/ς κυ-
κλουντας αυτήν πιστούς κα\ ά^ωσιωμένους Έλλη-
νας : « Είναι ή μεγίστη τοίν αδικιών το νά πι-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Π5
στεΰωοΊν, δτι έγώ έοτκέ^θην η ενήργησα υπέρ των
αδελφών -μου κα\ έν αγνοία νιάλιατα τοίτ πολυαγα-
πημένου μου Όθωνος. Τα τοιαύτα διέδιδαν έκεϊνοι
έκ των ξένων κα\ έκ των Ελλήνων, οϊτινες οΊ/μ^έ-
ρον είχόν να έγείρωοΊ τίιν ιΐ/υχρότητα μεταξύ του
λαοϋ μου και έμοϋ. Είπατε, διακηρύξατε, και ας
γνωσ'θη η αλήθεια εις το μέλλον, η δε ^/υχή μου
έκ του ουρανού θέλει σ'ας εύλογη άγαλλομένη » !
ΑΝΤΙΒΑΣΙΛΕΙΑ
Την άντιβαοΊλειαν της Αμαλίας σ'τέ^ει η άίδιος
δόξα της καθολικής του έθνους ομολογίας. "^Οτε
έπι ένέα μήνας, 1850—1851, ό ΒαοΊλευς άπεδη-
μει είς Μόναχον κα\ η Βασίλισ'σ'α άνεδέχθη τα
σ'κηπτρα της έσ'ωτερικης κα\ εξωτερικής του Κρά-
τους διοικήσ'εως, έγνω δια της οξείας αυτής άντι-
ληι|;εως και διορατικότητας περ\ τίνα κυρίως έργα
ν' άσ'χοληθη. Έπεδόθη δρασ'τηρίως είς την διεξα-
γωγην της κατεπειγουσ'ης έργαο^ίας, συγχρόνως με-
ριμνώσ'α και περί του καλλωπισ'μοϋ και έξωραϊσ'μου
της πρωτευούσης. Άπό της 8^€ της πρωίας κα-
τ ήρχετο έν τω γρα^είω του Βασιλέως και ειργάζετο
άκαμάτως μέχρι μεσημβρίας, άνεγίνωσκε λεπτομερώς
πάντα τα προς αύτην ύπό των υπουργών υποβαλ-
λόμενα έγγραφα, συνεζήτει μετ' αυτών και η γνώμη
αύτης έν πολλοίς ητο σεβαστή, ένεκα της μεγάλης
ευθυκρισίας και διορατικότητας ίιν έκέκτητο. Ουδέ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ιι6
ποτέ ανέβαλε δια την επαύριον έργαοτίαν τρέχονοταν
της ημέρας. "Ινα δί: Λ ύπηρεαία έκτεληται ταχιί-
τερον ανελλιπώς κα\ ακριβώς, εχχε δχενθετήοει το
απέναντι δωμάτιον του γραφείου ε{ς γραφεϊον των
υπασπιστών 'κα\ το παραπλιυρως αύτοϋ δκι τάς
Κυρίας της υπηρεσίας. Τάξις και πειδαρχία έπε-
κράτει μετά αυστηρότατης κα\ παραδειγματικής ακρι-
βείας κατά τίιν ένεάμηνον άπουσίαν του Βασιλέως.
Είς ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ητο λίαν άγχί-
νους ϊνα μΑ άναμιχθη ουδαμώς, ώς τεκμαιρόμεθα
έκτος άλλων και έκ της επιστολής του τότε επιτε-
τραμμένου της Γαλλίας 8ίΐΙ)ίΐ1;ίβΓ, δστις προς τον
πρώην έν Αθήναις πρεσβευτήν θουβενελ έγραφεν,
{/πό Λμερομηνίαν 19 Ιουλίου 1851 :
Ιιβ ραΙίΐίδ Γβδίβ βί ΓβδίβΓΗ ΙιβΓηιέΐίηιιβηΐθπί ίβΓ-
ιηίί 3υ8(ΐυ'αυ τβίουΓ (Ιιι ιοί !
Κατά τήν άντιβασιλείαν ταυτην συνέβη και το
έπεισόδιον των τεσσάρων χωροφυλάκων.
Εξερχόμενη έφιππος είς περίπατον έν συνοδία
δυο υπασπιστών, ενός διαγγελέως, μιας Κυρίας, του
γερμανού διευθυντού τών σταυλων και δυο σταυλι-
τών, παρηκολουθεΤτο υπό τών τεσσάρων χωρο-
φυλάκων, οϊτινες πάντοτε ήκολουθουν την ^ασιλικΛν
συνοδίαν. Ή Βασίλισσα κατά την άπουσίαν του
Βασιλέως είχε δώσει έντολήν νά λεί\|/ωσιν οί χω-
ροφυλακές. Μετά τινας ημέρας, ένώ έπορευετο προς
τόν Ελαιώνα, διέκρινεν αίφνης αύτους μακρόθεν πα-
ρακολουθοϋντας. Ώργίσθη έπ\ τη παραβάσει της εν-
τολής της, κα\ μετά πείσματος και θυμού παιδικού
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
117
εχπεν: «"Α! θέλουν λοιπόν να μέ φυλάξουν! ας έλ-
θουν !».Κα\ πρ\ν η δώσ*»! καιρόν αύτοϊς να δράμωσιν
αμέσως κατόπιν, κεντή,σαο'α τόν ί'ππον της εισ'ηλθεν
ώς αστραπή εις τόν Ελαιώνα. Οι χωροφυλακές, μη
άντιληφθέντες τό πρώτον την ταχεϊαν ταυτην έξα-
φάνιαιν της βασιλικής συνοδίας, ηρχισαν να τρέ-
χωσιν από ρυτηρος έτλ τα ίχνη αύτης, άκολουθή-
σαντες τίιν προς τόν Πυργον της Βασιλίσσης άγου-
σαν. Ή Βασίλισσα δμως δι' ελιγμών πολλών διελ-
θοϋσα τόν Ελαιώνα στρέφεται προς τόν Λυκαβητόν,
διατρέχει τα άνωφερη αύτου μέρη κοί, δια της οδοϋ
Κηφισσίας, καταφθάνει ένωρίτερον της τεταγμένης
ώρας ε{ς τα ανάκτορα άφιππευσασα εις την όπι-
σθεν αυλειον θυραν, παρά τό σύνηθες, άφήσασα πολύ
μακράν τοί/ς υπασπιστάς ασθμαίνοντας νά παρακο-
λουθώσιν. Ό διαγγελευς κα\ η Κυρία μόνον έφθασαν
συγχρόνως μετ' αύτης ευχαριστημένοι διά τόν ολό-
ταχον αυτόν έφιππον περίπατον.
Οι χωροφυλακές άπολέσαντες τά ίχνη της Βα-
σιλίσσης, εν άπογνώσει έπέστρει1;αν ίδρώτι περιρρε-
όμενοι• εξήγγειλαν σοθαρώς τω κυρίω μοιράρχω, δτι
η Βασίλισσα έχάθη! Ταράσσεται ο μοίραρχος και
κοινοποιών τά λεχθέντα εις τους έν τω γραφείω
αξιωματικούς σπεύδει εις τά ανάκτορα. Ό αυλάρ-
χης Γρίβας Γαρδικιώτης εισερχόμενος, βλέπει τό πε-
ρίφροντι υφός του μοιράρχου κα\ έρωτα αυτόν ούτος
δι: μετά δέους συμπλέξας τάς χείρας αναφωνεί άπελ-
πις:«η Βασίλισσα έχάθη! » — «Άλλα, φίλε μου,
άπαντα ό Γρίβας μειδιών, δεν άκουεις τό τυμπανον ;
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ιι8
η Βασίλκτσα επιστρέφει εκ του έφιππου αύτης περι-
πάτου».— «Δόξα ναχη ο θεός», λέγει ό μοίραρχος
καθηοΊ/χάο'ας εκ της συγκρατοΰοΉς αυτόν ταραχής,
κα\ διηγείται είς τον αύλάρχην το σνμβάν.
Ό δέ Γρίβας έν τη περιστάαει ταΰτη έτήρησε
τον δλως αξιοπρεπή κα\ ίπποτικόν αύτου χαρακτήρα,
και κατέδειξε την προς το καθήκον και τ Αν ΒαοΊ-
λείαν ά^οσίωσιν κα\ σεβασμόν. Είς την όργίλην
έπίπληξιν της Βασιλίσο'ης, δτι δεν έξετελέσ'θησαν
αί διαταγαί της, είποΰσ'ης : «Το πρώτον πραγηα,
δπερ πρέπει να ύπάρχη έδώ μέσα, είναι Λ πειθαρχία
κα\ η υπακοή»• ό Γρίβας, άπαντα: «Ή Μεγα-
λειοτης σον έπραξες το καθήκον σου, να θυμώσης
κα\ να με επίπληξης, άλλα και έγώ έκαμα το
ιδικόν μου. Ό Βασιλεύς, έξηκολουθησε λέγων,
μας ά^ησεν έδώ δλους μέσα σ' αυτό τό Παλάτι,
μδλα τα αγαθά, δχι για να κοιμουμεθα μαλακά,
άλλα για ν' αγρυπνούμε. Μεγάλη τιμίι 'στό έθνος
είναι νάχης μπιστοβ'υνη, μα μεγάλη πρέπει ναναι
και ή δική μας έγνοια. "Ά^ες με. Μεγαλειοτάτη, να
σου δώσω πίσω τοϋτα τα γαλόνια και τή ^ουλα
τ' Λύλαρχείου, και τότε διάταξε να μη σ' ακολου-
θούνε 01. χωροφυλακές» !
*1Ι σκηνή ητο δντως θαυμάσια δια χρωστήρα
ζωγράφου. *Η Βασίλισσα, ιστάμενη ε ν τω μέσω της
αιθούσης, φέρουσα έσθήτα έξωμον, περιδέραιον πο-
λυτιμον κα\ ^ραχιόνια, διάδημα έπι κεφαλής, απα-
στράπτουσα έκ κάλλους καΐ μεγαλείου. Ό Γαρ-
δικιο5της ενώπιον αυτής υπερηφάνως και άξιο-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
119
πρεπώς κλίνουν τύ ύιίατενες' άνάατηυ,ά του κα\ κρα-
τών ανά χεϊρας το (|;έοΊον, άναηένων την διαταγήν.
Λί τρεις Κυρίαι της Αύλης, ο! δύο νηααηιαταχ και
ϋ διαγγελεύς έν στολή, εύλαβώς παριστάμενοι και
άναμένοντες εναγωνίως το άποβησύιιενον. Άλλα τα-
χέως η σκηνή μετέβαλεν διΙ;ιν• ή μεγαλόι1;υχος
Αμαλία, έν τη χαρακτηριζοΰση αύτίιν άγαθότητι,
άναγνωρίσασα το άδικον, σννεκινήθη {σχνρώς, διότι
έλνπηαζ τους περί αυτήν, έτεινε την δεξιάν προς
τον Γαρδικιώτην, ην οΐττος Λσπάσθη. Στρα^εϊσα
ακολούθως προς τον γηραιόν στρατηγόν Νοταραν
και τον εύγενέστατον Βαλτινόν ζητεϊ σι/γγνώμην, το
μειδίαμα έπι των χειλέων έχουσα, ενώ ταυτοχρόνως
τα δάκρυα έρρεον έκ τών ωραίων της οφθαλμών,
διότι ηναγκασεν αυτούς να κοπιάσωσι και υπο^έ-
ρωσιν. Ούτοι δε προχωρήσαντες ήσπάσθησαν την
χεϊρά της.
Έληξε ν οντω το ώραΐον έπεισόδιον, όμοιάζον
ήμέραν Απριλίου του ουρανού τών Αθηνών, τίτις
ανατέλλει με αιθρίαν μετ' ολίγον νέ^η πυκνά συν-
αγείρονται έ^' δλων τών μερών του ορίζοντος, έπα-
πιιλοϋντα καταιγίδα• αίφνης άνατίτυκτικαι ρανίδες
βροχής καταπίπτουσιν, εί/οιος ό ουρανός διαλάμπει,
και ό τίλιος κατερχ()μενος προς την δυσιν σκορπί-
ζει τα ρόδα και τά ία διά τών χρυσών άκτίνων του
έπι του ορίζοντος και της μαρμαιρούσης θαλάσσης,
διαχέων τίιν γαλήνην κα\ τΛν χαράν !
Έν τούτω, άναγγείλαντος του διατεταγμένου ϋηη-
ρέτου το γεϋμα, εισήλθον άπαντες είς το έστιατό-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι20
ριον• Λ δε ΒασίλισΌτα ακτινοβολούσα έκ φαιδρό τη-
τος, δια της γοητευτικής αύτης ομιλίας διεο'κέδασε
παν νέ^ος στενοχώριας και λύπης.
Περ\ της Αντιβασιλείας της Άααλίας, έκτος
άλλων ιστορικών, γράφει έν τω πολντόμω αύτοϋ Αε-
ξτκ<& τίΐς 'Ιίίτοοίας καΐ Γεωγραφίας ό έμ-
βριθΛς κριτικός κα\ έκ των πρυτάνεων της ελληνι-
κής δημοσιογραφίας κύριος Σταύρος Βουτυράς, ιδιο-
κτήτης του έν Κωνσταντινουπόλει «Νεολόγου», του
μετά σθένους προασπίζοντος από ετών τά συμφέ-
ροντα του Ελληνισμού έν τη Ανατολή.
«... Ό χρόνος δέν ίσχυσε νά έξαλεί\1[η την
πρώτην άγαθίιν τών Ελλήνων ίδέαν υπέρ της Άμα- .
λίας, τίτις άπήλαυεν έν Αθήναις πλειοτέρας δημο-
τικότητος του συζύγου αυτής. Ή δέ δημοτικότης
αϋτη ώ^είλετο ού μόνον εις τάς κοσμούσας αύτΛν
άρετάς, άλλα κα\ ε{ς τό άπο^ασιστικότερον του χα-
ρακτήρος κα\ τήν δραστηριότητα αυτής έν πολλαϊς
δυσχερεστάταις περιστάσεσι κα\ πρό πάντων έν μια
τών τελευταίων αυτής αντιβασιλειών, κατά μάρτιον
και δεκέμβριον του 1856, δτε έδειξεν απέναντι τ ής
ξένης κατοχής διαγωγίιν καταστήσασαν αυτήν λαο-
φιλή ... Ή βασίλισα Αμαλία έπροστάτευε την
παιδείαν, ιδρυσατο διάφορα κοινωφελή καθιδρύματα,
ως έν άλλοις τό Άμαλίειον Όρφανοτροφεϊον και τό
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
Ι 2 Ι
Ό^θαλμοκομεϊον, και λίαν ^χλόκαλος ουαα έμερίμνα
περ\ του καλλωπισμού της πόλεως των Αθηνών».
Όντως Λ Βασίλισσα έδνσφόρει μεγάλως έν καιρώ
της ξένης κατοχής, ης οι αντιπρόσωποι παντι σθέ-
νει επεδίωκαν την ταπείνο^σιν του έθνους και της
Βασιλείας, έπεμβαίνοντες και εις αυτά τα ά^ορώντα
τα εσωτερικά του Κράτους• και τοιαυτην Λσθάνετο
όδυνην ώστε ούδενός ημέλει, δπως περιφρούρηση
τλν ^ασιλικΛν άξιοπρέπειαν, έρρωμένως άνθισταμένη
Λ Βασίλισσα είς πάσαν άπόπειραν ταπεινωτικήν,
δτε ο Βασιλεύς διά του ταξειδίου αύτου διέσωζε το
γόητρον της βασιλικής του ατομικότητας.
Μετάξι/ άλλων ξέρεται και το έξης άνέκδοτον.
Κατά την άναχώρησιν του Βασιλέως συναπηλθε
μετ* αύτοϋ εις Γερμανίαν και Λ Μεγάλη Κυρία
Πλουσκώ^, ϊνα έπισκε^θη τους συγγενείς της και
έπανακάμψη διά του ιδίου άτμοπλοίου, του πρώ-
του τότε έλικοκινητου έν Ελλάδι, οί; επέβαιναν διά
Τεργέστην. Ή Βασίλισσα άνυπομόνως ανέμενε την
έπάνοδον της Μεγάλης Κυρίας και έπεθυμει νά προ-
γνωρίση πότε καταφθάνει ε{ς Πειραιά• αλλά τηλε-
γρα^ικόν σύρμα δεν υπήρχε τότε. Έν τη ά^ελεία
του πόθου της λέγει τη Κυρία της Τιμής Ασπασία
Καρπουνη:«Άνεμνήσθην περί του ονείρου εκείνου, δ
μοι ά^ηγηθης κατά την έκλογήν σου ως Κυρίας τής
Τιμής, δτε εϊχες ιδεί κίΐθ' ύπνους την Κυρίαν
Πλουσκώ^, έλθούσαν εις την οίκίαν σας ϊνα άναγ-
γείλη τη μητρί σου την έντολήν μου, ως και έγέ-
νετο τούτο μετά τρεις ημέρας. 'Έχεις καρδίαν άγα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
122
Οωτάταν αυν αύτη πιθανώς κέκτησαι και το ΰώρον
τής διπλής όοάσεως- Οά δύνασαι λοιπόν να ΐδης εν
ονεί(3ω πύτε Οά ελθη Λ Κυ(^ία Πλουσ'κώ^• ανριον η
|ΐεθαν(^)ΐον ; » Την νύκτα της ημέρας εκείνης η
δεσποινίς Καρποΰνη, καίτοι έκοιμήθη ΐ/πό το κρά-
τος της ιδέας ταντης, ουδέν ώνειρενθη. Άλλα την
έπιουααν, μετά την λίαν πρωινην έπάνοδόν της μετά
της ΒαοΊλίοΌΤης εκ του λοντροϋ του Φαλήρου, ολί-
γον κοιμηθεΐσα προς άνάπαΐ'σιν, ά^υπνίσθη περιχα-
ρής και σπεύδει προς τήν Βασίλισσαν λέγουσα :
α *ΙΙ Κυρία Πλουσκώφ είναι καΟ' όδον, φθάνει εις
Πειραιά άηύτ^ε και είς τάς ένέα θά είναι ενταύθα.»
Ή Βασίλισσα, και έν τω ονείρω ευροϋσα τήν έκπλή-
ρωσιν πόθου, ένετείλατο ϊνα μετά μεσημβρίαν ο περί-
πατος γίνη έ^' (ΐμάξης. Κατέρχονται εις Πειραιά
κα\ μεταβαίνουσιν εις Κερετσίνιον, οπόθεν έ^αίνετο
πλοϊον μακρόθεν μετ(ΐ6αίνουσιν είς το λιμεναρχεΐον
ϊνα μάθωσι περί τούτου. Ό λιμενάρχης μετά πολλήν
έρευναν βέβαιοι τήν Βασίλισσα ν, δτι το πλοϊον εκείνο
δεν είναι το του Βασιλέως, άλλ' έτερον δπερ ακρι-
βώς τήν ήμέραν έκείνην άνεμένετο. «Βλέπεις, λέγει
τη δεσποινίδι Καρπούνη ή Βασίλισσα, δτι έλανθάσθης
έν τω ονείρω σου;» Άλλα το εσπέρας μετά το γεύμα,
έν ω ευρίσκοντο έν τη αίθούση άκούουσι θρούν φορέ-
ματος και μετ' ολίγον ήσυχον ^ωνήν γερμανιστί*
«Χαίρετε, Μεγαλειοτάτη». Ή Βασίλισσα άνετινάχθη
εκ της έδρας της, και προς τήν έμψανισθεΐσάν Κυρίαν
Πλουσκώ^ έ^οονησεν: «Άλλα πώς ! πότε έ^θάσατε
είς Πειραιά;» ~ «Προ ό2αγου μόλις, άπαντα ή
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
123
ά^χχθεϊσΌ, με το έλληνχκόν άτμοπλοιον. » — Άλλα
ηώς άνήλθετε ; Μόνη ; » — «Όχι, Μεγαλειοτάτη,
άλλ' εν συνοδία τεο'ο'άρων φρουρών, ονς {ΐοχ
ώριοτεν ό ΐΜλλος ναύαρχος ! » Τούτο ακριβώς ήθελε
να προλάβη η Βασ'ίλισσα, γινώσκουο'α πόο'α μέσα
έξεντελισ'μοϋ μετηρχοντο οι ναύαρχοι άντιπρόσ'ωποι
κατά της Αύλης ! Και αιτιωμένη έαντην έλεγε ν ;
«"Ω ! διατί, να μη πισ'τευσω εως τέλος το δνειρον
οΌυ, Άσπασ'ία ! Δεν θα έδοκίμαζον τώρα και την
μεγάλην ταντην πικρίαν ! »
Περίνοια, έκτακτος δραστηριδτης και γνώοΊς περί
τα στρατιωτικά και διοικητικά χαρακτηρίζουσι την
άντιβασιλείαν του 1858. Ή πολυχρόνιος πεϊρα
κατέστησε την Βασίλισσαν εντριβή περί ταΰτα•
έγίνωσκε πάντα θεσμόν η νομοθεσίαν, πίίσαν έπε-
νεχθεϊσαν τροποποίησιν, πασαν πρόοδον και βελτίθ3-
σιν, τά ονόματα κα\ τά πρόσωπα δχι μόνον τών
επισήμων πολιτευτών, στρατιωτικών, νομομαθών και
λογίων αλλά και τών υποδεεστέρων υπαλλήλων, ων
εκάστου είχε σταθμίσει την ικανότητα και άξίαν.
Διό και οι μετ' αυτής συνεργαζό[.ιενοι άνωμολόγουν
τον θαυμασμόν και τΛν έκτίμησίν των. Δεν ητο [βε-
βαίως Ελισάβετ, Μαρία Θηρεσία, Αικατερίνη Β'. η
τις τών μεγάλων Αυτοκρατειρών του Βυζαντίου• άλλ'
ανεδείχθη Βασίλισσα πνευματωδεστάτη, ευσεβής,
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
124
^ίλη του καλοϋ κα\ της προόδου, δυναιιένη ΐ/πό
άλλας ηεριατάύεχς να δραοΊι σπουδαχότερον κα\ τε-
λεσφορώτερον υπέρ του έθνους της. Ό θείραιος απο-
καλεί αύτην Ζηνοβίαν. Κατά την άντιβα(ηλείαν
του 1858 Λ δημοτικοτης αύτης ά^ίκετο ε{ς το
κορυ^ωηα της δόξης.
ΊΙ συμπάθεια καχ ο'τοργη του ελληνικού λάου
περιβάλλουσι την σ'ελίδα του 1861 της πολιτικής
δράσ'εως της βασιλίσσης Αμαλίας, ην τοσάκις το
έθνος έτίμησε διά της ύψηλης ευθύνης και της
εμπιστευτικής τίΓή^ου των άντιπροσοόπων του. Ή
κατά της ζωής αύ,της δολοφονική έπίθεσις άποτυ-
χουσα κατά θείαν πρόνοιαν διε^υλαξε την Ελλάδα
και τοιαύτης μομφής. Ό άμαρτήσας έξιλεώσατο
υποβαλών εαυτόν ε{ς τυψιν έλεγχου συνειδήσεως.
Την ^αντασίαν της σ^ριγώσης νεολαίας άνερρί-
πιζε τότε η έπανάστασις τίας Ιταλίας, έν η έβλεπεν
αύτη πραγματουμένην μεν παρ' Ίταλοΐς τΛ,ν Με-
γάλην Ίδέαν της δε Ελλάδος άβέβαιον δήθεν κα\
σκοτεινόν το μέλλον.
Ή ξένη πολιτική και η άντιβασιλική μερις ευ-
ρουσαι προσ^ορωτάτην την περίστασιν δεξιώς είρ-
γάσαντο. Ή άδονλος και ενθουσιώδης φιλοπατρία της
νεολαίας έξηγέρθη• το μένος αυτής έκορυ^ώθη κατά
της Βασιλείας• «Διότι, έλεγεν, αι δά^ναι της νίκης
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
125
έστε^άνωνον τον Βίκτωρα ΈμμανουΛ,λ και Γαρχβάλ-
δην, τον δε Όθωνος η προδοτική ατάσις Λγε σιδη-
ροδέοΊΛίον την Ελλάδα προς τΛν Αύατριαν» ! Αι άν-
τιβααιλικα\ διαδηλώσεις, οι λίβελλοι, αι διαμαρτνρίαι
του τύπου διε (Σταύρου ντο. Οι εθνικοί ποιηται. ^λο-
γώδεις έτόνιζον διθυράμβους έξάπτοντας τα πλήθη.
ΕύγενΛς χορεία νέων πρωτοστατεί έκ πεποιθήσεως
δτι εξυπηρετεί την πατρίδα, ην ένόμιζε Ο^αγιαζο-
μένην. Ό άτυχης Αριστείδης Δόσιος, υιός επιφα-
νούς οϊκου, έν τη άκρατήτω αυτοϋ παράφορα και
όριιη εγείρει χεϊρα κατά της Βασιλίσσης και πυ-
ροβολεί αύτην δια περιστρόφου, δτε αϊττη έφιππος
έπέστρεφεν έκ του περιπάτου. Ό πυροβολισμός έγέ-
νετο την 9^3^ ώραν μ. μ. της 6^€ Σεπτεμβρίου έν
τη όδω, τη παρά τΛν Πλατεϊαν του Συντάγματος,
τίτις άγει προς τά ανάκτορα. Κατά την άπαισίαν
έκείνην στιγμήν η βασίλισσα Αμαλία κατέδειξε τΛν
δντως σπανίαν αυτής γενναιοψυχίαν και εύτολμίαν.
Άντιλη^θεϊσα άκαριαίως τίιν λάμ\1/ιν της εκπυρσο-
κροτήσεις του περιστρόφου, διέφυγε την ^ολήν κεν-
τήσασα τον ά(^ηνιάσαντα αυτής ϊππον, κα\ έδραμε
προς τά ανάκτορα.
Δεν είχεν έτι συμπληρωθη τριετία άφ' δτου έγέ-
νετο τό ίνδαλμα δημοτικότητος και έδέχετο τά θυ-
μιάματα λατρείας! Πόσον άγχίστρο^ος ή τύχη των
βασιλέων κα\ των λαών !
Ευγενείας, ύψηλο^ροσΰνης και εύσεβείας μεστο\
είναι οι αξιομνημόνευτοι λόγοι, ους άπέτεινεν ενώ-
πιον πολλών, προς τόν άρχαιολόγον κυριον Εύστρα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
126
τχάδην, (Τυγχαιροντα αύτη έπ\ τη διασώοτει. «Διδά-
ξατΓ, είπε, τοϊς νέοις το θρησ'κευτικόν Συναίσθημα.
Θρησκείας, θρησκείας εχομεν ανάγκην » ! Λόγοι
βαρυσήμαντοι, ών η μεγαλητέρα άξια όσημέραι
καταφαίνεται !
Ή αδυσώπητος έξωτερικίι έπίδρασις, Λ έπι τόσα
ετη συνυ^αίνουσα τΛν δολοπλόκον σαγηνην, έ^ή-
πλωσε τέλος αύτην έπ\ του πολιτικού ορίζοντος της
Ελλάδος, περιέβαλε δια ζοφερού νέφους τον θρό-
νον και συνεσκότισε, δια καταχθονίου πνοής, την
^ωτεινην εστί αν του πυρός, έξ ης ηκτινοβόλει το
<^ώς του ίεροϋ φίλτρου κα\ της δικαιοσύνης των
Βασιλέων προς την Ελλάδα, το ^ώς της αγάπης
του λαοϋ προς τοΐ/ς Βασιλείς- κα\ ο επαναστατικός
στρόβιλος συνεκλόνησε το έλληνικόν έδαφος.
Κα\ ηκουσθη : «Τίς απαλλάξει ημάς των άστορ-
γων Βασιλέων» ; Τίς, δηλαδή, απαλλάξει ημάς του
Θησέως και Μιλτιάδου, του Αριστείδου και Θεμι-
στοκλέους, του Φειδίου και Περικλέους, του Καπο-
διστρίου, "Οθωνος και Αμαλίας ! Έρρέτωσαν ! δπως
έπέλθη ελευθερία και τάξις, ευνομία και τήρησις
του Συντάγματος, προς δ έπιορκεϊ η Βασιλεία, δπως
πλούτος και ευημερία είσρευση είς τΛν χώραν και
χρυσούς αιών ανά την Ελλάδα έπιλάμτίτη !
Κ(ΐ\ ακάθεκτα έ^έροντο τα νέφη της έπαναστα-
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
Τ27
τικης θνέλλης κατακλνζοντα παοταν ιδέαν νοιιοταγη,
τταο'αν άρχην σΊτντηρητχν^οτητος, καχ ^αρύς ό γδούπος
αυτών άντή'^ηαεν εν Αθήναις, και ηνρίνονς γλ6)σ-
αας έκτοξενο'αντα άνέτρει(/αν τον θρόνον των βαοΊ-
λέων Όθωνος και Άααλίας, τη ίΟν Όκτωβρίου, καθ'
ην στιγμήν οντοι ευρίσ'κοντο ολίγον μακράν αύτοϋ,
καθ' ήν στιγμήν, έπι των ανθέων και των ιματίων
εβαινον, άτινα διεσκόρπιζε και έστρωνε προ των
ποδών' αυτών ό ηρωικός της Μάνης λαός και λιβα-
νωτόν προσέ^ερεν αύτοϊς σεβασμού, αγάπης και
ευγνωμοσύνης.
\2η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
"Ελληνες πάσης τάξεως, νέοι και γέροντες,
γχΑ^αϊκες κα\ παιδία παρωθουμενοι υπό του έν Αθή-
ναις επαναστατικού σάλου της 10ης Όκτωβρίου
κατέρχονται τήν Πειραϊκήν όδόν, κραυγάζοντες,
άλαλάζοντες, ζητωκραυγοϋντες υπέρ της πατρίδος
κα\ της ελευθερίας, αδοντες τόν έθνικόν υμνον κα\
τόν ενθουσιώδη της νέας ελευθερίας θουριον, τό άσμα
κατοι της « Ξένης Άκρίδος ». Σημαϊαι και εθνό-
σημα και τα σήματα της ελευθερίας, άτινα έτερον
οι κατερχόμενοι, ζωηροτέραν καθιστών τήν έντυ-
πωσιν του θεάματος. Δυστυχία είς τόν τολμήσοντα ^
να ύψωση ^ωνήν προς άναχαίτισιν του ηλεκτρισμέ-
νου εκείνου πλήθους, δπερ έσπευδε να καταλάβνι
τάς άκτάς του βαθυκόλπου λιμένος του Πειραιώς,
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
128
οπόθεν, ώς έν άμφιθεάτρω, έμελλε να ΐδη και την
τελευταίαν σκηνίιν του θλιβερού δράματος, τοΐ/ς
Βασιλείς^ έπ\ του βαο^ιλικού Άτμοδρόμωνος «Αμα-
λίας» αποχαιρετίζοντας αυτούς.
"Ήτον Λ 1η μετά μεαημβρίαν της Ιδης Όκτω-
βρίου. Έπ\ του κατασ'τρώματος του Άτμοδρόμωνος
ϊαταντο οι Βασιλείς ώχρο\ και περιαλγεϊς, κυκλού-
μενοι ύπό των πιοττών αυτών συνοδών. Οί αξιωμα-
τικοί του πλοίου βραδέως και αθορύβως έδιδον δια-
ταγάς προς τους ναυτας, ούτοι δε σιωπηλώς έκι-
νοϋντο. *Η κατή(|)εια και η θλίι[/ις επικρατεί. Ό
"Οθων και η Άααλία μέλλουσι ν' άπέλθωσι δια
ξένου πλοίου είς την έξορίαν. Πρώτη ή Βασίλισσα
χωρεϊ μεγαλοπρεπώς, δακρυβρέκτους έχουσα τοί/ς
οφθαλμούς• αποχαιρετίζει ενα εκαστον. Πάντες οι
έν τω πλοίω αξιωματικοί και ναϋται κα\ οί άλλοι
παρευρεθέντες ασπάζονται εύλαβώς τίιν δεξιάν αυ-
τής. 'Ήτο έπιβλητικΛ έκ μεγαλείου και αξία υπο-
κλίσεων και σεβασιιοϋ και έν αύτη τη ώρα της
μεγίστης δοκιμασίας ! Αποχαιρετίζει σιωπηλώς, διότι
το άλγος της ι1;υχής της είναι μέγα κα\ αδυνατεί
να έκφραση λόγον Λ μεγαλόιίτυχος γυνή. Στρέφει
το βλέμμα προς τον έπι της παραλίας ίστάμενον
και άλαλάζοντα λαόν, τον λαόν εκείνον δν δια
τοσαυτης περιέβαλε στοργής• κατέρχεται βραδέως
την κλίμακα, έπιβάσα της βασιλικής λέμβου• φέρει
την θλίψιν κα\ άπόγνωσιν συντρόφους είς τΛν
έξορίαν !
Ό Βασιλεί/ς αποχαιρετίζει δεύτερος τείνων την
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
129
δεξιάν πάντες κλαίοντες ασπάζονται αΰτην. Είναι
ώραϊος κα\ αξιοπρεπής• τον περιβάλλει η ίθνικη
στολή,• τΛν σεπτλν αί/τοϋ κεφαλήν κοσμεί το ^έσιον
μετά του σταυρού του Αγώνος, άτινα έλάμπρυνεν
έτι αάλλον δια της ευγενούς μορφής του. Φέρε-
ται ώς ο Προμηθεί/ς έπι του Καυκάσου. Το γινίο-
σκει, άλλα δέχεται τον σταυρόν εν τω υψει της
αγάπης του δια την προσφιλή του Ελλάδα. Ώς
άνθρωπος πάσχει, άλγεϊ, συγκινείται, δάκρυον κυ-
λίεται εκ των οφθαλμών του - ητο η άτμις.της ιΙ;υ-
χης του - το ιερόν δάκρυον, όπερ απέστειλε ποός
τον απέναντι λαόν του μετά της θερμής εύχηςτου,
ην έν τω μέσω της επικρατούσης σιγής ή ^ωνή
του εί/ηχος διεσκόρπισεν : «Εύχομαι ή Ελλάς
να εύτΑ^χηση» ί
Τους Βασιλείς παρακολουθοϋσιν οι πιστοί και
ά^ωσιωμένοι, ο Νοταράς και ο Βαλτινός, ο Δράκος
και ο Καραϊσκάκης, ο Ρώμας κα\ ό Χα^τζή* Πέτρος,
ό Παλάσκας και ο Χατζΐσκος, η Μεγάλη Κυρία
Πλουσκώ^ κα\ αί ευγενείς και ευγνώμονες Κυρίαι
της Τιμής Ασπασία Καρπουνη και Μαρία Γρίβα
Γαρδικιώτου, επίσης και οι Βένιγ,- *Ρέζερ και Μάνα-
ράκης. Είναι οι μέλλοντες σύντροφοι κα\ παρήγοροι
έν τη εξορία.
*Η λέμβος, έλαυνομένη ΐ/πό τοϋ γενναίου πλω-
τάρχου Παλάσκα, διαγράψασα μέγαν κύκλον έν μέσω
των άποχάιρετηρίων κανονιοβολισμών, τών ριπτο-
μένων έκ τοϋ Ελληνικού Άτμοδρόμωνος, διηυθύνθη
προς το Ξένον πλοΐον. Τοϋτο έμελλε νά οδήγηση
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
τοΐ/ς τέως Βασιλείς της Ελλάδος είς Βενετίαν.
Άλλ' οο^ειλεν ό Βααχλεί/ς ενα έτι άποχαιρετισ'μόν
έγγρα^ον προς τόν λαόν της Ελλάδος, ϊνα άνεξι-
τήλως έγχαραχθώοτιν αί γραμμα\ αύτοϋ έν ταϊς δέλ-
τοις της ίστορίας.
Έκ του δριιον της ένδοξου Σαλαμίνος, ένθα
είχε προσορμι^θη το πλοϊον, ό Όθων απέστειλε το
έξης έγγρα^ον:
Πεπεισμένος, δτι μετά τά τελευταία συμβάντα, άτινα
ίλαβον χώραν είς διάφορα μέρη τοΟ Βασιλείου χαΐ ίδιως
εις τήν Πρωτεύουσαν, ή περαιτέρω έν Ελλάδι διαμονή
μου κατά τήν στιγμήν ταυτην, ήδύνατο νά φέρη τους
κατοίκους αύτί}ς είς ταραχάς αίματηράς καΐ δύσκολους
νά καταβληθώσιν, απεφάσισα ν' αναχωρήσω έκ τοϋ τόπου
τούτου, τ6ν δποΓον ήγάτυησα καΐ εισέτι αγαπώ, καΐ πρδς
τήν εύημερίαν του δποίου άπδ τριακονταετίας σχεδόν οδτε
φροντίδων ούτε κόπου έφείσθην. Άποφεύγων πδσαν έπί-
δειξιν, είχον πρδ δφθαλμών μόνον τά άληθί) τί}ς Ελλάδος
συμφέροντα, καΐ πάσαις δυνάμεσι προσεπάθησα νά προα-
γάγω τήν υλικήν καΐ ήθικήν αύτί)ς άνάπτυξιν, έπιστήσας
ιδίως τήν προσοχήν Μου είς τήν άμερόληπτον τ^ς δικαιο-
σύνης άπονομήν. Όσάκις δέ επρόκειτο περί τ6>ν κατά του
προσώπου Μου πολιτικών εγκλημάτων έδειξα πάντοτε μεγί-
στην έπιείκειαν καΐ λήθην τών πεπραγμένων. Επιστρέφων
είς τήν γί}ν τί}ς γεννήσεως Μου, λυποΟμαι αναλογιζόμενος
τάς συμφοράς, ύφ' ών έπαπειλείται ή προσφιλής μου Ελλάς
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
131
έκ τί}ς νέας πλοκίϋς των πραγμάτων, καΐ παρακαλώ τ6ν
εύσπλαγχνον Θε6ν ν' άπονέμη πάντοτε την χάριν Του εις
τάς τύχας τί}ς Ελλάδος.
Εξεδόθη έκ τοϋ λιμένος τί}ς Σαλαμίνος τί)ν 12/24
Όκτωβρίου 1862
'Όθων.
Ό ουρανός χατάοττερος έλαιιπυρχζεν, ή αϋρα
έθώπενε τίιν γαλη\ιώααν θάλασσαν, κα\ το πλοϊον,
απάραν έκ Σαλαηϊνος την 9 ην της εσπέρας, έχώρει
τα^ςέως παραπλέον τάς ελληνικός άκτάς, ας δι'
υστάτην ^οραν έβλεπον οι Βασιλείς. Π(ΧΤοι σφοδροί
παλιιοι συνετάρασσον το στήθος αυτών ί Πόσα δά-
κρνα έχυνον άναμιανησκόμενοι, δτι προ τριακονταε-
τίας νεαροί και μετ' ενθουσιασμού κατελθόντες εις
την ένδοξον Ελλάδα, έπι των ερειπίων αυτής έπά-
τησαν πρώτον, νυν δε απερχόμενοι θάλλουσαν κα\
εύδαιαονοίτσαν ά^ίνοι/σι χώραν.
Προσέγγισαν και διέμειναν εν τω λιαένι Κέρ-
κυρας ολίγας ώρας. Συγχρόνως τότε προσωρμίζετο
έκ Πρεβέζης πρόερχόμενον άτμόπλοιον ξένον, έφ'
ου επέβαιναν άξιωματικο\ Έλληνες, Μπουγιουκας,
Όριγώνης και Βλαχόπουλος, οιτινες έκ της επα-
νάστασης Βονίτσης διαφυγόντες ηλθον ν' άσπασθώ-
σιν ως πιστοί και εϋορκοι τήν χεϊρα τών Βασιλέων.
Μετ' αυτών ητο κα\ ό τοο^οδότης της ημιολίας
«Ναυπλίας», τής αυλλη^^εχαης ΐτπό τών επαναστα-
τών, Αντώνιος Ν. Βάος, δστις κατώρθωσε δια νυκτός
να έκ^ύγη εις Πρέβεζαν έπι τών δυο λέμβων, τών
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
132
ιιόνων της «Ναυπλίας», μετά οκτώ ναντών. Οί
Βασιλείς σιτνεκχνήθησ'αν ιιαθόντες τοχοϋτο παρά-
οειγαα (ΐ^οο"ΐώσεως κα\ ανομίας του νεαρού Βάου,
ην άνταμείδοντες συμπαρε'λαβον ηετ' αυτών τον
γενναΐον τούτον, οιαμιίναντα πλησίον των έν Μονάχω
τετραμηνίαν• δλην, είτα δ' έπ\ τριετίαν έν Τερ-
γέστη, ενΟα έσπούδασε τα ναυτικά ώς υπότροπος
Γοϋ Βασιλέως Όθωνος.
Μετά πενθήμερον πλουν ά^ί κοντό οί Βασιλείς ιίς
Βενετίαν, και ενταύθα έχαιοέτισεν αύτοϋς τελευ-
ταία ν ^οράν η ελληνική σημαία.
Έκ Βενετίας οι' οδοιπορικών αμαξών μεθ' δλης
αυτών της συνοδίας διήλθαν την Τυρολίαν μέ^ςρις
Ίνσπρουκης. Εκείθεν δι:Υ του σιδηροδρόμου διαβαί-
νοντες Ατένισαν το ιστορικόν χωρίον Κι^ελσ^έλδεν
(Κυίβίβίη) έκεΐ ένθα, προς ανάμνησιν του αποχω-
ρισμού του Όθωνος έκ της πατρίδος του, ήγέρθη
ναΐδριον, κληθέν του Όθωνος, (Οίίο ΚαρβΠβ)
^έρον έπι της εισόδου έπιγρα^Λν τοιαύτην:
« Εις ανάμνησιν τ^ς θέσεως έν -ζ, τ-ζ 6•^ Δεκεμβρίου
1832, κατά τδ έκ τ^ίς β(χυαρικί)ς πρωτευούσης ταξείδιόν του
άπεχαφέτισε την προσφιλή) αυτοϋ πατρίδα δ εις τδν θρόνον
τ?}ς Ελλάδος κληθείς δευτερότοκος βασιλικδς πρίγκηψ τ^^ς
Βαυαρίας Όθων - δστις, χάριν του άποχαιρετισμοΟ τούτου,
επέστρεψε τ^ πρωία τί}ς έπιούσης ημέρας μετά σπουδί)ς
καΐ πάλιν εις τδ βαυαρικδν έδαφος έκ Κιφελσφέλδιν, - φκο-
δομήθη δι' εκουσίων εράνων τοΰ βαυαρικοΟ λαοΟ ούτος δ
ε?ς τδν άγ^ον "Οθωνα αφιερωμένος ναίσκος 1834».
Εντός αυτοϋ ανάκεινται αι είκόνες του Αγίου
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
τ. -^3
Όθωνος, τοϋ *Αγχον Λουδοβίκου, της Άγιας Θϊΐ-
ρεσίας ή της « Παρθένου » τοϋ 'Ρα<^αηλ κα\ η υπό
τοϋ ΡβίβΓ Ηβ88 εικών τοϋ άποχωριοτμοϋ τοϋ "Οθωνος
εκ των ανακτόρων της -Βαυαρίας.
Δια τοϋ σιδηροδρόμου διηλθον οι Βασιλείς και προ
της κωμοπόλεως "Αϊβλικ, έν η η ηήτηρ τοϋ Όθωνος
βασίλισσα Θηρεσία άπεχωρίσθη αυτόν και ένθα προς
άνάιινησιν ύψοϋται επιμνημόσυνος στήλη γοτθικοϋ
ρυθμοϋ, «Στήλη τοϋ Όθωνος» (Οίίό-8έί1ι1β) καλού-
μενη, τετράπλευρος οϊ/σα, έπι της μιας πλευράς της
οποίας άναγινίοσκεται η έξης επιγραφή:
Βαοίλέως Λουδοβίκου
6 δευτερότοκος υιός
Όθων
Άπεσπάσθη ενταύθα έκ' τ^ς μητρικ^^ς αγκάλης
μεταβαίνων είς Ελλάδα
ώς Βασιλεύς καΐ πατήρ αύττ^ς,
τη 2κτη Δεκεμβρίου 1832.
Έπ\ δε της άλλης :
Ή Βασίλισσα τ^ς Βαυαρίας Θηρεσία
Ιχυσεν ένταϋθα
δια τ6ν προσφιλέστατον αυτ^ς υί6ν
"Οθωνα
πικρά δάκρυα άποχωρισμοΰ.
Είθε νά γίνωσι ταΰτα δάκρυα χαράς !
Αι δύο άλλαι πλευραι της στήλης ^έρουσιν Λ
μεν έτέραν έπιγρα^ήν, η δε άγαλμα της Παναγίας
κρατούσης έν αγκάλαις τον Χριστόν.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
134
Κα\ παίηίλαυνεν ό σιδηροδρομικός είρμός ταχύς,
πλησιάζων εις τΛν γενέτειραν του Όθωνος, τό Μό-
ναχον, ένθα ά^ίκοντο τη 20η Όκτωβρίου. Ό γηραιός
πατήρ του Όθωνος Λουδοβίκος και οί αδελφοί
αύτου κα\ πάντες οί πρίγκιπες και μεγιστάνες ανα-
μένο υσι να ί/ποδεχθώσι τόνΌθωνα,άλλ'δχι ώς άλλοτε
μετά χαράς, δτε ώς Βασιλεΐ/ς ηρχετο νά έπισκε^θη
αύτοιίς, άλλ' ώς έξόριστον μετά της πίστης αύτοϋ
συζύγου Αμαλίας. Κα\ ύποδεξιουνται αύτους έν
τοις άνακτόροις τών Προπυλαίων. Άλλ' οϊον θλι-
βερόν ένταϋθα θέαμα σπαράσσει τά ατηβη του Όθω-
νος και της Αμαλίας! Έπι τών ένδον τοίχων αυτών
άναγινώσκουσι τά ονόματα τών ένδοξων ανδρών του
Ίεροϋ Αγώνος, έν οϊς κα\ του Μιαούλη, του Μπό-
τσαρη και του Πλαπούτα, οϊτινες είχον κομίσει τω
Όθωνι τό έλληνικόν στέμμα !
Έναγκαλιζόμενος ό δακρυρροών άτυχης Λουδο-
βίκος όδηγεϊ τον υίόν και την νύμ^ην του έν τοις
άνακτόροις. Ποιον σκληρόν Λ μοϊρα τω επεφύλασσε
γήρας! ΕύτυχΛς Λ σύζυγος αύτου Θηρεσία, άποθα-
νοϋσα πριν η τοιούτο δοκιμάση πικρίας ποτηριον !
Άλλ' ό πατρικός οίκος αποβαίνει πηγίι διηνε-
κών θλιβερών εντυπώσεων και αναμνήσεων διά τόν
Όθωνα κα\ την Άμαλίαν αί 5έ στοργικώταται
ενδείξεις και Λ αύλικίι έθιμοταξία συνεκίνουν και
έκούραζον αυτούς. Έπόθουν την μόνωσιν, τίιν
παντελή έξορίαν.
Ή πόλις του Μονάχου επίσης ί/Λενθύμιζεν ανά
παν βήμα εις το^^ς τεθλιμμένους και άπαρηγορή-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
135
τονς Βασιλείς τάς προσφιλείς των Αθήνας κα\
τίιν Ελλάδα. Έκεϊ παρά τον Ίσανρον, ό μονσό-
ληπτος Βασιλεύς Λουδοβίκος είχε φιλοξενήσει τον
φυγαδευθέντα έκ τον Ελικώνος Απόλλωνα και
τάς θείας αύτοϋ άδελφάς, ϊνα καλλΰνο^σι νέον
Ελικώνα. Έκεϊ ό λάτρης του καλού, ό νέος Περι-
κλής της Γερμανίας, εΐχεν αναγεννήσει την τέχνην
του Φειδίου, *Ικτίνου, Μνησικλέους, Καλλικρά-
τους και τών άλλων αθανάτων καλλιτεχνών, οί-
κοδομήσας τά «Προπύλαια» κατ' άπομίμησιν τών
εν τη Άκροπόλει, και άλλα μεγαλοπρεπή κτίρια,
την εξ Ιωνικού ρυθμού Γλυπτοθηκην, το Μέγαρον
τών τεχνών, έν Κορινθιακώ ρυθμώ, διά τών μεγάλων
καλλιτεχνών της Γερμανίας. Έκεϊ ό φιλελληνικώτα-
τος Λουδοβϊκος περιέσωσεν, ως έν κιβωτώ πολυτελεϊ,
λείιίτανα έκ τών αριστουργημάτων της τέχνης τών
Ελλήνων. Έν Μονάχω τέλος έπέπνεε το έσαει έπι-
πνέον άρωμα του ελληνικού πνεύματος και της ελ-
ληνικής χάριτος. Και έκεϊθεν έκ του Ίσαύρου, του
Ίλισσοϋ του Μονάχου, Ακούσθη η εμπνευσμένη λύρα
του έστεμμένοΐΓ ποιητοϋ της Γερμανίας, του Τυρταίου
της νέας Ελλάδος, ψάλλουσα το μεγαλεϊον της
αρχαίας δόξης αύτης και χαιρετίζουσα τίιν ανά-
στασίν της.
«"Ότε αί Αθήναι, λέγει ό συγγραφεΐ/ς της 'Ι-
(Ιτορΐας τών Αθηνών, ί/πό τήν ξενικήν κυριαρ-
χίαν περιήλθον, και άπεσβέννυτο πάν ϊχνος πνευμα-
τικής ζωής έν τη Ανατολή, ουδεμία σπουδαία
συμπαθής φωνή ήκούσθη έξ Ευρώπης, ήτις έφωτί-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
128
οπόθεν, ώς έν άμ^ιθεάτρω, έμελλε να ϊδη κα\ την
τελενταίαν οτκηνίιν του θλιθεροϋ δράματος, τοί/ς
Βασιλείς έπ\ του βαοΊλικοϋ Άταοδρόμωνος «Αμα-
λίας» αποχαιρετίζοντας αυτούς.
"^Ητον ή 1η μετά μεοΤΛμβρίαν της 12Λς Όκτω-
βρίου. Έπ\ του καταστρώματος του Άτμοδρόμωνος
ϊσταντο οί Βασιλείς ώχροι και περιαλγεϊς, κύκλου-
μενοι ύπό των πιστών αυτών συνοδών. Οί αξιωμα-
τικοί του πλοίου βραδέως και αθορύβως έδιδον δια-
ταγάς προς τους ναύτας, ούτοι δε σιωπηλώς έκι-
νοϋντο. Ή κατή(|)εια και η θλίι|/ις επικρατεί. Ό
"Οθων και ή Άααλία μέλλουσι ν' άπέλθωσι δια
ξένου πλοίου είς την έξορίαν. Πρώτη ή Βασίλισσα
χωρεϊ μεγαλοπρεπώς, δακρυβρέκτους έχουσα τους
οφθαλμούς• αποχαιρετίζει ενα εκαστον. Πάντες οί
έν τω πλοίω αξιωματικοί και ναυται κα\ οί άλλοι
παρευρεθέντες ασπάζονται εύλαβώς την δεξιάν αυ-
τής. "^Ητο επιβλητική έκ μεγαλείου κα\ αξία υπο-
κλίσεων και σεβασαοϋ και έν αύτη τη ώρα της
μεγίστης δοκιμασίας ! Αποχαιρετίζει σιωπηλώς, διότι
το άλγος της ι|;υχής της είναι μέγα και αδυνατεί
να έκφραση λόγον η μεγαλόψυχος γυνή. Στρέφει
το βλέμμα προς τον έπι της παραλίας ιστάμενον
και άλαλάζοντα λαόν, τον λαόν εκείνον 6ν δια
τοσαύτης περιέβαλε στοργής• κατέρχεται βραδέως
την κλίμακα, έπιβάσα της βασιλικής λέμβου• φέρει
την θλίψιν και άπόγνωσιν συντρόφους είς τλν
έξορίαν !
Ό Βασιλεύς αποχαιρετίζει δεύτερος τείνων την
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
129
δεξιάν• πάντες κλαίοντες ασπάζονται αυτήν. Είναι
ωραίος και αξιοπρεπής• τον περιβάλλει Λ εθνική
στολή• τήν σεπτήν αυτοϋ κεφαλήν κοσμεί το ^έσιον
μετά του σταυρού του Αγώνος, άτινα έλάμπρυνεν
ετι μάλλον δια της ευγενούς μορφής του. Φέρε-
ται ώς 6 Προμηθεί/ς έπ\ του Καυκάσου. Το γινίο-
σκει, οιλλά δέχεται τον σταυρόν εν τω υψει της
αγάπης του δια τήν προσφιλή του Ελλάδα. Ώς
άνθρωπος πάσχει, άλγεϊ, συγκινιϊται, δάκρυον κυ-
λίεται εκ των οφθαλμών του- ήτο ή άτμις της \|/υ-
χής του - το ιερόν δάκρυον, δπερ απέστειλε προς
τόν απέναντι λαόν του μετά της θερμής ευχής του,
ην έν τω μέσω της επικρατούσης σιγής ή φωνή
του εύηχος διεσκόρπισεν : «Εύχομαι ή Ελλάς
νά εύτυχήση» !
Τους Βασιλείς παρακολουθοϋσιν οι πιστοί και
άφωσιωμένοι, ό Νοταράς και ό Βαλτινός, ο Δράκος
και ό Καραϊσκάκης, ό Ρώμας και ό Χατζή* Πέτρος,
ό Παλάσκας και ό Χατζϊσκος, ή Μεγάλη Κυρία
Πλουσκώφ κα\ αι ευγενείς και ευγνώμονες Κυρίαι
της Τιμής Ασπασία Καρπουνη και Μαρία Γρίβα
Γαρδικιώτου, επίσης κα\ οί Βένιγ,- Τέζερ και Μάνα -
ράκης. Είναι οί μέλλοντες σύντροφοι κα\ παρήγοροι
έν τη εξορία.
Ή λέμβος, έλαυνομένη ί;πό του γενναίου πλω-
τάρχου Παλάσκα, διαγράψασα μέγαν κύκλον έν μέσω
των άποχάιρετηρίων κανονιοβολισμών, τών ριπτο-
μένων έκ του Ελληνικού Άτμοδρόμωνος, διηυθύνθη
προς τό Ξένον πλοΐον. Τούτο έμελλε νά όδηγήση
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
130
τοΐ/ς τέως Βασιλείς της Ελλάδος είς Βενετίαν.
Άλλ' ώ^ειλεν ό Βαοτιλεΐ/ς ενα έτχ άποχαιρετχο'μόν
έγγρα^ον προς τόν λαόν της Ελλάδος, ϊνα άνεξι-
τήλως έγχαραχθώοΊν αί γραμμα\ αύτοϋ έν ταΐς δέλ-
τοις της ίστορίας.
Έκ του δρμου της ένδόξον Σαλαμίνος, ένθα
είχε προοΌρμιαθη το πλοΐον, ό Όθων άπέσ'τειλε το
έξης έγγρα^ον:
Πεπεισμένος, δτι μετά τά τελευταΓα συμβάντα, 5τινα
έλαβον χώραν είς διάφορα μέρη του Βασιλείου καΐ ιδίως
είς τήν Πρωτεύουσαν, ή περαιτέρω έν Ελλάδι διαμονή
μου κατά τήν στιγμήν ταύτην, ήδύνατο νά φέρη τους
κατοίκους αδτί}ς είς ταραχάς αίματηράς καΐ δύσκολους
νά καταβληθώσιν, απεφάσισα ν' αναχωρήσω έκ του τόπου
τούτου, τδν δποΤον ήγάπησα καΐ εισέτι άγαπ©, καΐ πρδς
τήν εύημερίαν του δποίου από τριακονταετίας σχεδόν οδτε
φροντίδων ούτε κόπου έφείσθην. Άποφεύγων πασαν έπί-
δειξιν, είχον πρδ οφθαλμών μόνον τά άληθί) τί^ς Ελλάδος
συμφέροντα, καΐ πάσαις δυνάμεσι προσεπάθησα νά προα-
γάγω τήν υλικήν καΐ ήθικήν αύτ5)ς άνάπτυξιν, έπιστήσας
ιδίως τήν προσοχήν Μου είς τήν άμερόληπτον τΨ^ς δικαιο-
σύνης άπονομήν. Όσάκις δέ επρόκειτο περί τών κατά τοϋ
προσώπου Μου πολιτικών εγκλημάτων έδειξα πάντοτε μεγί-
στην έπιείχειαν καΐ λήθην τών πεπραγμένων. Επιστρέφων
είς τήν γ5)ν τ5)ς γεννήσεως Μου, λυποϋμαι αναλογιζόμενος
τάς συμφοράς, ύφ' ών έπαπειλείται ή προσφιλής μου Ελλάς
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
131
έκ τ5}ς νέας πλοκί^ς των πραγμάτων, καΐ παρακαλώ τ6ν
εδσπλαγχνον Θε6ν ν' άπονέμη πάντοτε την χάριν Του εις
τάς τύχας τί^ς Ελλάδος.
Εξεδόθη έκ τοϋ λιμένος τί}ς Σαλαμίνος τήν 12/24
'Οκτωβρίου 1862
'Όθων.
Ό ουρανός κατάστερος έλαμπΰρχζεν, ή ανρα
έθώπενε τίιν γαλπΜώσ'αν θάλασίΤαν, κα\ το πλοϊον,
απαραν έκ Σαλαιιΐνος την 9 ην της εσπέρας, έχώρει
ταχέως παραπλέον τάς έλληνικάς άκτάς, ας δι'
υοττάτην ^οραν έβλεπον οι Βαοτιλεϊς. ΠόοΌχ οτ^οδροχ
παλμο\ σίΑ'εταρασαον το στήθος αυτών ! Πόσα δά-
κρνα έχυνον άναμιανησκόμενοι, δτχ προ τριακονταε-
τίας νεαροχ καχ ]Λετ' ενθουσιασμού κατελθόντες εχς
τίιν ένδοξον Ελλάδα, έπχ των έρεχπχων αυτής έπά-
τησ(ΐν πρώτον, νυν δε άπερχόμενοχ θάλλουσαν κα\
εύδαχαονουσαν ά^ίνονσι χώραν.
Προσέγγισαν και διέαειναν έν τω λιιιένι Κερ-
κύρας ολίγας ώρας. Συγχρόνως τότε προσωρμίζετο
έκ Πρεβέζης πρόερχόμενον άτιιοπλοιον ξένον, έ^'
01/ έπέβαινον αξιωματικοί Έλληνες, Μπουγιουκας,
Όριγώνης και Βλαχόπουλος, οιτινες έκ της επα-
νάστασης Βονίτσης διαφυγόντες ηλθον ν' άσπασθώ-
σχν ώς πιστοί και ευορκοι την χεϊρα τών Βασιλέων.
Μετ' αυτών ητο κα\ ο τοο^οδότης της ημιολίας
«Ναυπλίας», της αυλλη^Βείαης "(ιηο τών επαναστα-
τών, Αντώνιος Ν. Βάος, δστις κατώρθωσε δια νυκτός
να έκ^υγη είς Πρέβεζαν έπχ τών δυο λέμβων, τών
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
132
ιιονων της «Ναυπλίας», μετά οκτώ ναντών. Οι
Βασιλείς συνεκινήθησαν μαθόντες τοιούτο παρά-
οειγαα ά^οαιώσεως κα\ ανομίας του νεαρού Βάου,
ίιν άνταμείβοντες ο^υμπαρέλαβον μετ' αυτών τον
γενναϊον τούτον, διαμιίναντα πλησίον των έν Μονάχω
τετραμηνίαν• ολην, είτα δ' έπι τριετίαν έν Τερ-
γέστη, ενΟα έσπούδασε τα ναυτικά ώς υπότροπος
Γοϋ Βασιλέως Όθωνος.
Μετά πενθήμερον πλουν α^ίκοντο οι Βασιλείς είς*
Βενετίαν, και ένταϋθα έχαιοέτισεν αύτοί/ς τελευ-
ταία ν ^οράν Λ ελληνική σημαία.
Έκ Βενετίας δι' οδοιπορικών αμαξών μεθ' δλης
αυτών της συνοδίας διήλθον τίιν Τυρολίαν μέχρις
Ίνσπρουκης. Εκείθεν διΛ του σιδηροδρόμου διαβαί-
νοντες Λτένισαν το ιστορικόν χωρίον Κι^ελσ^έλδεν
(Κυίδΐβίιι) έκεϊ ένθα, προς άνάμνησιν του αποχω-
ρισμού του Όθωνος έκ της πατρίδος του, η'^έρθη
ναίδριον, κληθέν του Όθωνος•, (Οΐΐο Καρ.βΐΐθ)
^έρον έπι της είσόδου έπιγρα^Λν τοιαυτην:
«Είς άνάμνησιν τ^ς θέσεως έν '-ξ, τ^^ 6η Δεκεμβρίου
1832, κατά τ6 έκ τ^ς ^αυαρικ5)ς πρωτευούσης ταξείδοόν του
άπεχαερέχίσε τί)ν προσφιλή αύτοϋ πατρίδα δ ε?ς τίν θρόνον
τ>5ς Ελλάδος κληθείς δευτερότοκος βασιλικός πρίγκηψ τ^ς
Βαυαρίας Όθων - δστις, χάριν του άποχαιρετισμοΟ τούτου,
επέστρεψε τ^ πρωία τ^ς έπιούσης ημέρας μετά σπουδ5}ς
καΐ πάλιν εις τ6 βαυαρικόν έδαφος έκ Κιφελσφέλδιν, - φκο-
δομήθη δι' εκουσίων εράνων του βαυαρικοΟ λάου ούτος δ
εΙς τον άγιον- "Οθωνα αφιερωμένος ναίσκος 1834».
Εντός αυτοϋ άνάκεινται αι είκόνες του *Αγίον
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
133
Όθωνος, του Άγιου Λουδοβίκου, της 'Λγίας Θη-
ρεσίας Λ της « Παρθένου » του Τα^αηλ κα\ η υπό
του ΡβίβΓ Ηβ88 είκών του αποχωρισμού του Όθωνος
έκ των ανακτόρων της Βαυαρίας.
Δια του σιδηροδρόμου διηλθον οι Βασιλείς και προ
της κωμοπόλεως "Αϊβλικ, έν η η ηήτηρ του Όθωνος
βασίλισσα Θηρεσία άπεχωρίσθη αυτόν κα\ ένθα προς
άνάμνησιν ί/ψοϋται επιμνημόσυνος στήλη γοτθικού
ρυθμού, αΣτήλη του Όθωνος» (Οίίό-δϋιιΐβ) καλού-
μενη, τετράπλευρος ούσα, έπι της μιας πλευράς της
οποίας άναγινιοσκεται η έξης επιγραφή :
Βασιλέως Λουδοβίκου"
δ δευτερότοκος υίδς
Όθων
'Λπεσπάσθη ενταύθα έκ τ^ς μητρικί^ς αγκάλης
μεταβαίνων εις Ελλάδα
ώς Βασιλεύς καΐ πατήρ αύτ5)ς,
τ-^ 2κττβ Δεκεμβρίου 1832.
Έπ\ δε της άλλης :
Ή Βασίλισσα τ7^ς Βαυαρίας Θηρεσία
έχυσεν ένταΟθα
δίά τ6ν προσφιλέστατον αύτί^ς υ£δν
"Οθωνα
πικρά δάκρυα άποχωρισμοΟ.
Είθε να γίνωσι ταϋτα δάκρυα χαρδς !
Αί δύο άλλαι πλευραι της στήλης (^)έρουσιν Λ
μεν έτέραν έπιγρα^ήν, η δε άγαλμα της Παναγίας
κρατούσης έν αγκάλαις τόν Χριστό ν.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
134
Κα\ παί/Λλαυνεν ό σιδηροδρομικός ειρμός ταχνς,
πλησιάζων εις τλν γενέτειραν του "Οθωνος, τό Μό-
ναχον, ένθα ά^ί κοντό τη 20ϊ Όκτωβρίου. Ό γηραιός
πατήρ του Όθωνος Λουδοβίκος και οί αδελφοί
αύτου κα\ πάντες οί πρίγκιπες κα\ μεγιστάνες ανα-
μένο υσι να ί/ποδεχθώσι τόνΌθωνα,άλλ'δχι ώς άλλοτε
μετά χαράς, δτε ώς Βασιλεΐ/ς ηρχετο νά έπισκεφθη
αύτους, αλλ* ώς έξόριστον μετά της πίστης αύτου
συζύγου Αμαλίας. Κα\ ΐ/ποδεξιουνται αύτους έν
τοις άνακτόροις των Προπυλαίων. Άλλ' οίον θλι-
βερόν ένταϋΟα θέαμα σπαράσσει τά (ϊτηβη του Όθω-
νος και της Αμαλίας! Έπι των ένδον τοίχων αύχών
άναγινώσκουσι τά ονόματα των ένδοξων ανδρών του
*Ιεροϋ Αγώνος, έν οϊς κα\ του Μιαούλη, του Μπό-
τσαρη και του Πλαπούτα, οϊτινες είχον κομίσει τω
"Οθωνι τό έλληνικόν στέμμα !
Έναγκαλιζόμενος ό δακρυρροών άτυχλς Λουδο-
βίκος οδηγεί τόν υίόν κα\ την νυμφην του έν τοις
άνακτόροις. Ποιον σκληρόν Λ μοϊρα τω επεφύλασσε
γήρας ί Ευτυχής Λ σύζυγος αύτου Θηρεσία, άποθα-
νοϋσα πρ\ν η τοιούτο δοκιμάση πικρίας ποτήριον !
Άλλ' ό πατρικός οίκος αποβαίνει ηπ'^η διηνε-
κών θλιβερών εντυπώσεων και αναμνήσεων διά τόν
Όθωνα κα\ την Άμαλίαν αί δε στοργικώταται
ενδείξεις και Λ αύλικη έθιμοταξία συνεκίνουν και
έκούραζον αυτούς. Έπόθουν την μόνωσιν, τΛν
παντελή έξορίαν.
Ή πόλις του Μονάχου επίσης ι/Λενθύμιζεν ανά
πάν βήμα είς τοί/ς τεθλιμμένους και άπαρηγορή-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
135
τοΊτς ΒασΊλεϊς τάς Τιροα^χλεϊς των Αθήνας κα\
την Ελλάδα. Έκεϊ παρά τον 'Ίσανρον, ό μονσό-
ληπτος Βασιλεύς Λουδοβίκος εχχε φιλοξενήσ'ει τον
^υγαδενθέντα έκ τον Ελικώνος Απόλλωνα και
τάς θείας αύτου άδελ^άς, ϊνα καλλυνωοΊ νέον
Ελικώνα. Έκεϊ ό λάτρης του κάλου, ό νέος Περι-
κλής της Γερμανίας, είχεν άναγεννήοτει την τέχνην
του Φειδίου, Ικτίνου, ΜνηοΊκλέους, Καλλικρά-
τους και τών άλλων αθανάτων καλλιτεχνών, οί-
κοδομηοτας τά «Προπύλαια» κατ' άπομίμηοΊν τών
εν τη Άκροπόλει, και άλλα μεγαλοπρεπή κτίρια,
την έξ Ιωνικού ρυθμού ΓλυπτοθΛκην, το Μέγαρον
τών τεχνών, έν Κορινθιακώ ρυθμώ, διά τών μεγάλων
καλλιτεχνών της Γερμανίας. Έκεϊ ό ^ιλελληνικώτα-
τος Λουδοβίκος περιέαωσεν, ώς έν κιβωτώ πολυτελεϊ,
λείιΙ/ανα έκ τών αριστουργημάτων της τέχνης τών
Ελλήνων* Έν Μονάχω τέλος έπέπνεε το έσαε\ έπι-
πνέον άρωμα του ελληνικού πνεύματος και της ελ-
ληνικής χάριτος. Κα\ εκείθεν έκ του Ίσαυρου, του
Ίλιασοϋ του Μονάχου, ηκούσθη η εμπνευσμένη λύρα
του έστεμμένοΐΓ ποιητοϋ της Γερμανίας, του Τυρταίου
της νέας Ελλάδος, ι(;άλλουσα το μεγαλεϊον της
αρχαίας δόξης αύτης και χαιρετίζουσα την ανά-
στασίν της.
«*Ότε αχ Αθήναι, λέγει ό συγγραφεύς τής *Ι-
(^τοβΐας 'ϊών •Αθηνών, ύπό τίιν ξενικην κυριαρ-
χίαν περιήλθον, κα\ άπεσβέννυτο πάν ϊχνος πνευμα-
τικής ζωής έν τη Ανατολή, ουδεμία σπουδαία
συμπαθΛς ^ωνΛ Ακουσθη έξ Ευρώπης, ίίτις έ^ωτί-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
136
ζετο δια των πνευματικών προϊόντων της πόλεως
των Αθηνών». Τίνος πρώτου Λ^ουσθη βραδυτερον
η εγερτήριος λύρα υπέρ της Αναστάσεως της Ελ-
λάδος ; Τίς πρώτος ήκουο'ε τΛν θρηνώδη αύτης
^ωνΛν έξερχομένην έκ του τά^ου της, ένθα ζώσα
έκαλύπτετο ί/πό τα τρόπαια της δόξης και του με-
γαλείου της ; Ή μουσόληπτος τ|;υχη του Λουδοβί-
κου έακίρτησεν είς τα παράπονα κα\ τον θρηνόν
της, η καρδία του έπληρώθη ίεράς αγάπης και
ενθουσιασμού κα\ η λύρα του εμπνευσμένη άντη-
χησεν από άκρου εις άκρον:
«ΆντΙ διάδοχος τοϋ θρόνου προετίμων νά ήμαι πολίτης
"Ελλην», έ\|ταλλεν ό ηγεμονόπάις Λουδοβίκος, έν
έτει 1817, υπό την σκιάν του έν Ποσειδώνια ελλη-
νικού ναοϋ. Τώ δε
«Ή Αύγί) ανοίγει τάς πύλας τής Άνατολ^ίς εις τοΟ
ηλίου τήν χαρμόσυνον ίμαξαν. Ή Σελήνη χλωμαίνει καΐ χά-
νετοιι. Σκορπίζεται τ6 σκότος, τ6 δποΓον • έσκέπαζε του αν-
θρωπίνου γένους τό άριστον μέρος. Οί τάφοι ανοίγονται, κάΙ
εμπνευσμένη άνίσταται άπ6 τδν πολυχρόνιον καΐ βαρυν δπνον
της ή Ελλάς, •?]τις άλλοτε ημάς είχε σώσει άπό τήν βαρ-
βαρότητα».
Έπιθνμία*
( Τήν ήμέραν τών γενεθλίων μόυ, κατά το τριακοστάν δβδομον
Ιτος τ>5ς ηλικίας μου).
«Έπίτρεψον, ώ θεέ, δ σημερινδς λαμπρδς ουρανός νά
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
137
μοι άναγγείλη μέλλον λαμπρών εις τί}ς Ελλάδος τήν τύ-
χην». (Μβτάφρ. Α. 'ΡαγκαβΫ)).
Π^ος τοΐτς ^Έλληνας
(ώς Βασιλβύς, τψ 1825).
«Μόνον εδχάς, τί}ς Ελλάδος υίοί, μέχρι τουδ' ήδυνήθη
κατά τόν μέγαν αγώνα υμών νά σας πέμπ' ή καρδία. Ε?ς
τδν άέρ' αδρανείς οί τί}ς λύρας μου τόνοι αντηχούν, κ' Ικρουε
μόνον ματαίως χορδάς κεκρυμμένων ερώτων. "Ηδη ή λύρα
έσίγησε, πλην έπιβάλλων δ λόγος του Βασιλέως ήχεϊ κ' έκ
καρδίας φλεγούσης έκρέων, θέλει εις πραξιν παγ-^ πρ6ς
ύμέτερον, Έλληνες, κέρδος», (Μετάφρ. Ζω^ς Βαλτατζί)).
Π^ός τον ^Όμηρον
(ΤοΟ δποίου ή εΐκών ε&ρίσκεται εΙς τόν θάλαμόν μου).
«Χαϊρε, γέρον 'Όμηρε ! - ή πατρίς σου είν' ελευθέρα•
δοΟλοι δχι , πλέον, ελεύθεροι μόνον θ' άναγινώσκουν τοί)ς
στίχους σου».
Εις την 6{>ο}ζϊ%ν
«Στάξατε τί}ς βροχί}ς ρανίδες* στάξατε ώς χαράς δάκρυα,
αν ή Ελλάς ένίκησε λαμπράν νίκην, ώς δάκρυα θλίψεως άνί-
σως ήττήθη». (Μετάφρ. Α. Ταγκαβ^).
Ναι ! δάκουα χαράς εοταξαν από των ό^Οαληών
του ο^τοργικου Λουδοβίκου, δτε ή Ελλάς ήλευθερώ-
θη. Δάκρυα χαράς έοτταξαν, δτε ό δευτερότοκος
αύτοϋ υιός Όθων, ώραϊος δεκαοκταετης νεανίας,
τη 24ϊ Νοεμβρίου 1832, Λαπάζετο εύλαβώς την χεχρα
Οί9ίΐίζθ€ΐ Ι3ν
Οοο^Ι^
Ϊ38
αντου ενώπιον των ύι|τηλών προσώπων της Αύλης
του Μονάχου κα\ των Ελλήνων αντιπροσώπων, απο-
δεχόμενος την εύχην του ϊνα κατέλθη Βασιλεύς είς
Ελλάδα. *Αλλά ^ευ ! κα\ δάκρυα θλί\|/εως, δάκρυα
{/περτάτης οδύνης κα\ σπαραγμού έρρευσαν έκ των
οφθαλμών του δτε, περ\ τΛν δυσχν του βίου του,
έδέχετο είς τάς τρέμουσας άγκάλας τον υίόν και
την νύμφην του ως εξόριστους ί
«Ουδείς συνησθάνθη τόσον άπηνώς το αποτέλε-
σμα τοϋτο της ελληνικής εκθρονίσεως, - γράφει μετα-
φράζουσα έκ του γερμανικού η κυρία Ζωη Βαλτατζη-
δσον ό βασιλεύς Λουδοβίκος. ΙΙόσην ένθερμον συμ-
πάθειαν, πόσην ί/ποστήριξιν ηθικην και χρηματικΛν
προσέφερεν ανέκαθεν είς την Ελλάδα ί Κα\ η διαθήκη
αυτοϋ μαρτυρεί την άφιλοκερδη άγάπην του».
«*Ότ6 6?ργαζόμην δραστηρίως υπέρ τ1]ς απελευθερώσεως
τ5}ς Ελλάδος καΐ κατειχόμην Οπό ένθερμου ένθουσιασμοϋ
δέν έσκεπτόμην ποσώς τ6ν οΓκόν μου. Εδχομαι τήν εδδαιμο-
νίαν τί)ς Ελλάδος, εδχομαι τήν έπέκτασιν αύτ55ς».
«Ότε ό μέγας φιλέλλην Λγεμών έκλεισεν έν
Νικαία, τη 17/29 Φεβρουαρίου 1868, δια παντός
τους οφθαλμούς, είλικρινης και βαθεϊα θλίψις έπ\
τω θανάτω αύτοϋ κατέλαβε πάσαν τΛν Ελλάδα.
"Άπας ό ελληνικός τύπος άνεμνήσθη μετ' ένθερμου
ευγνωμοσύνης των μεγάλων ευεργεσιών του βασι-
λέως Λουδοβίκου». — «"Όλα έλησμονήθησαν, γρά-
φει ή «1ί3, Οτΐέοβ»• μόνον η χορδΛ της εθνικής ευ-
γνωμοσύνης Λχεΐ έπι τη λυπηρά αγγελία του θα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
139
νάτου του (|)ΐλέλληνος». Ή «Ήμερα» έξνμνεϊ τάς
ευεργεσίας του μεγίσ'του των ^Λελλήνων». (Μβτ. ζ. Β.)
'Οκτάμηνος διατριβή έν Μονιίχω ητο η δραματι-
κωτέρα σελις του ^ίου των σεπτών εξόριστων. Ζων-
τανα\ και σπαραχτικαι αί εικόνες των ελληνικών
αναπαραστάσεων σννεκίνουν και έβασάνιζον αυτούς
καθ' {/περβολην. Έζήτησαν γωνίαν τινά της βαυα-
* ρικης γης, ϊνα άποσυρθώσιν έκεϊ κα\ {διωτευσωσιν.
Έκ τών προσ^ερθέντων αύτοϊς μερών ι/πό της βαυα-
ρικής Αυλής, Γράτς, Βυρτσβουργ κα\ Βαμβέργη,
έξελέξαντο τΛν τελευταίαν, ην είχον έπισκε^θη δτε
μετέβαινον είς Όλδεμβουργον προς τον Μέγαν
Δούκα Πέτρον, τον άδελ^όν της βασιλίσσης Αμα-
λίας. Εϊναι Λ Βαμβέργη τεμάχιον γης Αττικής, ό
ουρανός αύτης γωνία τις άποσπασθεϊσα έκ του γα-
λανού ουρανού της Ελλάδος. Έν αύτη εγκατέστησαν
οι Βασιλείς κατά Σεπτέμθριον του 1863.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
VIII
ΒΑΜΒΕΡΓΗ
ντχ άαθενοϋς γρα^ίδος λύρα ώ^ειλε να
\[Γ(ίλη τον πόνον, τα δάκρυα^ το πένθος,
καχ την νοσ'ταλγίαν του Όθωνος και
της Αμαλίας εν τη εξορία. Πάσα ηηέ-
ρα ημέρα λύπης, πάσα σηγμη στόνος.
Το παθητικώτερον δράμα ήδύνατο να
γράιίτη ύ δραματουργός, την συγκχνητι-
κωτέραν είκόνα ό ζωγράφος, τΛν μάλλον
περχπαΟη σύνθεσχν ο μελοποχός. Έκεχ, έν
Βαμβέργη, ένθα ί;ι!/ο3θη έπι δωδεκαετίαν ό θρόνος
του άλγους καχ των δακρύων, έκεχ, ένθα οχ πολυ-
^ίλητοχ του έλληνχκοϋ έθνους, Όθων κα\ Αμαλία,
δχηλθον τάς τελευταίας του βίόϋ των ημέρας, ζών-
τες ^εβυθχσμένοχ εχς τάς αναμνήσεις του παρελθόν-
τος, μακράν κα\ αυτών τών πατρχκών καχ άδελ^χ-
κών περχθάλιΐ/εων, έντρυ^ώντες έν τω „πόνω !
Άλλ' έν μέσω του οκοτεχνοϋ εκείνου της θλχ-
Οί9ίΐίζθαΙ όγ
Οοο^ΐ€
141
ι|/εως ορίζοντος διέλαμπον ακτίνες σ'τοργης κα\ μει-
διάματος από της παρουσίας τίον ευγενών τε'κνων
της Ελλάδος. Και είναι τοϋτο υψίστη παρηγορία
δια το έθνος, το βαρέως ^έρον την άδικον συμ^ο-
ράν τίμα δέ σήμερον κα\ ευλαβεϊται την μνήμην
του αύλάρχου Νοταρά, Αθανασίου Βαλτινού, Ιωάν-
νου Δράκου, Σπίτρίδωνος Καραϊσκάκη, Καίσαρος
*Ρώμα, Ευθυμίου Χατζηττέτρου, Λεωνίδα Παλάσκα,
Δημητρίου Χατζίσκου, της Μεγάλης Κυρίας Πλου-
σκ(6φ, των Ελληνίδων Ασπασίας Καρπουνη, Μα-
ρίας Γρίόα, Τηγγίνας Φίλωνος, Ξάνθης Χατζίσκου,
Σμαράγδας Βαλτινού, Λουΐζας Βένιγ, του Ρέζερ ια-
τρού, του Βένιγ γραμματέως κα\ του Μαρινάκη τα-
μίου. Δι' αυτών συνεχίζετο ο πρώην βίος της έν
Ελλάδι Αύλης.
Έν Βαμβέργη διετηρήθη ή αυτή οϊα και έν Αθή-
ναις αυλική εθιμοτυπία. Αί κυρίαι δσαι έξ Ελλά-
δος ήκολουθησαν τήν Βασίλισσαν έτερον κατ' άπαί-
τησιν αυτής το έλληνικόν ένδυμα• ή τοιαύτη άπαί-
τησις έπεξετάθη κα\ μέχρι της κυρίας Βαλτινού,
ίίτις έπι έτος διέμεινεν έν Βαμβέργη. Μόνον ό Βασι-
λεύς, ένδίδων εις προτροπάς του πατρός και των
ίατρών, μετήλλαξε τήν έθνικήν στολήν προς τήν ευ-
ρωπαϊκήν, ϊνα μετριάζηται ή αιτία της μελαγχολίας
και τών συγκινήσεων αυτού.
Τα ανάκτορα της Βαμβέργης, έχοντα 80 δωμά-
τια, διεκοσμήθησαν ^ασιλικώς παρά της βαυαρικής
Αυλής. Αϊθουσαί τίνες έγένοντο ή πινακοθήκη τών
λαμπρών εκείνων εικόνων, αϊτινες πρότερον έκαλλώ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
142
πχζον κα\ τά έν 'Αθήναχς ανάκτορα• αί αΐθουσαι
ανταχ εκλήθησαν Ελληνικά χ.
ΤΛν μονοτονίαν της Αύλης, μετά παρέλευσχν χρ^"
νου, έμετρίαζον ^χλολογχκαί τχνες και μουσχκαχ έφε-
σπερίδες, γχνόμεναχ χάριν των πολλών ενδείξεων της
στοργής κα\ του σ'εβασ'μου των πριγκίπων κα\ Παρώ-
νων κα\ άλλων υψηλών προσώπων της Βαμβέργης
κα\ τών πέριξ, χάριν τών Ελλήνων αυτών. Κατηρ-
τίαθη έν τη Αύλη αίθουσα παραστάσεων, και από
σκηνής έπαίζοντο κωμωδίαι. Έδίδοντο γεύματα έν
στενώ κύκλω προς το{/ς εξέχοντας της πόλεως• αλλά
κα\ πάς διάσημος καλλιτέχνης, ποιητΛς η επιστή-
μων διερχόμενος έκ Βαμθέργης, ετύγχανε δεξιώσεως
έν τοις άνακτόροις. Οί Βασιλείς, ^ύσει ποιητικοί κα\
φιλόμουσοι, εύρισκαν άνακού^ισιν κα\ τέρ\[;ιν Λσθά-
νοντο διερχόμενοι τάς μελαγχολικάς αΐ/τών εσπέρας
έν ^ιλολογικώ κα\ καλλιτεχνικώ κύκλω.
Έγένοντο οί αγαθοί άγγελοι της εύποιίας είς
τοί/ς κατοίκους της Βαμβέργης• Χρυσή σελ\ς έν
τοϊς χρονικοϊς αυτής εγκλείει έσαει τήν ίεράν αυτών
μνήμην. Είχον δέ ονομάσει τήν Βαμβέργην άποικίαν
Ελλήνων. Κα\ δτε τις τών Ελλήνων έπανέκαμπτεν
είς Ελλάδα συνείθιζον να λέγωσιν : «ευτυχής επι-
στρέφει είς τήν Μητρόπολινρ."Όταν ή Κυρία της Τιμής
Ασπασία Καρπούνη συνεζεύχθη τον ^αρώνον Σρότ-
τεμβεργ, ή Βασίλισσα έπ\ λευκο)ματος ιδιοχείρως
ένέγρα\|;εν : « Ή αγαπητή ελληνική αποικία Βαμ-
βέργης, ήτις δντως ώραίαν εικόνα παριστά, εύχεται
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
143
είς προσφιλές καχ ά^ωοτιωπένον αύτης μέλος να
εύτν^ήαη ζΐς την νέαν πατρίδα τον».
Ήρέσκοντο οί Βασιλεϊς να ζώσχν έν άντικατο-
πτρχσ'μω της Ελλάδος των. Εχχον μετονομάσ'ει τα
ηέρχζ της Βαμβέργης δχ' έλληνχκών ονομάτων τό
έηί τχνος λό^ον κεχμενον μονασ'τηρχον : Άκρόπο-
λχν τό παρ' αύτω δάσος: Έλαχώνα, κα\ τάς περχ
τλν πεδχάδα χέρσΌυς γαίας: Μαραθώνα. Έκεχ
καθ' έκάστην μεταβαίνοντες έν συνοδία των πχστών
των Ελλήνων σ'υνδχαλεγ()μενοχ έλληνχστί, έρρέμβα-
ζον καχ ώνεχροπόλοιτν.
Έν τουτοχς ολίγον ϊτοττερον μετά τΐιν άναχώρη-
σ'χν των Βαο^χλέων έξ Ελλάδος, Λ δχάνοχα του Έλ-
ληνχσμοϋ έστρέ^ετο προς την Βαμβέργην, κα\ έγέ-
νετο αντη τό χερόν προο^κχ^νημα. Έν αύτη συνέρ-
ρεον έξ δλων των μερών του Έλληνχσμοϋ, Ινα άοτπα-
σ'θώσχ τλν χεχρα τών σ'επτών Βασχλέων. Καχ έξ εκεί-
νων έτχ, οχτινες είχον μετάσχεχ της 'Οκτωβρχανης
Μεταπο2ατεχ;σεως, πολλοί, μετά τΐιν άνάγνωοτχν τίϊς
ίδχαχτέρας άλληλό^^ ρα^ίας του Όθωνος, έν σχΑ'-
τρχβη καρδίας ώμολόγουν την πλάνην των. Εχδον
όποχον αγχον ένθουσχασμόν καχ αγάπην ένέκλεχεν χι
ίδχαχτέρα αύτοϋ αλληλογραφία υπέρ της Ελλάδος !
«Σκεπάσετε την» εχπέ τχς έκ τών της Έπχτροπης
άναγχνώσκων αυτήν ! Ό δ^ Γ. Πετμεζάς, εχς έκ τών
πρώτων επαναστατών, άποσυρθεχς της πολχτχκης
μετ' ολίγον, άπέθνησκε ^έρων τίιν λύπην και την
μετάνοχαν άλλοχ ηχ/χοντο τίιν ταχεχαν άπαλλαγήν
των έκτης ζωής• ετεροχελεγον:<ίΤί έκάμαμεν »ί Ό δέ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
144
μακαρίτης Ν. Σαριπολος κα\ έπεσκέ\[/ατο γενναίο-
^ρόνως τους Βασιλείς έν Βαυ.5έργη, μετά δακρύων
ζητήσας συγγνώαην, θέρμης τυχών δεξιώσεως: Ό
^αθύνους "Οθων ούδένα Λτιατο, έ^ζΐύν άκράδαντον
πεποίθησιν δτι οί Έλληνες τον Λγάπων, άλλ' δη ή
εξωτερική πολιτική περιέπλεξε τα πάντα κα\ έστέ-
ρηοεν αυΓον του θρόνου. *ΙΙ μεγαλο\[;υχία και άμνη-
οικακία του "Οθωνος και της Αμαλίας έξέπληττε
τους επισκεπτόμενους αυτούς. Έν τινι γεύματι, δο-
Οέντι έν τω άνακτόρω, καθ' δ παρευρέθη ό Επί-
σκοπος της Βαμβέργης καί τίνες άλλοι, εκ δε των
Ελλήνων ό κύριος Ιωάννης Φίλων, οί ξένοι ομι-
λούντες έλληνιστ\ έπρό^ερον κατά το Έρασμικόν
σύστημα. Ή Βασίλισσα αμέσως στρα^εϊσα προς τον
Φίλωνα λέγει: «Μά αύτοι οί Γερμανοί πώς προφέ-
ρουν τά ελληνικά, ενώ ημείς οί Έλληνες »! Μετά
το γεΟμα ό Επίσκοπος ομιλών μετά του κυρίου Φί-
λωνος έλεγεν : «Ήκούσατε ο, τι είπεν η Βασίλισσα;
περίεργον πόσον είναι άμνησίκακος• λησμονεί το
κακόν, δπερ έκαμον είς αυτήν ί» Ναί, οί Βασιλείς
συνεχώρουν τους πταίσαντας και άδικήσαντας αυ-
τούς και ηυχοντο: ή Ελλάς νά εύτυ^ςηση!
Έν τούτοις ό βασιλεύς Όθων, δστις έ^αίνετό
ησύχως κηι πράως ^έρων τΐιν μετατροπην κα\ άδι-
κον κατα^οράν, κατετηκετο ούχ ίίττον ΐ/πό νόσου
ανιάτου, της νοσταλγίας. Μόνον το άρωμα του
θύμου τών Αθηνών Αδύνατο νά ^έρη αύτώ την ίασιν,
αλλά κα\ μικρά ά^ορμη συγκινήσεως νά καταστρέψη
την ζωην αΰτοϋ. Ευπαθές έχων το σώμα και Λθι-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
145
κώς πάοτχων^ Ήιιέραν τινά έκδραμών είς πληο'ίον
χωρίον συνήντησε γραΐαν χωρικπ,ν, τίτις έζήτηύεν
έλεηαοοτυνην υπέρ της θυγατρός της, άοτθενοιίσης
καχ κατακειαένης εν καλνβη- Ένδίδων ό Βαοτιλεΐ/ς
εχς αίσθημα φιλανθρωπίας μετέβη να έπχοτκε^θη τΛν
πασχουσαν. Ή αγαθοεργός καρδία ηττήθη νηό της
αγαθοεργίας. Ό ΒασΊλεΐ/ς έμολυνθη έκ του νοσήμα-
τος της χλαράς. κα\ έπέστρε\1;εν εχς Βαμβέργην
πυρέασων. Οχ ίατροί, καχ ίδίως ό Ρέζερ, δχέταξαν
ά^αίμαξχν οχαγνώσαντες πνευμονία ν. Μετά τρίϊχς ημέ-
ρας έ^άνησαν τα αημεχα της νόσου, δτε πλέον ή
έπχστήμη Λδυνάτιχ να ^έρη θεραπείαν,^ κα\ έπίχλθεν
ό θάνατος τη 14ό Ιουλίου 1867.
*Η χΙ;υχή του άπεπτη μέ την έλληνχκην ^ωνήν,
μεθ' ης άπεχαχρέτχσεν όνομαστ\ ε να εκασ'τον των
παρόντων κα\ ένετείλατο να δώσωσχ τον τελευταχον
άποχαχρετχσμόν του καχ εχς τους άπόντας, δσοχ έμεχ-
ναν πιστοχ καχ ά^ωσχωμένοχ, όνομάσας αύτοχίς.
Κατ' έντολήν του ένετα^χάσθη ^έρων τίιν έλλη-
νχκην ^ουστανέλλαν, τίτχς ίχτο η άχώρχστος σχ/ν-
τρο^ος των εχίτυχών αύτοϋ ημερών. Κατηλθεν
εΐςτόντά^ον ως Βασχλεΐ/ς της Έλλάδος|
Ή Βασίλχσσα άπαρηγορήτως θρηνούσα Λτχατο
την κακΛν δχάγνωσχν των ίατρών, καχ έν τη θλί-
\!/εχ της άνεμνήσατο των έξοχων Ελλήνων ίατρών,
Ιωάννου Βοχ;ρου καχ Νχκολάου Κωστή, ων η έπχ-
ατημονχκή Ικανότης οχέσωσε πολλάκχς τον Όθωνα
κα\ τΛν Άμαλίαν. Ό δε δυστυχής 'Ρέζερ, μετά τον
θάνατον του Βασχλέως, ουδέποτε πλέον ενεφανίσθη
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι40
πρό της Βααχλίααης, §αρεϊαν δί: φέρ^ον την λύπην
απέθανε μετ' ολίγον.
Του νοσήματος της ίλαρας μετέλαβε καχ ή Βα-
σίλισσα, είτα ό αδελφός αύτπ,ς Έλιααρδ καχ κατό-
πχν ό Μέγας Δουξ Πέτρος. Ούδε\ς δ' έκ των παρ'
αύτοχς Ελλήνων προσεβλήθη.
Άπέθανεν ο ηρωχκός καχ μάρτυς Βασχλευς πέντε
περίπου έτη. από της έξώσεως αύτοϋ, άπαλλαγεχς
σίΑ^τόμως των Λθχκών δοκχμασχών καχ βασάνων.
*Απέθανεν άνευ παραπόνου κα\ μνησχκακίας έν χρχ-
στχανχκη άποκαρτερησεχ. Έτήρησε μέχρχ τελευταίας
στχγμής του ^ίου αύτου άμείωτον της ^ασχλχκης
άξχοπρεπείας κα\ της αληθούς αγάπης το ίδεώδες,
β έθηκεν άείποτε υπεράνω κα\ θρόνου καχ τχμών κα\
παντός ατομχκου λόγου. Μεγαλεχότης, Μεγά-
λο ι[/υχία, Αγάπη είσ\ν αχ τρεχς άθάνατοχ άρεταί,
αϊτχνες στέ^ουσχ τίιν χεράν μνήμην του πρώτου
Βασχλέως της Ελλάδος.
Πλεϊστοχ έκ των ημετέρων κα\ ξένων έκρχναν περχ
του Όθωνος. Ό κύρχος Ιωάννης Σπηλχωτάκης, έν τη
ΚρΙόεχ του, γρά^εχ : « Ό ^ασχλεΐ/ς Όθων έχων έπχ-
στημονχκωτάτην παχδεΐαν, αυστηροτάτην -ήθχκήν, δε-
ξχόν νουν, έκτακτον όξχ;νοχαν καχ μεγάλην ^χλοπονίαν,
ητο ^χλοδίκαχος κα\ ευγενέστατος τους τρόπους. . .
"^Ητο ό καλλίτερος της Ελλάδος δχπλωμάτης, καχ
κατείχε τήν δχπλο^ματχκήν έθχμοταξίαν κα\ λεπτό-
τητα δσον όλίγοχ καχ αυτών των Ευρωπαίων δχπλω-
ματών. Ήγάπα εχλχκρχνώς την Ελλάδα κα\ έ^λέγετο
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
147
{/περ του μεγαλείου αυτής, χωρ\ς δμως κα\ να δύ-
ναται να ^θάση μέχρχς αύτοϋ».
Ό δε Άναα^τάαιος Βυζάντιος, είς τα 'Έργα του,
σί/ν άλλοις συγκινητικοϊς λέγει :« Φίλος της δικαιοοΊί-
νης, άιινησ'ί κακός, πράος, άδολος, έλεαιιων, εγκρατής,
ιίχε παν δ, τι άπητεϊτο δπως ποιπ,αΓί εύδαίμ,ονα οίκον
και οίκογένειαν. Είχε προ παντός, α)ς ά^εσιν παντός
άλλου αμαρτήματος, το άνεκτίμητον πλεονέκτημα, δτι
πολί/ Λγάπηα^ε. Νιιί ! χν^άπηαζ την Ελλάδα ώς ερα-
στής, ώς πατήρ, ώς τέκνον.../Ητο πρόθυμος να θυ-
αιάσπ, μυριάκις το στέμμα του, έάν Λδαίνατο να περι-
βάλη την Ελλάδα το στέμμα εκείνο, δπερ έκυλίσθη αί-
μ ')^υρτον παρά τήν Πύλην του Άγιου 'Ρωμανοϋ. . . .
Άλλ' ητο φαίνεται άναγκαΐον το ποτήριον τοϋτο, ϊνα
καταδειχθη ^αεινώς η φιλοπατρία του έξορίστου . . .
Ή αξιοπρέπεια της πτώσεως έξήλεγξε τότε πρώτον
τον Όθωνα αληθή βασιλέα. Αυτός ό μηδέν σχεδόν
έχων καισαρικόν πλεονέκτημα έπεσεν εύσχήμως
ώς ό Καίσαρ».
Το πένθος και τα δάκρυα περιέβαλλον τάς ημέρας
της βασιλίσσης Αμαλίας μετά τόν θάνατον του Βα-
σιλέως, στερηθείσης του μόνου της καρδίας της
θησαυρού. Και το πένθος της το ιερόν έδειξε κατα-
^ανεστέραν έτι μάλλον τίιν άγάπην αυτής υπέρ τής
Ελλάδος : Διένειμεν άπάσας τάς έγχρωμάτους κα\
πολυτελείς έσθήτάς της• και προς τήν είποΰσαν :
«Άλλα τί κάμνετε. Μεγαλειοτάτη !», άπεκρίνατο:«Αι
Ελληνίδες είς τίιν πατρίδα μας δταν πεθαίνη ό συ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
148
ζιτ^ος, δέν ^οροϋυεν πλέον χρωματκττά- και έγώ θα
κρατάοτω ελληνικά το πένθος ηου. Δεν είναι έτσι,
Ξάνθη μου;»,εϊπεν αποταΟεϊσα προς τΛν παρενρι-
σκοιιένην Κνρίαν της Τιμής.
Ό πικρός άν(ΐσ'τεναγιιός, η άπομόνωοΊς, τα ακα-
ταπαύστως ρέοντα δάκρνα είχον αποτυπώσει έπι της
μορφής αύτης ανεξίτηλα τα ϊχνη των. Τις
{δουσα αύτην πριν η έτι αναχώρηση έξ Ελλάδος
κα\ έπαναβλέπονσα είς Βαμβέργην, δεν ηθελεν α{-
αθανθη κατίίπληξιν κα\ αίσθημα βαθύτατου άλγονς;
*Η κνρία Σμαράγδα Βαλτινού δτε έπανεϊδεν αυτήν,
ούγ\ πολύ ίτστερον μετά την έξωσιν, τοιαύτην ενρεν
έν τη μορ^η της άλλοίωσιν, ώστε δεν ήδυνήθη,
καθ' ίιν στιγμΛν παρουσιάσθη προς αυτήν, να συγ-
κράτηση επιφώνημα εκπλήξεως. Ή Βασίλισσα άντι-
λη^Οεΐσα τοϋτο, είπεν αύτη: «Βλέπεις, βλέπεις, πως
με ή2\.λοίωσαν αί θλίι[ίεις και τα δοίκρυα ί »— «Συγ-
γνώμην, Μεγαλειοτάτη, δχι• δεν παρετήρησα τοϋτο,
είπεν, άλλ' είμαι ΐ/πό το αίσθημα μεγάλης συγκι-
νήσεως, δτι ενταύθα έπαναβλέπω 'Τμάς».
Φευ ! η ουραία και χαριτόβρυτος βασίλισσα Αμα-
λία δεν ητο πλέον ή εύθυμος, φαιδρά και ευτυχής
εκείνη, ίιν έλάτρευεν ό λαός της Ελλάδος έπευ^η-
μών και θαυμάζων προ ολίγου έτι, έ^ιππον διερχομέ-
νην η έν λαμπροτητι και μεγαλοπρεπεϊ ακολουθία
πορευομένην κατά τάς έθνικάς τελετάς προς τον Μη-
τροπολιτικόν ναδν η δτε παρά τω θρ<)νω ιστάμενη
άπήστραπτεν εν δλω τω κάλλει και τίι αΐγλη του
Διαδήματος, δεχόμενη τάς υποκλίσεις και τα θυ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
149
υιάπατα των άσπαζοηένων εν τή τελετή τοΰ Χε%οο-
ου ^ ^ 4 1 Ο
φιλήματος την δεξιάν αύτΛς ! Άναλλοίωτον μόνον
παρέμεχνεν αύτη το μεγαλεϊον, εν τω παράστημα τι
κα\ τη δλη μορ^η κα\ έκ^ανσει των μυχίων αύτης αί-
σθημάτων, δηζρ επέβαλλε, συνεκίνει, άλλα καχ έξή-
γεχρε σκέψεις κατανυκτικός, αισθήματα λνηηρά και
^αθυν σεβασμόν. Ή ιερά εκείνη θλίιίας και η έπι
της μορφής αυτής έζωγρα^ημένη μελαγχολία έκράτει
και έδέσποζκ• και εκ τούτων δε ή Βασίλισσα αν-
τλούσα θείας δίΑ'άμεις Λτένιζε προς το μέλλον,
προς την αιωνιότητα.
*Γπό τό κράτος της ατέρμονος λύπης έπεζήτει
στιγμάς αναψυχής και την λήθην εν τω καθημερινω
μόχθω, έν τη εργασία και τη εξασκήσει τής εύποιίας.
Ούτως έγένετο, έν καιρώ του Γαλλορρωσσικοϋ πο-
λέμου, ή Επίτιμος Πρόεδρος και η ΙΙροστάτις του
έν Βαμόέργη Σωματείου του Ερυθρού Σταυρού,δρά-
σασα σπουδαίως και μετάσχουσα πάσης ενεργείας
μετά τής βασιλίσσης τής Βαυαρίας Μαρίας. Είχε
μετασχηματίσει δυο των ανακτορικών αιθουσών εις
έργοστάσιον ραπτικής, έν ω είργάζοντο άπασαι
αί υψηλής περιωπής Κυρίαι τής Βαμβέργης και
τών πέριξ μερών, η ιδία διευθύνουσα και επιβλέ-
πουσα. "Ινα δε παράσχη στιγμάς παραμυθίας και
χαράς προς τάς μητέρας και τα ς συζύγους τών
μαχόμενων έν τω πεδίω τού πολέμου, διωργά-
νωσεν έί)εσπερίδα την παραμονήν τών Χριστουγέν-
νων μετά πλουσιωτάτου Δένδρου (ΟΙιπδί-ΒίΐυΓη), έν
ίί προσεκλήθησαν πάντα τά παιδία τής Βαμβέργης,
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ι50
λαόόντα τοι δώρα, άτινα δι' ιδίας δαπάνης η Βασί-
λιααα είχε προετοιμάσει.
Μίαν δ' έτι ^οράν, την κα\ τελενταίαν του βίου
αυτής, άνεμνήσατο του ωραίου Παρελθόντος, τιαη-
θεϊσ'α ώς Βασ'ίλισσα της Ελλάδος. Τούτο έγένετο
μετά το τέλος του πολέμου, οτε τα τελευταία στρα-
τεύματα των Γερμανών νικηφόρα έπανέκαμπτον εις
τάς εστίας αυτών. Σύνταγμα τούτων διηρχετο εξ
Όλδεμβούργου. Ή παρέλασις ίτπηρξεν δλως θριαμ-
βευτική. Ή πόλις ητο έορτάζουσα και σημαιοστό-
λιστος• οί κάτοικοι, διακόψαντες τάς εργασίας αυ-
τών, έξεχύθησαν ανά τΐιν πόλιν ζητωκραυγοϋν-
τες• την δ' έσπέραν έγένετο λαμπρά ^ωτα\1;ία και
μέγα γεϋμα παρετέθη εν τοις άνακτόροις ύπό του
Μεγάλου Δουκός Πέτρου προς τιμήν τών δά^νη
εστεμμένων στραταρχών. Έτυχε τότε, τω 1874,
η Βασίλισσα νά παρεπίδημη έν Όλδεμβούργω,
καί, δπως τιμήση τλν έορτήν, παρουσιάσθη έν τε
τη υποδεξιώσει και τώ γ^Εύματι περιβεβλημένη μαύ-
ρην βελούδινον έσθητα μετά λευκών πλουσιωτάτων
τριχάπτων, και κεκοσμημένη το στήθος διά του
Ελληνικού Μεγαλόσταυρου• έπι δί: της κεφαλής
έ^ερε το βαρύημον Διάδημα, έκ σπανίων μαργαρι-
τών, δωρηθέν αύτη ύπό της βασιλίσσης Θηρεσίας
και δπερ, μετά τον θάνατον της, επεστράφη τη
βαυαρική Αύλη και κατετέθη έν τω θησαυρο^υ-
λακίω. Επίσης δί: η μετά της Βασιλίσσης Έλληνις
Κυρία της Τιμής Ξάνθη Χατζίσκου έ^ερε το Έλλη-
νικόν ένδυμα. "^Ητο η ύστατη περίστασις, καθ' ην
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
151
ζώο^α έτψήθη ώς πρώην Βαοίλχααα της Ελλάδος.
Αι πολλαι συγκινήσεις, ας προεκάλονν αι ανα-
μνήσεις και αί έπισκέ\|/εις των Ελλήνων, έπηυξανον
και έδείνονν το νόσημα της καρδίας, έξ ον είχε
προσβληθη μετά τΛν έξορίαν. Είναι άπερίγραπτον,
είναι άδννατον να άνηληή)θη πάς τις, λέγοιτσιν οι
έπισκε^θέντες την Βασίλισσαν εν Βαμβέργη, μέχρι
τίνος σημείου έ^θανεν η θλίψις αύτης κα\ Λ συγ-
κίνησις, μεμιγμένη μετά χαράς, δτε έβλεπεν έπισκέ-
πτην Έλληνα. Ό άιίμνηστος Φίλων διηγεϊτο δτι εν
μια ώρα, καθ' ίαν έτυχεν ακροάσεως παρ* αυτής δτε
συνώδευσε την θυγατέρα του, τέσσαρα χειρόμακτρα
υγρανεν εκ των δακρύων της ή Βασίλισσα. Άλλ'έτι
συγκινητικώτερον αυνέβη τω κυρίω Ηλία Παππα-
ηλιοπουλω, ε'πισκε^θέντι αύτην εν Γρατσίω ένθα
η Βασίλισσα είχε μεταβη παρά τη αδελφή αυτής.
Όδηγηθεις οί/τος ύπό τής έπι των υποδοχών Κυρίας
έν εύοεία αΐθουση άνέαενε την Βασίλισσαν, θεώαενος
τάς άνηρτημένας έπι του τοίχου ιστορικάς εικόνας.
Αίφνης λυγμοί υπόκωφοι ηκούσθησαν προσηλώσας
την άκοήν ήκουσεν, δτι έξήρχοντο όπισθεν παρα-
πετάσματος• υπεγείρας αυτό ευρέθη προ τής Βα-
σιλίσσης, τίτις εντός μικρού υαλο^ράκτου άνοήρου
έπι ερείσματος έπακουμβώσα, προσεπάθει νά περι-
στείλη την μεγίστην αυτής συγκίνησιν και τά δά-
κρυα, πρ\ν ή ΐδη αυτόν. Αί πρώται δ' αυτής λέ-
ξεις ήσαν: «Τί μοι ξέρεις από την Ελλάδα ; τι λέ-
γουν οι Έλληνες ; ακόμη μας αδικούν ; »
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
152
Έν τούτω η προσ^ιΡΛς ελληνική παροινία της Βαμ-
βέργης και, προ καχ μετά τον θάνατον του βασιλέως
"Οθωνος Αραιοϋτο κατά αικρ ίν. Έπανέκαμπτον οχ
γέροντες αξιώματα ανά εις είς Έλλάοα, μάλιστα
δε μετά το ίιάταγμα της Ελληνικής Κυβερνήσεως,
δπερ ώριζε χρόνον επιστροφής. Ή δε Μεγάλη Κυρία
ΙΙλουσκώ^ άσθενήσασα εκ της αλλαγής του κλίματος
και έκ της λύπης, διετέλεσεν έπ\ πολύ κλινήρης, νο-
σηλευόμενη ύπό τής εγγονής αυτής, έπχ τούτω προς-
κληθείσης ί/πό τής Βασιλίσσης. Απέθανε δ' έν Βαμ-
βέργη κατ' Άπρίλιον του. 1872, έν ηλικία 78 ετών.
Ή Βασίλισσα έκλαυσε τον θάνατον και την στέρησιν
αυτής ώς ί|)ΐλόστοργος θυγάτηρ.
Αι Κυρίαι τής Τιμής, Ασπασία Καρπουνη και
*Ρηγγίνα Φίλωνος, μετά την ευτυχή αυτών άποκα-
τάστασιν, ήν Λ Βασίλισσα μετά πολλής έπεδίο)ξε
στοργής, απεχώρησαν μέν τής Αυλής αλλά δχατηρή-
σασαι άμείωτον το πρότερον αυτών ^ίλτρον, την βα-
θεχαν εύγνωμοσυνην καχ τήν ίδανχκήν προς την Βα-
σίλχσσαν λατρείαν, δεν έπαχίσαντο τακτχκώς νά βλέ-
πωσχ καχ έπχσκέπτωνταχ αυτήν. *Η μεν πρώτη χάριν
τοχίτου διέμενε τον χειμώνα έν Βαμβέργη, το θέ-
ρος μόνον μεταβαίνουσα είς την δίωρον άπέχουσαν
έπαυλιν αυτής• η δε δευτέρα συχνότατα ήρχετο εκ
του κτήματος, του Βυρτζβουργ, δπερ σιδηροδρομικώς
τρεις ώρας απέχει τής Βαμβέργης. Αί ημέραι τής
έπισκέ\[;εως αυτών ήσαν Λμέραι γλυκείας καχ ήδί-
στης ευχαρχστήσεως δχ* άπάσας, καχ η συνομχλία
άντχκείμενον εχχε πάντοτε τίιν Ελλάδα•
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ί53
Ότε λοιπόν, τον Άπρίλιον του 1873, ή δεο'ποι-
νις Ξάνθη Χατζίσκου μετέβη εις Βαμβέργην ώς Κυ-
ρία της Τιιιής, η Αύλη της Αμαλίας τίτο κατ'
ανάγκην δημιούργημα τών περιστάσεων. Πρόσωπα
μέγα γέροντα δνομα κα\ σημαίνοντα έν τη υψηλή
κοινωνία κα\ τη πολιτική της Γερμανίας, περιεστοί-
χιζον την Βασίλισσαν μετ' ά(|ασιώσεως και υιΐ/ίστου
σεβασμού• άλλα ταΰτα τίσαν δλως άσχετα προς την
δράσιν του ένδοξου αυτής Παρελθόντος, κα\ ξένα
τών πόθων, αισθημάτων και σκέψεων αυτής. Το
κενόν τοϋτο άνεπληρουν μόνον αι έξ Ελλάδος ανά
πάν Σάββατον κατα^θάνουσαι έλληνικαι εφημερίδες
και έπιστολαι προσώπων στοργικών, και η αγάπη
τών παρ' αύτη τριο)ν ά^ωσιωμένων Ελληνίδων
Ασπασίας, Τηγγίνας και Ξάνθης.
Την Αύλην άπετέλουν οι έξης :
ΕΠΙΤΙΜΟΣ ΛΓΛΑΡΧΗΣ. — Ό ^αρών Υ\ν1ζ\)\ιγ§^ δια-
τελέσας άλλοτε υπασπιστής του Όθωνος έν Αθήναις.
Ή σύζυγος αύτου έξετέλει έπί τίνα χρόνον έν τη
Αυλή τής Βαμβέργης καθήκοντα Μεγάλης Κυρίας.
ΑΓΛΑΡΧΗΣ.— Ό Θεόδωρος ΓΓβίΙίβΓΓ νοη ΡοβΠηίίζ
(ΡΓαιι1ίβΓΐ)βΓ^) διαδεχθείς τον αποθανόντα αυλάρχην
(Ϊβ1)83,1ίβ1.
ΓΠΑΣπίΣΤΗΣ. — Ό πρίγκιψ Όθων ίη δαυη νίί-
^βηβίθίη (ΒβΓΐΘΐ)ΠΓ^).
Λ\ΕΓΑΛΗ κΓΡίΑ. — *Η χήρα σύζυγος του πρώην
αύλάρχου Οβίΐβαΐΐβΐ.
κτρίΑΐ.ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ. — Ιάα γοπ Ρΐίίδοΐιολν, εγγονή της
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
154
Μεγάλης Κυρίας ^αρωνίδος Βιλελμίνης Πλουσκώ^,
καχ η Ξάνθη Χατζίσκου.
ΙΑΤΡΟΣ ο \νίοΗβ. — Ούτοι πάντες παρίσταντο και
κατά την ώραν του θανάτου αυτής.
ΒηυκΕΝΑυ
Έν μέσ'ω λό^ων κατάφυτων, έν μέο^ω μαγευτι-
κού ορίζοντος κείται το Βιαίίβηαυ,άπέχον δωδεκάω-
ρον της Βαμβέργης. Έπαυλις τετράγωνος, διώρο-
φος, μετά ένδεκα δωματίων, δεοτπόζει του βορείου μέ-
ρους, κα\ παρ* αύτη άρχεται έκτεινόμενον ο'υνδενδρον
δάοΌς, έν ω οι κατ' αποστάσεις υψούμενοι χλοεροί
λοφίσκοι, ως οάσεις, ^)έρουσιν εκάστη ονόματα των
μελών της βασιλικής βαυαρικής Οίκογενείας. Έν
τω ΒΓαΙςβηαιι υπάρχει μέγα κατάστημα λουτρών,
δπερ ο αείμνηστος βασιλεύς της Βαυαρίας Λουδο-
βίκος ό Α' άνήγειρεν ίδίαις αϋτου δαπάναις.
Το ώραΐον τούτο κτήμα η βασίλισσα Αμαλία
Αγόρασε δυο έτη προ του θανάτου αυτής παρά του
βασιλέως της Βαυαρίας, ίνα μεταρρυθμίση κατά τον
έν Αθήναις «Πυργον τής Βασιλίσσης», καταστηση
θερινην κατοικίαν, και έν αύτώ οι πόθοι τής \1;υχής
της όνειρώττωσι το Παρελθόν. Άλλα κατά τάς αρχάς
Απριλίου του 1875, ολίγας ημέρας προ του Πάσχα,
ενώ έτι ο. καιρός ίίτο ^/υχρ/)ς, έξέδραμεν, εναντίον
τής γνοψης τών ίατρών, συντρο^ον έχουσα την δε-
σποινίδα Χατζίσκου, μέχρι του Βιαίίβιιαΐΐ. Ά^έθη
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
155
εκτεθειμένη εις ρεΰματα ι[Γυχρά εν ί/παίθρω, έπι ώρας
όλοκλήροιτς έποπτενονοτα καχ διατάττουσα τα της
δενδρο^υτείας κα\ κλαδεΰαεως των δε'νδρων του κή-
πον τής έπαυλεως. Έν τη έηιατρο^η εις Βααβέργην
έφάνηο^αν οΊτίΛπτώματα ελαφρού κρνολογηιιατος• ούχ*
ήττον έπέτρε\Ι/ε τη δεσποινίδι Χατζχσκου χνα μεταβη
εχς Βχεννην, παρά τω βαρώνω Σίνα, γύρχν του
προσ'εγγχζοντος Πάο'χα. Μετά τχνας η\ιέρας λαμβά-
νεχ οΐ/τος τηλεγράφημα της Βαο^χλχο^σης, ?έγον :
«Μη λησμονητε, δτχ η Βααίλχααα μένεχ οτχεδόν μόνη
τάς έο'πέρας άνευ Έλληνχδος».
ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ ΑΜΑΛΙΑΣ
*Η δεσποχνχς Χατζίσ'κου αυθημερόν έπανακάμ-
\1;αο^α εί/ρε ττιν Βασχλχσσαν μάλλον άδχάθετον, μάλ-
λον άθυμον καχ έν άπερχγ ράπτω συγκχνήσεχ καχ τα-
ραχή, ώς έκ του έπχσυμβάντος θανάτου της πρχγ-
κχπχα^σης Αλεξάνδρας, αδελφής του (3ασΊλέως Όθω-
νος. Είχε δ' έξαποσ'τεχλεχ ώς άντυτρόσωπον αύτης
δχά τλν κηδεχαν, ήτις έμελλε νά γεχνη έν Μονάχω,
τον αύλάρχην ΤΙιβοάοΓ νρη ΡοβΠηίΐδ. Τούτω έν-
ετείλατο νά μεταίαβάση τω ^αο^χλεχ της Βαυαρίας
τον διακαίχ αΰτης ποθον, όπως δχα^υλαχθη αύτη ή
έν τω κοχμητηρίω της [ϊασ'χλχκης Οικογενείας υπάρ-
χουσα κενή θέσχς παρά τω Όθωνι, καχ μη κατα-
τεθη έν αΰτη η θανούσα• ώσ•ε\ προησθάνετο Λ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
156
τΙτυχΛ αυτής, δη μετ' ου πολύ θ' άπήρχετο εις τΛν
αιωνιότητα προς αυνάντηαχν Εκείνου.
Κα\ όντως ύλίγαι παρήλθον Λμέραι, δτε διεγνώ-
σθησαν συιιπτώαατα πνευμονίας μετ' επιπλοκής
του καρδιακού νοσ'ήαατος. Διετέλεοεν έπι εξ ημέρας
κλινήρης. Έξομολογηθεϊσα ηετέλαβε των άχραντων
μυστηρίων, και απήγγειλεν από μνήμης τάς προς-
ευχάς. Κατά τάς ΐ/στάτας στιγμάς, πρ\ν ή έτι πα-
ραδώση τω Πλάστη τΛν άθάνατον αυτής ι|ίυχήν, ό
παρ* αύτη ιερεύς άναγινώσκων τάς έπιθανατίους εύ-
χάς, τη είπε: «Μέλλεις ηδη νά έμ^ανισθης προ του
Ουρανίου Πατρός, Βασίλισσα τής Ελλάδος! Έάν. ακου-
σίως ηδίκησας την Ελλάδα ή οι Έλληνες σε Λδί-
κη,ο'αν, συγχωρεί. Ή νεάνις αυτή αντιπροσωπεύει
την Ελλάδα», είπε, δείξας την κατά την στιγμήν
έκείνην παρευρισκομένην δεσποινίδα Χατζίσκου. Οί
ώραϊοι κα\ γλαυκοί τής Βασιλίσσης οφθαλμοί έδά-
κρυσαν. Το δάκρυον διέλαμψεν ως άδάμας έπι,τών
ωχρών αυτής παρειών. "^Ητο το τελευταϊον δάκρυον
τής αγάπης, δπερ ώς άποχαιρετισμόν άπέστειλεν
ιις την Ελλάδα !
Άπό τής ώρας εκείνης νάρκωσις και αφασία
κατέλαβον αυτήν, μεθ'άς ήρξατο η αγωνία του θα-
νάτου. Την 8/20 Μϋίου 1875, ήμέραν Πέμπτην, δτε
ύ κώδων έσήμαινε μεσημβρίαν, παρέδιδε την ιΐ'υχην
αυτής ά^εϊσα τον Κ(')σμον, έν ω τόσον Λσθάνθη, Λγά-
πησεν, έπόθησεν, εύηργέτησε και τόσον έδοξάσθη κα\
έλατρευθη υπό του λαοϋ, έ^' οιι έβασίλευσεν, αλλά
και τοσούτον έδοκιμάσθη και Λδικήθη. Την κλίνην
157
αύτης περιεστοίχισαν θρηνοϋοταχ αχ τρεις προσφιλείς
ώς θυγατέρες Ασπασία, 'Ρηγγίνα καχ Ξανθιά- προς τα
δεξχα παρίστατο ο α(3ελ^ός αύτΛς Έλχααρδ• έν τη
παραπλενρω αχθουση, άπασα τχ ΑύλΛ μετά των έπι-
σηαοτιάτων τής Βααβε'ργης γονυπετεχς προσηχ/;^οντο.
Μετ' ολίγας στχγιιλς από του θανάτου ά^ίκοντο εξ Όλ-
δεμβοι/ργου ο προσφιλής αύτίχς αδελφός Μέγας Δουξ
Πέτρος χαχ η άγαπιατίι νχίιι^η Μεγάλη Δοχ/κισσα
Ελισάβετ. Έζήτησαν ϊνα άποσυρθώσχ πάντες οί έν
τω δωαατίω τΛς θανοχ;ση,ς, μεΟ' ο αεχναντες αονοι
προσηυ^ζήθησαν παρά τκί νέκρα.
Παρασκευή, 9/21 Μαΐου. — Είναι νχίξ. Ή ^υσις
Λρεμος σίγα. Ή Βαιχβέργη υπνώττουσα ^ωτίζεταχ υπό
μυριάδων λαμπτήρων, των εκ του οχ}ρανίου θό-
λου έξιαρτημένων. Έν τω μέσω της Έλληνχκης
Αίθοχίσης, πενθίμως διασκευασθείσης, έν τω χχέ-
σω πυκνών ^)υλλωμάτων και ποικίλων ανθέων,
πληροχ/ντων ευωδιάς την άτμόοί^αχοαν της αιθού-
σης, κοχμαται τόν αχώνιον ϊτπνον της γαλήνης ίχ
βασίλισσα Αμαλία, φέρουσα, κατά ρητην έντολήν
της, μαϋρον βελουδχνον ένδυμα.
Έπχ του προσκε^αλαίου της νεκρχκκίς κλίνης
ετέθη το χρυσοϋν αύτης Μετάλλχον, δπερ έ^ερεν
ά^' ενός κεχαραγμένην την εικόνα της καχ ά^' έτε-
ρου τό ρητόν, δ εχχεν έυβλτχμα του βίου της :
«Δχκαχος 63 ς ^οχνχξ άνθήσεχ».
Ένεκρώθησαν οχ θερμοχ παλμοχ της καρδίας
καχ έθραυσθησαν αχ χορδαχ της λχίρας, αχ άναπέμ-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
^οο§ι^
158
^Ι/ασαι αοτμα αγάπης προς τίιν Ελλάδα. Έσβέσθη
η άναλαμπΑ τών σπινθήρων τοιτ .πνεύματος, έξ οΐτ
τ(')€Ται έγεννήθησαν μεγαλουργοί {δέαι. Έύ^υχράνθη
η χειρ, ίίτις ά^θόνως έπεδα\|ίίλευεν εν Ελλάδι και
έν Βαμβέργη τΛν εΰποιίαν !
Εναλλάξ έκ τών τής ΑύλίΙς άγρνπνοΰσι παρ'
αύτη. Τελευταία ^υλαξ, προς ίιν εδόθη η κλεις της
λάρνακας, έγένετο Λ Κυρία της Τιμής Χατζίσκου/Ητο,
λέγει, μία έκ τών θλιβερωτέρων στιγμών της ζωής
της, ά^ειοα ανεξίτηλα τα ΐχνη έπι της μνήμης και
της καρδίας αυτής. 'Ρϊγος, ουγκίνηοις, λυγμοί κα-
τέπνιγον αυτήν θεωμένην νεκράν Έκείνην, ήτις τόσον
τη ένέπνεε σέβας, κα\ είς το βλέμμα της όποιας
τοσαυτην εύρισκε ζωήν και επιβλητικότητα, τοσουτω
σπινθηρίζογ πνεύμα. Προσευχομένη ή δεσποινίς Χα-
τζίσκου διέκρινε μεταξύ τών πολλών λαμπάδων δυο
μικρότερος λευκάς, αϊτινες έκαίοντο ώς θυσία και
λιβανωτός. "^Ησαν τα κ η ρ ι α τών Βασιλέων του τε-
λευταίου έν Αθήναις Πάσχα, άγιασθέντα κατά την
Άνάστασιν του Σωτηρος, άτινα κατ' έντολήν της Βα-
σιλίσσης είχον διατηρηθη έν τω έρμαρίω αυτής και
μετά τών λοιπών πραγμάτων έκομίσθησαν εις Βαμ-
βέργην. Αύται ήνά^θησαν έπ\ του νεκρού του Όθωνος
και έ^υλάχθησαν εύλαβώς ΐ/πό της Βασιλίσσης, δπως
και κατά τον θάνατον αυτής άνα^θώσιν. *Η δέ δε-
σποινίς Χατζίσκου παραλαβουσα, ώς ίερά κειμήλια,
μετέ^ερεν είς Ελλάδα καί, λειτουργούντος του ίερέως
έν τω Α' κοιμητηρίω, έκαυσεν αυτάς.
Κατά τήν άνατολήν του Σαββάτου οί κώδωνες
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
159
των έ'κκληΟχών έκρονον Λχοϋντες πενθίμως/ Απαν-
τες οι έν τη Αύλη της Βαμβέργης έν στολή κα\ πεν-
θεί εδεξιοϋντο τοΐ/ς απεσταλμένους των διαφόρων
Αυλών καχ πόλεων, οϊτινες κατέθετον στε^άνονς. Οί
δε κάτοικοι της πόλεως και των πέριξ εξοχικών
κτημάτων σννηθροίσθησαν προ τών ανακτόρων. Έν
τη δ\|/ει αυτών έξεδηλοϋτο ή λύπη και το πένθος.
"Άμα δε Λνεωχθησαν αύτοϊς αί πΰλαι, είσώρμησαν
ϊνα άσπασθώσι την δεξιάν της νεκρας, ίίτις έπ\
δεκατριετίαν δεν έπαΰσατο ευεργετούσα αύτους.
ΤΛν 2*^ ώραν μ. μ. έ\[;άλησαν αί νεκρώσιμοι
εύχαί, κα\ την 6^^ ηρξατο η προπομπή έκ Βαμβέρ-
γης δια Μόναχον, έν μί:γάλη τελετή και έπισημό-
τητι, προπορευόμενου του αυλάρχου και γέροντος
το σκηπτρον.
Το πένθος ώδήγουν ύ Μέγας Δοΐ/ξ Πέτρος, ο
πρίγκιιΐί Έλιμαρδ, οί έξ αδελφής πρίγκιπες Βά-
σιγκτων και οί άντιπρόο'ωποι της βαυαρικής Αυ-
λής. Τάς ταινίας έκράτουν πρίγκιπες και έκ τών Αυ-
λών της Βαμβέργης και του Μονάχου. Παρηκολου-
θουν άπασα Λ Αυλή της Βαμβέργης, αί δυο Ελλη-
νίδες μετά τών συζυγών αυτών βαρώνων Σρόττεμ-
βεργ κα\ Βυρτζβουργ, οί έπι τούτω απεσταλμένοι κα\
αί επισημότητες της Βαμβέργης.
Ή συνοδία ά^ίκετο περ\ το μεσονυκτιον δι' εκτά-
κτου αμαξοστοιχίας εις Μόναχον.Πρό του τελευταίου
σταθμού άνέμενον οί ταχθέντες υπό της βαυαρικής
Αυλής, δπως σίΓΥοδευσοοσι την νεκράν και τη άπο-
δοθώσιν αί άνήκουσαι είς Βασίλισσαν τιμαί. Κατά
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ιόο
τΛν άφιξιν έν τω σταθμώ του Μονάχου το πλήθος
μέχρις άποπνιγμου συνωστίζετο. Φρουρο\ κα\ σ'τρα-
τος παρετάχθηοαν καθ' δλας τάς όδους κα\ πλα-
τείας, οπόθεν έμελλε να διαβη η νεχρώοΊμος πομπή.
^Ητό τι ασύνηθες κα\ μοναδικόν το ^αινόμενον έν
τω μέσω της νυκτός, ή χωροϋσ'α βραδέως κα\ μεγα-
λοπρεπώς βαοιλικη νεκρο^όρος, αί περισ'τοιχίζουσαι
έπίοΊίΐμοι κυρίαι έν βαρυτάτω πένθει, τα κινούμενα
άπειροπληθη ^ώτα των λαμπάδων κα\ ή συρροή του
λαοϋ ! Κατά τΛν καμπΛν της ιιεγάλης πλατείας οι
Έλληνες άναμένοντες κατέθεσαν έπι της σοροϋ στέ-
^ανον έκ φυσικών ανθέων, γέροντα την έπιγρα^ήν :
αΟί έν Μονάχω εύγνωμονοϋντες Έλληνες». Αληθώς
άΐδιον ευγνωμοσυνην άποτίνουσιν οί έκ τών τότε
σπουδαστών Ελλήνων. Πολλούς τούτων η Βασί-
λισσα συνέδραμε δι' ιδίων χρημάτων, και εις πλεί-
στους έγένετο αρωγός, συστήσασα εις την προστασίαν
του βαρώνου Σίνα και άλλων πλουσίων ομογενών.
Στεφάνους κατέθεσαν ό βασιλεΐ/ς της Βαυαρίας,
ό Όλδεμβο.υργικός Οίκος, πλεϊσται Αυλαι της Γερ-
μανίας, οί πρίγκιπες της Βαυαρίας, η Αυλή της
Βαμβέργης και πολλο\ μεγιστάνες. Συγκινητικόν
και επιβάλλον ήτο επίσης το θέαμα τών άνημμένων
λαμπάδων κα\ η παρέλασις τών επισημοτήτων, δτε
είσήρχοντο έν τω απέναντι τών βασιλικών ανακτόρων
αύλικώ ναώ του *Αγίου Γαϊτάνου, εντός του οποίον
κατετέθη το άνθοσκεπες ^έρετρον, και έιίτάλη η νε-
κρώσιμος ακολουθία. Άπεχαιρέτισε την νεκράν όίε-
ρευς δι' ωραίου λόγου έξυμνήσας τάς άρετάς αυτής.
ι6ι
ΤΛν οττχγμην έκείνην έναπετέθη έη\ τον ^ερέτρον κα\
το Έλληνικόν Διάδημα• Κατεβχβάσ•θη είτα έν τω κοι-
ηητηρίω της βαα^λχκης Οικογενείας και έτοποθετήθη
η σορός της *Α{χαλίας παρά τΛν του πε^ιλημένου
αύτης οΓυζΰγοι; "Οθωνος.
Στενή κλίμαξ, έκ δεκαπέντε βαθμίδων, ^έρει είς τό
βαθί; και σκυθρωπόν θολωτόν δωμάτιον του αίωνίου
ύπνου. Νεκρική αιγη επικρατεί κα\ άληθίις Λσ'υχία
θανάτου. Άμυδρόν ^ώς, δια κιγκλιδωτοϋ παραθύ-
ρου είσ'ερχόμενον, μόλις ^τίζει τό λελαξευμένον
οίκημα, ένθα κείνται δυο έκ \|/ευδαργύρου σαρκοφά-
γοι έγκλείοντες τα όστα του Όθωνος κα\ της Αμα-
λίας. Οι έπιοκεφθέντες αυτό κα\ προσευχηθέντες
έν κατανυξει προ των σεπτών νεκρών, έτι ζωηρό-
τερον συνησθάνθησαν τΛν ματαιότητα του βίου,
ίδόντες τΛν έπι του παράθυρου άράχνην ΐτ^αίνουσαν
άμερίμνως τον ίστόν'τηςί
Έπ\ της προσόι|/εως του προς τα αριστερά σαρ-
κοφάγου άναγινώσκεται έλληνικοϊς γράμμασιν Λ
έπιγραάη :
ΟΘΩΝ Α'.
ΒΑΣΙΛΕΓΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΡΙΓΚΙΨ ΤΗΣ ΒΑΓΑΡΙΑΣ
ΕΓΕΝΝΗΘΗ ΤΗι 1 ΙΟΓΝΙΟΓ 1815
ΑΠΕΒΙΩΣΕ ΤΗι 26 ΙΟΓΛΙΟΓ 1867
κα\ του προς τά δεξιά ;
ΑΜΑΛΙΑ
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΡΙΓΚΙΠΕΣΣΑ ΤΟΓ ΟΛΔΕΜΒΟΓΡΓΟΓ
ΓΕΝΝΗΘΕΙΣΑ 27 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΓ 1818
ΤΕΛΕΓΤΗΣΑΣΑ 20 ΜΑΪΟΓ 1875
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
102
ΤακηκΑν Διαθήχην της ά^ηκεν Λ βασίλισσα
Άηαλία γερμανιστ\ μετ' επιστολής, απευθυνόμενης
προς τον άδελφόν αυτής Μέγαν Δονκα Πέτρον. Έκ
της επιστολής ελήφθη άντίγρα^ον είς το γαλλικόν,
δ έχομεν ύπ' όψιν έξ αύτου ιιετα^ρασθεΐσα έλληνι-
στ\ Λ έπιστολΑ έδηιιοσιενθη έν τη έ^ημερίδι «Στοά»,
έξ Λς άναδηιιοσιευομεν αυτήν.
Διά της Διαθήκης έκληροδότησεν είς τον άδελ-
^όν αί/τής Μέγαν Δοϋκα Πέτρον χα\ την σύζυγο ν
αύτου τα κτήματα κα\ τα κοσμήματα• είς τον ά-
δελ^όν, πρίγκιπα Έλιμαρδ, τό χρηματικόν μέρος της
περιουσίας• είς τοί/ς έκ της αδελφής της Φρειδερί-
κης άνε\[/ιοι;ς Βάσιγκτων τό κτήμα του ΒΓΐίΙίβη&ιι.
"Ώρισε προσέτι, ϊνα πάντες της έν Βαμβέργη Αυ-
λής λαμβάνωσιν έ^' δρου ζωής τον μισθόν αυτών.
Μετά τΛν άποσ^ράγισιν της Διαθήκης έν Βαμ-
βέργη ό Μέγας Δοί/ξ Πέτρος εξήγγειλε τοις έν τη
Αύλη τΛν ί/στάτην θέλησιν της προσφιλούς αύτου
αδελφής. Φιλόφρων κα\ γενναίος, έπεσκέιΐ/ατο ^να
εκαστον προσκαλεσάμενος αύτοί/ς είς Όλδεμβουρ-
γον. Ή δεσποιν\ς Ξάνθη Χατζίσκου μεταβάσα είς
λνίβ8ΐ)ίΐ(1βιι ϊνα άποχαιρετήση τόν Μέγαν Δοϋκα κα\
τήν Μεγάλην Δουκισσαν, παρεπιδημουντας δια τα
λουτρά, έλαβεν ώς ένθυμιον την είκόνα της Βασιλίσ-
σης είς μέγα σχήμα.
Ήγεμών έκ των σπανιωτάτων της Ευρώπης συν-
δυάζει ό Μέγας Δούξ Πέτρος την εκτακτον νοημο-
συνην κα\ δραστηριότητα μετά της δικαιοσύνης,
ευγενείας κα\ ύι1;ηλοφροσυνης. Κέκτηται άπάσας
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ι63
τάς άρετάς τοϋ ο^υζύγον, πατρός κα\ αδελφού, ών
ΐ/πόδειγμα παντ\ τω λαω του• ευημερεί δέ οΐ/τος ίτπό
τΛν ήγεμονείαν αύτου. Έπίοτη,ς κα\ Λ πρό ολίγου
θανούσα σύζυγος αύτου, θεία έκ μητρός της βασι-
λίσσης Λμών "Ολγας, έκέκτητο τό κάλλος κα\ τΛν
εύγένειαν της ^νχας. Ήγεμονις ωραία κα\ άγαθη,
ένέκλεχεν έν έαυτη τά κάλλιστα αισθήματα κα\ τάς
ύψίστας άρετάς, δι' ών έδοξάσθη έπ\ του θρόνου
του Όλδεμβουργου.
Ό Μέγας Δοΐ/ξ Πέτρος κα\ Λ σύζυγος αύτου
εξόχως Αγάπησαν, έσεβάσθησαν και έλάτρευσαν τίιν
βασίλισσαν Άμαλίαν. Αί στοργικώταται ενδείξεις της
αγάπης αυτών, ώς κα\ άπάσης της Οικογενείας της,
προεκάλουν την βαθεϊαν συγκίνησιν και τά δάκρυα
της ευγνωμοσύνης αύτης.
Συχνάκις μετέβαινεν είς Όλδεμβούργον, ιν' από-
λαυση έν μέσω των συγγενών της ώρας γλυκείας
γαλήνης και άνακου^ίσεως. Ή συντετριμμένη ί;πό
του άλγους καρδία της Ασθάνετο τίιν ανάγκην πε-
ριθάλ^ΐτεως κα\ στοργής αδελφικής. Ή ίερά αγάπη
τοιούτων αδελφών έγένετο τό Λθικόν αύτης έρεισμα.
Αύτη έμετρίαζε τόν πόνον της ^Ιιυχης της δια τόν
θάνατον του λατρευτού της συζύγου και τΑν στέ-
ρησιν της θετής μητρός της Ελλάδος•
«"Ω! ας Λδυνάμην, έλεγεν δτε Λσθάνετο τό τέ-
λος της ζωής της πλησιάζον, να έπανίδω τΛν Έλ*
λάδα μ,ου πριν αποθάνω! "^Ω Αθήναι, Αθήναι! »
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
1 64
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΒΑΣΙΛΙΣΣΗΣ ΑΜΑΛΙΑΕ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΜΕΓΑΝ ΔΟΥΚΑ ΠΕΤΡΟΝ
ΈίΓίγραφή :
«Νά 4τχ•ιρισ*{, μ•ιά τόν θάνατον μου, β!ς τόν προσφιλέστα-
τόν μοι άδβλφόν, τήν ΑΰτοΟ Βααιλικήν 'Γψηλότητα, τόν Μέγαν
ΔοΟχα τοΟ 'Ολδβμβούργου.
Αμαλία.
»Έν Βαμβέργ^, τ^ 8/20 Σβπτβμβρίου 1869/
^Προσφιλέστατε μοι Πέτρε, αγαπητέ μοι αδελφέ!
»Σήμερον υπέγραψα τήν διαθήκην μου, τ'ής δποίας κατέ-
στησα οϊ έκτελεστήν. Έ διαθήκη μου είναι συντεταγμένη
έντελ&ς κατά τρόπον τυπικόν άλλ' αϊ γραμμαΐ αύται, αϊ
συνοδεύουσαι αυτήν, Ικφράζουσι τα αισθήματα μου καΐ τάς
σκέψεις μου.
»Έν πρώτοις αίνος, ευγνωμοσύνη καΐ θαυμασμός ε?ς τδν
ούράνιον Πατέρα μου "Οστις, παρά ταϊς δοκιμασίαις έν αίς
μέ υπέβαλε, τόσον εύσπλάγχνως πάντοτε μέ ώδήγησε, με
διεφύλαξε καΐ διέσωσεν. Εϊθε νά μοΙ φαν^ ?λεως, νά συγχω-
ρήστε τά αμαρτήματα μου, νά μέ δεχθ•^ έν τ^ αιωνία Αύτοϋ
Βασιλεία καΐ νά ένωση πάντας ήμας μετά τών προσφιλών
ήμίν κεκοιμημένων περί τδν θρόνον Αύτοϋ, καΐ δώση ήμίν τήν
αίωνίαν μακαριότητα έπ' δνδματι τοΟ Σωτ55ρος ΊησοΟ
ΧριστοΟ. Αμήν.
»Είς σέ, Πέτρε, εΙς τδν Έλιμαρδ, εΙς τοΙ>ς συγγενείς
μου, τήν έκ ψυχ^ς εύγνωμοσύνην μου διά πάσαν τήν προς με
άγάπην σας, δια πάσαν τήν προς με άφοσίωσιν υμών. Ε!θε
δ θεδς νά εύλογ-ζ καΐ νά προστατεύη ύμδς! Ευχαριστώ
πάντας τοΐ)ς συγγενείς μου, ίδία τήν άγαπητήν μου νύμφην
1 65
Μαριαν καΐ τδν γαμβρόν μου Αουϊτπόλδον, διά τήν άγάπην
των. Εις τήν μητρικήν μου φίλην Κυριαν Πλουσκώφ τήν
βαθυτάτην εύγνωμοσύνην μου, δτι αΟτη έγένετό μοι πιστδν
έρεισμα έν πάση περιστάσει, έν τ•^ χαρά ώς καΐ έν τ'ζ
θλίψει. Ευχαριστώ πίντας, δσοι έν καιροΓς πολλάκις χα-
λεποΤς έπεδείξαντο ήμΤν συμπάθειαν καΐ πίστιν. ΑΙτώ συγ-
γνώμην παρ' οιουδήποτε, τδν δποΓον ήδίκησα ϊ) έλύπησα.
Συγχωρώ έκ του βάθους τ55ς• καρδίας μου πάντας εκείνους,
οΓτινες μέ προσέβαλον, έσυκοφάντησαν, οΓτινες μέ κατεδίω-
ξαν ϊ) μϊ ήδίκησαν.
»Ό έρως μου πρδς τήν Ελλάδα καΐ τδν Ααόν της μέ
κατέχει μέχρι τ55ς τελευταίας πνο55ς μου, ώς κατείχε καΐ
τδν πολυαγαπημένο ν μου *Οθωνα, άχρι τ^ς στιγμίίς καθ' ί)ν
δ θεδς έκάλεσεν αύτδν πλησίον του. Εϊθε να γίνη εύτυχ)}ς
τόσον δσον αμφότεροι έποθήσαμεν νά τήν καταστήσωμεν.
Είθε τά δνειρα τ55ς νεότητος ημών νά πραγματοποιηθώσιν.
Ή ευλογία του θεού έπΙ του τόπου τούτου καΐ τοϋ λαοϋ.
Ε!θε νά διαφωτίζη αύτοΙ>ς 6 θεός, δπως ένισχύωνται καΐ προ-
οδεύωσιν έν δμονοία, έν αύταπαρνήσει καΐ έν μεγαλόφρονι
φιλοδοξίί^ι πρδς τδν σκοπόν, δν χ^ύτδς ώρισεν αύτοϊς. Εϊη δ
θεδς μετ' αυτών !
»ΣοΙ συνιστώ πάντας τους έν τ^ οικία μου, οϊτινες ήθε-
λον λάβει ανάγκην βοηθείας ϊ) προστασίας. Είμαι βεβαία, δτι
υμείς, οι προσφιλέστατοί μοι, θέλετε σεβασθ^ τήν τελευταίαν
μου θέλησιν. Υγιαίνετε λοιπόν ! Ή ευλογία του θεοί> έπΙ σοΟ,
τοϋ οίκου σου, καΐ του Όλδεμβούργου. Εϊθε δέ δ θεδς νά
δώσΐβ ήμΓν μακαρίαν άνάστασιν καΐ ένωσιν αίωνίαν.
»Έ έν τ^ αΣωνιδτητι πιστή αδελφή σας.
Αμαλία».
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Ε1Π3Α0Γ0Ζ
κ των λαμπρότερων σελίδων της ίοττο-
ρίας του Ελληνικού έθνους διανοίγεται,
κατά τΑν σήμερον έπέτειον της Παλιγ-
γενεσίας, έν τω Παναθηναϊκά) Σταδίω Λ
των Όλνμπιακών Αγώνων. Δι' αύτης ανα-
παρίσταται ό αθλητικός κα\ καλλιτεχνικός
§ίος των αρχαίων Ελλήνων δστις, έν τη
φυσιολατρική αΐ/τών θρησκεία γεννηθείς, έμορφώθη
και διεπλάσθη έν 'Ολυμπία παρά τό ίερόν της "Αλ-
τεως, έκεϊ ένθα Φειδίας ό αθάνατος παρήγαγε τόν
Όλυαπιον Δία.
Ή μεγάλη και ί;\[/ηλΛ ίδέα των Πανελληνίων
Όλυμπιακών Άγο)νων δεν συνετάφη μετά των θεών
της αρχαιότητος, μετά των ^ωμών αυτών, αλλά
πτερόεσσα διήρχετο τάς εκτάσεις διαχέουσα την άρω-
ματώδη πνοήν, την ζωογόνον αυτής αυραν, ανά την
οικούμε νην, εξ ων άνεβλάστησαν εύθαλεϊς κλώνε ς
της αρχαίας αυτής ρίζης. Μετά αιώνας ή θεά Ελευθε-
ρία πνευσασα έπ\ τής Ελλάδος, αναπαράγει έν
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
ι67
τα> πατρίω έδάφειτΛν καλλίκομον ταΰτην ρίζαν, ϊνα έν
τη ο^υνεχεία των χρόνων καρπούς εύχύμονς ανάδειξη.
Σημαίαν ειρήνης και δόξης Λ Νέα Ελλάς άνα-
πεχάσαοΓα, έκάλεαεν έκ των περάτων της γης τοι/ς
αρίστους ν' άθλήσωσι, παρά τον Ίλιασόν έν τω Πα-
ναθηναϊκά) Σταδίω. Ήδελ^ωμέναι, προ του άνδριάν-
τος νέου Ήρώδου του Αττικού, του Γεω^γίον
'Α6έ9<ι>^, συμπλέκονται αί σημαιαι των πεπολι-
τισμένων Εθνών, ων τά εύγενη τέκνα είς το σάλ-
πισμα της Ελλάδος προσηλθον.
Κ<ον<ίταντΙνος ο Διάδοχος του Ελληνικού Θρό-
νου, ώς απόγονος του Ηρακλέους και Ί^ιτου,
ησπάσατο τον θαλερόν κλώνα, δν η θεά Ελευ-
θερία αύτω προσέφερε, και πρώτος τΛν άναβίωσιν
τών Διεθνών Όλυμπιακών Αγώνων ένεκαίνισε, τη
φιλοπάτριδι άρωγη κα\ άμίλλη τών πριγκίπων αύτοϋ
αδελφών Γεωργίου και Νικολάου. Βαθυ^ρων άναξ,
λαο^ίλητος Μονάρχης, Γεώργιος ό Α', εύλογων τους
υίους του ώς πρώτος Ελλανοδίκης έν τη Διεθνεϊ
τών Αγώνων Έορτη, στεφανώνει έλαια κα\ δά^νη
τους νικητάς• Βασίλισσα ωραία. Νεφέλη του Νέβα,
ΛευκΛ λαμπηδών, και τά θεια δώρα της Φιλανθρω-
πίας έπι του ελληνικού εδάφους έπιδαιί/ιλευομένη, Λ
"Ολγα, συμπαρίσταται μετά ερατεινής νύμφης, της
πριγκιπίσσης Σοφίας, θυγατρός και τών υιών, και εύ-
προσηγόρως χαιρετίζουσι την ίδέαν του Λθικοϋ καλοϋ
έν τη άναπαραστάσει τών Όλυμπιακών Αγώνων.
Μυριάδες Ελλήνων έκ πάντων τών ελληνικών
κέντρων θεατα\ συρρεύσαντες έν τω Παναθηναϊκώ
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
1 68
Σταδίω τΛν ί/περτάτην έκδηλοϋοτιν {δέαν της Εθνι-
κής Ένότητος του Ελληνισμού. Ιερός έν-
θονοτιασμός, έθνικΛ φιλοτιμία κα\ φιλοπατρία ο^ι/νέχει
κα\ οΊ/γκρατεϊ πάντας.
Τίς να ^αντασθη Αδύνατο, δτι Λ εκ της τέφρας
αυτής έξελθοϋαα πρώτη έλληνικΛ πόλις του Εικο-
αχένα ηθελεν άποβη, έν τη ανελίξει έξηκοντα μόνον
ετών, τοαοντο περιφανής, ώοττε ν' άναγνωρισθη ύπό
των πεφωτισμένων Εθνών του Παλαιού και Νέου
Κόσμου αύτίι πρίοτη δικαιούμενη εϊς τίιν τέλε-
αιν Διεθνών Όλυμπιακών Αγώνων !
Τίς και τών ανδρών εκείνων του Αγώνος, επι-
ζών έτι ένδοξος αγωνιστής, ηδύνατο και να ονειρο-
πόληση καν, δτι ήθελε παρακαθήσει θεατής ειρηνι-
κών Αγώνων άμίλλης Κα\ δόξης έν τω ΐ/πό γήν
τεθαμμένω Παναθηναϊκώ Σταδίω, δπερ αίφνης κα\ ως
δια μαγείας τινός άνέθορε και περιεβληθη τΛν άρ-
χαίαν του καλλονήν, άπαστράιίταν έν δλη τη αχγλη
και τη έπιβλητικότητι αύτου !
Άλλα ποιον θέαμα θαυμάσιον και μοναδικόν !
ποία σκηνογραφία γοητευτική ! Έκθαμβουται τό όμμα,
και ρίγος ίερας συγκινήσεως πλημμυρεϊ τών θεατών
τάς αίσθήσεις!
Που άλλοθι γης τόσοι συντρέχουσι φύσεως κα\
τέχνης παράγοντες, δπως τον πανηγυρισμόν. Διεθνών
Αγώνων δια τοσαυτης περιβάλωσιν αίγλης ;
Που άλλου Λυκαβηττός, Υμηττός και ΦαληρικΛ
και Στύλοι του Όλυμπίου Διός και ό Ιερός της
Ακροπόλεως βράχος με τόν έπ' αύτοϋ Παρθενώνα
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
109
και τα Προπΰλαια κα\ Ναόν Άπτέροιτ Νίκης και Έρέ-
χθειον, δημχουργήιιατα της ανθρωπινής μεγαλοφυίας,
πλαισχοϋντα εν άπόι[/εχ το Παναθηναχκόν Στάδχον ;
Πατρχς η Ελλάς ώς να προκχίπτη εκ τοΰτων
βαχνονσ•α ώραχα καχ μεγαλοπρεπής, χν'άποδώσ"η την
ηορ^νραν τω Νέω Κωνσταντχνω, χν' άο'παοτθη
τούς (Ττε^ανη^όρους υίοχ;ς της, οχτχνες ύπό σχ}μβο-
λον Πατρίς, Νίκη, ηθληαταν καχ ένίκησ^αν ! Πα-
ρελαχίνοίΓΟ'χν η5η τον ο^τχβον του καλλχμαραάρον
Σταδίοιτ προ μνρχάδων θεατών, €Γι;νηδελ^ωμένοχ μετά
των ξένων νχκητών, γέροντες το\/ς κλάοονς του κο-
τχνου καχ της δάφνης έκ των του χερου άλοτους
της 'Ολυμπχας.
Έν μέσω των θείων άρμονχών της πχνδαρχκης
ωδής,, ην απόγονος του Όρχεως έτόνχσ'εν, έν μέσ'ω
ζητωκραυγών, λουόμενος ύπό τών χρυσ'ών του Λλίου
άκτίνων ηγεχταχ πάντων ο Μαραθωνοδρόμος νχκητης
έν τη έθνχκη περχ&ολη καχ κρατεχ ΐ/χΐ/ηλά την
οτημαίαν της Παλχγγενεαίας ! Είναχ ό απόγονος τών
παλληκαρίων της Πίνδου καχ τοχΓ Όλχίμπου. Εΐναχ
ο υίός τών Άγωνχατών. Ή ^ουσ'τανέλλα καχ το ^έο^χ
του άναμχμνήσ'κεχ τοχς θεαταΐς τοΐ/ς τίρωας της Άνα-
γεννηο^εως, τον Τζαβέλλαν, Παπα^λέσ'σ'αν, Μπότσ'α-
ρην καχ τον πρώτον της Ελλάδος Βα€Τχλέα Όθωνα.
Έπχ τη παρελάσ'εχ του Έλληνος παλληκαρίου
οί παλμοχ πάντων οτυνενοϋνταχ κα\ δονοϋσχν έπχ της
πολυχόρδου λύρας μελωδχκώτατον ηχον, τον ηχον
της χαράς καχ του ένθουσ'χασμου,.τόν ηχον της έθνχ-
κης ύπερη<|ανε.χας.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
170
Τιμλ κα\ δόξα προς τοί/ς Όλνμπιονίκας της
αρχαίας Ελλάδος, οίτινες παρέδωκαν τοις άπογό-
νοις αυτών τΛν ίδέαν του άγαθοϋ, του κάλου χα\
του όαίου έν τη δυάδι του σώματος κα\ της ^νχης^
δ\*ών έδοξάσθησαν.
Άνατείνωμεν προς αύτοί/ς τόν νουν καχ τΑν καρ-
δίαν, τους δημιουργοί/ς της εθνικής Λμων εύκλείας,
προς τους πατέρας της Εθνικής ημών Παλιγγενεσίας,
κα\ προς αύτοΐ/ς τους πρώτους της Νέας Ελλάδος
Βασιλείς, τοί/ς σκαπανείς της εθνικής Ιδέας κα\
δικαιούμενους έπ\ της ευγνώμονος ημών μνήμης.
Κα\ σημαίαν δικαιοσύνης, σημαίαν γεραράν
υ\[Γθϋντες έν τω μέσω του κυανού συμπλέγματος,
δπερ κυματίζει προ τών πυλών του Παναθηναϊκού
Σταδίου, εύχηθώμεν ϊνα τα οστά του "Οθωνος καχ
της Αμαλίας, άτινα έν ξένη κείνται γη, άνακομι-
σΟώσι μετά δόξης, έν ημέραις έγκαινιζομένης νέας ε-
θνικής δράσεως, ΐ/πό την Δυναστείαν βασιλέως
λαοφιλούς Γεωργίου του Α', κα\ άποδοθώσιν είς τΛν
γήν της Ελλάδος, ην οΐ/τοι τοσούτον Λγάπησαν.
01 Έλληνες, οί δεξιωθέντες τα οστά του Πα-
τριάρχου Γρηγορίου και ανδριάντας τω Κοραή, 'Ρηγα,
Άνδρουτσω, Διάκω, Κολοκοτρώνη. Καραϊσκάκη,
Μιαούλη άνυψώσαντες, ας έγείρωμεν έκεχ που, παρά
τΛν κοιλάδα του Ίλισσου, Μνημεϊον τών πρώτων
Βασιλέων, ως έθνος ευγνωμον κα\ ευσεβές.
Αί σκια\ τών προγόνων καχ τών πατέρων Λμών,
αχ πτερχ/γίζουσαι τάς ημέρας ταύτας έ^' Λμών κα\
άσπαζόμεναχ άοράτως τους υίούς αυτών, τοΐ/ς πα-
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
171
νηγνριζοντας μετά^ης μεγάλης Έορτης του Χριατια-
νισμοϋ δυο του Έθνους μεγάλας Έορτας, τηντης25^€
Μαρτίου και τΛν Όλυμπιακήν, θέλουΟιν εύλογεϊ
Λμάς. Αι ι|;υχα\ του Όθωνος και της Αμαλίας Γιε-
ριυιτάμεναι θέλουοιν έπαναπαυθη. Αί εύχαι αυτών,
ας δια ζώοης γωνίας έξέ7τεμ\|;αν προς ημάς και έγ-
γραφους ώς ιεράν παρακαταθήκην παρέδωκαν τω
Έθνει ημών, θέλουαιν ενισχύει ημάς έν τω μέλλοντι.
Τότε και η έθνικΑ αυνείδησις θέλει έξιλεωθη• ο δε
συνδεομος της ίεράς στοργής και ευγνωμοσύνης του
Παρόντος προς το Παρελθόν άποτελεσθη.
Είθε αί χρυσαΐ ελπίδες, αΐτινες έστε^ον τα τρό-
παια του Αγώνος, έκπληρωθώσι, και τα ώραϊα όνει-
ρα, άτινα περιέβαλλον τον Όθωνα ΚΙιι την Άμαλίαν,
πραγματωθώσι και διαχυσωσι τΐιν αϊγλην και την
άκτινοβολίαν της δόξης έπ\ της Βασιλείας, της Πα-
τρίδος και τοϋ Έθνους.
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Τύποις Ν. Ταροοσοπούλου
^'^'^^^οΤ(.1Τ^^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίζθ(:Ι όγ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
Οί9ίΐίΖΘ€ΐ \3γ
Οοο^Ι^
5Τ
>
> 3 ^ί)
■>» ^■
> 3 :?) -0
> ■■^ ■'■
>>
>^
'ί
> :&
>>
^ν
Λ
;> ^1
>»
> ή^ )
^ ^^
.>^
Β^
3ί ^}^
ιτ^
^^
Β. ^
>> ο&
)"^^
>)
:»
ΊΗ» '
>> 1>
ΒΟ^^^^Ι
Λ
>
>
'^ι
> ^ )
>
Ε "^^
:>>
'> :> > > .'
■^ ι
^
ο
)^^ ί
--^ ^^ρ^
>>
■) :> > > τ
1
>
)
1^ 'ί
ο>
> .) > ^^
; > ■
>
) /:>
> >
> ) )>
>^ >
\^ )0 >
^ 2-^> ^
> .
> :> ο ^'
ϊ> >
» "»^:
^ ^^Χ> -)
^
Μ 3
> 1>
>:ι^:)»>
Λλ
> >
»
' Ό 1
) :ρ >ί
^ ^
^^
>-> :)> > ^
>->'
^ ^- •>
'
>> >7
> >
<'Χ>'' ■
> >
>->
>3
ϋ
.>■
■ •' . >
>3
> :>
>
ι,
>
> ^
> ^
-
>^
^
..
>-^>
Ι»-^
)) '■■
^>
3Ρ>
))
>
«^
»:>
ο
»
.'>
» >
^:>
. >3
) > ν;
Ρ1ο35€ ΓείϋΓΠ ρΓ0Γηρΐΐ7,
ί> > > :)
1)^ ^ »
> . ο »:>
^ )> >
) ^)> :>
>^):>
> τ^ >
> :>3^
> >>5 )
> >>
> 3 >
> ^^
3 ^
!■>>»
^^
'-^^ν^ν
^,Μ3 '
ΚΜϋίί..
ν^: